της Χώρας
Χίου,
το 1588!
Του Γιώργου Λεκάκη
Με τίτλο «Chios Maris Aegaei eiusdem nominis Insulae
Civitas» / «ΧΙΟΣ: Η ομώνυμη νησιωτική πόλη στο Αιγαίο»,
εκυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση το 1588[1]
χαλκογραφία, τυπωμένη σε χαρτί, που απεικόνιζε την Χώρα της Χίου, από ψηλά, σαν
αεροφωτογραφία!
Η θέα της Χώρας, όπως
επεικονίζεται, είναι απόδειξη του ακμάζοντος εμπορίου και της στρατηγικής
σημασίας της πόλεως, στα τέλη του 16ου αιώνα, αποτυπώνοντας λιμενική
διάταξη, την ζωντανή θαλάσσια εμπορική δραστηριότητα, οχυρό κάστρο, στην
στρατηγική θέση στο Αιγαίο Πέλαγος και γεωργική παραγωγή!
Πρόκειται για μια λεπτομερή
απεικόνιση της διπλής δομής της πόλης:
– Η κύρια Χώρα είναι στο κάστρο / ακρόπολη,
σε «χερσόνησο», η οποία βρέχεται από τρεις μεριές από θάλασσα, σαν να είναι
νησί. Υπάρχουν μόνον δύο γέφυρες εισόδου-εξόδου στο κάστρο. Το κάστρο έχει 11
πύργους! Το οχυρωμένο μέρος, αντικατοπτρίζει το ταραχώδες παρελθόν της Χώρας,
που γνώρισε πολλαπλές και τυραννικές κατοχές.
Και
– Ο οικισμός / άστυ έχει ήδη
επεκταθεί εκτός των τειχών του κάστρου. Υπάρχουν 21 ανεμόμυλοι! (13 στα αριστερά του
κάστρου και άλλοι 8 στα δεξιά του!). Υπάρχουν και 4 κτίσματα για άντληση νερού!
Δείγματα πλούτου! Αυτός ο αγροτικός πλούτος του νησιού έκανε την νήσο μεγάλης
σημασίας ήδη από τα αρχαία εμπορικά δίκτυα. Η παραγωγή μαστίχας, κρασιού και
μεταξιού της Χίου της εξασφάλιζε ένα ευρύ φάσμα αυτονομίας στην ιστορία της.
Όπως σχολιάζει ο Braun[2]: «Η Χίος
είναι ένα από τα νησιά της Ιωνίας, όπου υπάρχει μια πόλη που φημίζεται για το
επίνειόν της […], που ο Θουκυδίδης αποκαλεί την μεγαλύτερη και πλουσιότερη από
όλες τις πόλεις της Ιωνίας. Δεν υπάρχει τίποτε πιο διάσημο σε αυτό το νησί από
το κρασί, που φέρει το όνομά του: γνωστό ως χιώτικο[3] κρασί.
Είναι από όλα τα ελληνικά κρασιά το καλύτερο, όπως επιβεβαιώνουν τόσο ο
Στράβων, όσο και ο Αιλιανός. […] Το νησί είναι εξ ίσου διάσημο, ωστόσο, για
ένα δένδρο, που λέγεται λεντίσκος στα λατινικά, που είναι εγγενές
σε αυτό, και από το οποίο στάζει κόμμι ή ρητίνη, που είναι γνωστό ως μαστίχα».
Η γκραβούρα δείχνει το
επίνειον της Χώρας, της πρωτεύουσας της νήσου Χίου, όπως φαίνεται από την ανατολή, σε
πανοραμική θέα! Η πόλη είναι χωρισμένη στο ισχυρά οχυρωμένο βυζαντινό Κάστρο
και στην ίδια την πόλη, η οποία υπερασπίζεται από την πλευρά της ξηράς από
τεράστιους πύργους παρατήρησης με τάφρο και κινητή γέφυρα! Οι ανεμόμυλοι, που
καλύπτουν την ακτή, δείχνουν πόσο εύφορο είναι το νησί. Στην αρχαιότητα η Χίος
ήταν ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο και φημιζόταν για τους αμπελώνες και τις
μαστιχοφυτείες της. Το νησί ήταν υπό βενετική κατοχή (1204 – 1304), μετά υπό γενοβέζικη
και το 1566 υπό οθωμανική. Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου (του 10ου αιώνα,
στην εικόνα δεξιά) μετετράπη σε μουσουλμανικό τζαμί ήδη από εκείνη την εποχή
(1566).
Το πολεοδομικό αυτό σχέδιο υπήρχε
στο 4ο τόμο έργο των G. Braun και Fr. Hogenberg[4] «Théatre des Principales Villes
de tout L’Univers» / Civitates Orbis Terrarum, Urbium
Praecipuarum Totius Mundi, Liber Quartus»), που
εκδόθηκε το 1588.
Το πρώτο «Civitates orbis terrarum liber», εκυκλοφόρησε στην Αμβέρσα, το 1575 (Antvverpiae,
Gallaeus, Coloniae).
Ακολούθησε η έκδοση «Urbium praecipuarium totius mundi», Kempen / Κολωνία, το 1581 [επανεκδόθηκε το 1599 (18 x 12,5 ίντσες)].
Η επόμενη έκδοση ήταν γαλλική, το 1593 («Liber Quartus – Livre Quatriesme des
Principales Villes du Monde»[5].
Το μέγεθός της (χωρίς τα περιθώρια) ήταν
370 x 490 χλστ. Στην πίσω όψη είχε το γαλλικό περιγραφικό κείμενο (παραπάνω φωτογραφία).
ΠΗΓΗ: Van der Krogt 4 – σελ. 830, #881,1. Fauser – #2605. Taschen (Br. Hog.) – σελ. 344. Γ. Λεκακης «Συγχρονης Ελλαδος
περιηγησις». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.4.2000.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
– Bagrow L. «Abraham Ortelius: A. Ortelii Catalogus Cartographorum», εκδ. J. Perthes, 1928.
– Bruhn W. «Alte deutsche Städtebilder: 24 farbige Blätter. Georg Braun,
Franz Hogenberg», εκδ. Asmus, Λειψία, 1938. Επανέκδ. 1964.
– Elliot J. «The City in Maps: Urban Mapping to 1900», έκδ. British Library Λονδίνο, 1987.
– Grebe A. – Großmann G. U. «Georg Braun Frans Hogenberg – Beschreibung der
vornehmsten Städte der Welt», έκδ. L. Schneider (Wissenschaftliche Buchgesellschaft), Ντάρμσταντ / Darmstadt, 2017.
– Großmann G. U. «Die schönsten Städte Europas: die Städtebücher von Georg
Braun und Franz Hogenberg», έκδ. Germanischen
Nationalmuseums, Νυρεμβέργη, 2017.
– Füssel S. (επιμ.) «Georg Braun,
Franz Hogenberg: Civitates orbis terrarum (Städte der Welt). 363 Kupferstiche
mit 564 Stadtansichten neu herausgegeben und kommentiert. Nach einem Original
des Historischen Museums Frankfurt. Das Original erschien von 1572 bis 1618», εκδ. Taschen, Κολωνία, 2008.
– Kamptz I. «Civitates orbis terrarum. Ein Städtebuch von Georg Braun und
Franz Hogenberg», Κολωνία, 1953.
– Oehme R. «Georg Braun, Franz Hogenberg: Old European Cities: 16th
century city maps and texts – early map-making techniques», εκδ. Thames and Hudson, Λονδίνο, 1965, επανέκδ. γερμ. εκδ. J. Asmus, Αμβούργο, 1964.
– Vere Tooley R. «Tooley’s Dictionary of Mapmakers», 1979.
[1] Θυμίζω ότι είχε κυκλοφορήσει ήδη ο χάρτης «Chios and
Psara» του Benedetto Bordone, στην Βενετία, το 1534.
[2] Ο Georg Braun / Brunus / Bruin (1541 – 1622) ήταν
Γερμανός κληρικός της Καθολικής Εκκλησίας, κοσμήτωρ στο μοναστήρι της Παναγίας
St. Mariengraden / ad Gradus στην Κολωνία, απόφοιτος Λυκείου Ιησουιτών στην
Κολωνία, και εξελίχθηκε σε τοπογεωγράφο και χαρτογράφο. Από το 1572 έως το
1617, επεξεργάστηκε το Civitates orbis terrarum, που περιέχει πάνω από 600
ρεαλιστικές πανοραμικές απόψεις και όψεις πόλεων και χάρτες πόλεων, από όλον
τον κόσμο (σε 1.600 σελίδες 280 × 410 χλστ.)! Ήταν ο κύριος επιμελητής του
έργου! Το εξάτομο έργο του ήταν εμπνευσμένο από την Cosmographia του Sebastian
Münster. Σε μορφή και διάταξη ομοιάζει με το «Theatrum orbis terrarum» του 1570
του Abraham Ortelius, καθώς ο τελευταίος ενδιαφέρθηκε για έναν συμπληρωματικό
έργο για το «Theatrum». Πέθανε το 1622, άρα ήταν ο μόνος επιζών της αρχικής
ομάδος, ο οποίος είδε τον 6ο τόμο το 1617…
Η
έκδοση Braun – ρεαλιστικής ποιότητας (vedute) – έθεσε νέα πρότυπα στην
χαρτογραφία για περισσότερα από 100 χρόνια. Θεωρείται «θησαυρός» στην
χαρτογραφία. Οι όψεις κάθε πόλης δίνονται σε διπλές σελίδες στο εσωτερικό, ενώ
οι αντίστοιχες ιστορικές και τοπογραφικές περιγραφές / κείμενα είναι τυπωμένες
εξωτερικά. Τους πίνακες των τόμων I – IV φιλοτέχνησε ο Frans Hogenberg(*) (1535
– 1590, από το Mechelen). Ο Simon van den Neuwel (τους τόμους V και VI). Τα
χαρακτικά ο Greve. Άλλοι που συνεισέφεραν ήταν ο Ολλανδός ζωγράφος μινιατούρων
Georg / Joris Hoefnagel, ο Jacob Hoefnagel, ο χαρτογράφος και ζωγράφος Daniel
Freese και ο Heinrich Rantzau. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης έργα των Jacob van
Deventer, Sebastian Münster και Johannes Stumpf. Στο έργο απεικονίζονται κυρίως
ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά και το Κάιρο, η Καζαμπλάνκα, η Πόλη του Μεξικού, το
Κούσκο του Περού, η Τύνιδα, κ.ά.
Υπάρχουν
επίσης πολυάριθμα χαλκογραφικά χαρακτικά του Hogenberg που δημοσίευσε ο
Dietrich Graminäus του Fürstlicher Güligscher (βλ. Johann Wilhelms von
Jülich-Kleve-Berg και Jakobe von
Baden-Baden), Κολωνία 1587.
Έργα
του υπάρχουν και στα επίσης σημαντικά:
«Itinerarium Europae provincias continens, iis qui iter aliquo vel legationis, vel mercaturae vel alia es causa suscipiunt longe necessarium / Οδηγός δρόμων που
καλύπτει τις επαρχίες της Ευρώπης, πολύ απαραίτητος για όσους κάνουν ένα
ταξείδι για κάποιο λόγο, είτε για αποστολή, είτε για εμπόριο, είτε για κάποιο
άλλο σκοπό», Κολωνία, 1590. Και:
«Kurtze erzeichniss wie Keyser Carolus der V.
in Africa Dem Konig von Thunis, so von dem Barbarossen vertrieben, mit
kriegsrustung zur hulffe komt / Μια σύντομη περιγραφή του τρόπου με τον οποίο ο αυτοκράτορας Κάρολος Ε‘ ήρθε να βοηθήσει με στρατιωτικό εξοπλισμό τον βασιλιά της Τύνιδος / Θούνιδος στην Αφρική, ο οποίος είχε εκδιωχθεί από τους βαρβάρους», Κολωνία, 1560 – 1623.
[3] Άρα προϊόν ΠΟΠ (ονομασίας γεωγραφικής προελεύσεως)
από τότε!
[4] ή Hooghenbergh / Hoogenbergh / Hogenberg(*) (Mechelen,
1535 – Κολωνία, 1590) ήταν Γερμανο-Φλαμανδός χαράκτης που είχε ήδη φιλοτεχνήσει
διάφορους χάρτες για τον Abraham Ortelius. Στον Μεσαίωνα υπήρχαν αρκετοί με
αυτό το επίθετο στην Mechelen ή την Κολωνία – όλοι χαράκτες ή ζωγράφοι. Οι
πλάκες του αργότερα περιήλθαν στην κατοχή του κατασκευαστή χαρτών Jan Jansson
από την Ολλανδία, ο οποίος έκανε διάφορες τροποποιήσεις και επαναδημοσίευσε τα
αστικά τοπία στο Άμστερνταμ το 1657.
[5] Βλ. Van der Krogt 4, 41:3.4, 1593.