Του Γιώργου Λεκάκη
Το ελληνικό όνομα Γαῖα, είναι
μια επική, παράπλευρη μορφή του αττικού Γῆ και του δωρικού Γᾶ / Δᾶ (>
δάπεδο, δαμάτερ, Δήμητρα). Και τα δύο σημαίνουν Γη. Η λέξις είναι πρωτοοελληνικής
καταγωγής.[1]
Η ρίζα ga- ανιχνεύεται ακόμη και
στα μυκηναϊκά ελληνικά Ma-ka (>Mag-ga Ma-ga[2], «Μα – Μητέρα
Γαία», Γαία Μήτηρ), η πρωτοελληνική Μεγάλη Μητέρα θεά Μα. [Ακόμη και σήμερα
λένε οι Έλληνες παροιμιωδώς, η «μάνα γη»].
Η Γαία / Τιταία[3] / Χθων ήταν
μία από τις πιο αρχέγονες θεότητες των Ελλήνων.[4] Κόρη του
Αιθέρα και της Ημέρας[5] ή κόρη του
Χάους. Μία από τις 4 πρώτες κοσμογονικές δυνάμεις, από τις οποίες προήλθαν τα
πάντα στο Σύμπαν (παμμήτωρ)! Η παρθένος / παρθενογονική προγονική μητέρα όλης
της ζωής:
– Από μόνη της έτεκε τα Όρη και
τον Πόντο (η πρώτη αναφορά παρθενογένεσης).
– Είναι η μητέρα του πρωτοθεού
Ουρανού, από την ένωση του οποίου – ή/και από το αίμα του[6] – έτεκε
τους Τιτάνες (γονείς πολλών από τους Ολύμπιους θεούς), τους Κύκλωπες, τους
Γίγαντες, τους Εκαχόγχειρες, τις Μούσες.
– Από τον Ωκεανό απέκτησε τον
Τριπτόλεμο.[7]
– Από τον Πόντο[8], έφερε
τους αρχέγονους θαλάσσιους θεούς[9].
– Από τον Τάρταρο απέκτησε την
Έχιδνα και τον Τυφώνα[10], ίσως
και το καυκάσιο όρνεο, που έτρωγε το συκώτι του Προμηθέα[11], καθώς και
τον Θάνατο[12].
– Από τον Δία απέκτησε τον Μάνη.[13]
– Από τον Ήφαιστο απέκτησε τον
Εριχθόνιο.
– Και πολλά άλλα, των οποίων
δεν αναφέρεται ο πατέρας.
Ο Ουρανός, κοιτάζοντας την
μητέρα Γαία κοιμισμένη, έριξε επάνω της γονιμοποιητική βροχή(*), με την οποία αυτή
έτεκε δένδρα, βότανα, λουλούδια, πουλιά και ζώα…
Όταν ο Ζευς μεγάλωσε, έδωσε
στον πατέρα του Κρόνο, ένα φίλτρο, με την συμβουλή της Γαίας, που, αφού το
ήπιε, ο Κρόνος ανέστησε / ανάσυρε όλα τα παιδιά που είχε καταπιεί προηγουμένως…
Μαζί με τον Δία, τον Ήλιο και
τις Ερινύες ήταν έφορος της τήρησης των όρκων,[14] αλλά σε
αυτήν ορκίζονταν ακόμα κι οι θεοί του Ολύμπου.
Η Γαία είχε τουλάχιστον τρία αυτόνομα
ιερά στην αρχαία Ελλάδα. Το ιερόν της ελέγετο Γαίον[15] ή Γαῖος[16] (<
μυκηναϊκά: ka-jo).
– Το ιερόν της Γαίας[17] στην
Σπάρτη Λακωνίας,
– το ιερόν της Κουροτρόφου
Γαίας[18] εν
Αθήναις.
– Αλλά τον ναό της Ευρύστερνης
Γαίας, στον ποταμό Κράθη, κοντά στις Αιγές Αχαΐας με «ένα πολύ αρχαίο άγαλμα»:
«καταβάντων δὲ ἐκ Βούρας ὡς ἐπὶ
θάλασσαν ποταμός τε Βουραϊκὸς ὀνομαζόμενος καὶ Ἡρακλῆς οὐ μέγας ἐστὶν ἐν σπηλαίῳ:
ἐπίκλησις μὲν καὶ τούτου Βουραϊκός, μαντείας(**) δὲ ἐπὶ πίνακί τε καὶ ἀστραγάλοις ἔστι
λαβεῖν. εὔχεται μὲν γὰρ πρὸ τοῦ ἀγάλματος ὁ τῷ θεῷ χρώμενος, ἐπὶ δὲ τῇ εὐχῇ λαβὼν
ἀστραγάλους – οἱ δὲ ἄφθονοι παρὰ τῷ Ἡρακλεῖ κεῖνται – τέσσαρας ἀφίησιν ἐπὶ τῆς
τραπέζης: ἐπὶ δὲ παντὶ ἀστραγάλου σχήματι γεγραμμένα ἐν πίνακι ἐπίτηδες ἐξήγησιν
ἔχει τοῦ σχήματος. σταδίων ἐπὶ τὸν Ἡρακλέα ὡς τριάκοντα ἐξ Ἑλίκης ὁδὸς ἡ εὐθεῖά
ἐστι. προελθόντι δὲ ἀπὸ τοῦ Ἡρακλέους ποταμὸς ἐς θάλασσαν ἐκδίδωσιν ἀέναος ἐξ ὄρους
Ἀρκαδικοῦ κατερχόμενος, ὄνομα δὲ αὐτῷ τε καὶ τῷ ποταμῷ Κρᾶθις καὶ ἔνθα αἱ πηγαὶ
τοῦ ποταμοῦ τῷ ὄρει: ἀπὸ ταύτης τῆς Κράθιδος καὶ πρὸς Κρότωνι τῇ ἐν Ἰταλίᾳ
ποταμὸς ὄνομα ἔσχηκε. πρὸς δὲ τῇ Ἀχαϊκῇ Κράθιδι Ἀχαιῶν ποτε ᾠκεῖτο Αἰγαὶ
πόλις: ἐκλειφθῆναι δὲ αὐτὴν ἀνὰ χρόνον ὑπὸ ἀσθενείας λέγουσι. τούτων δὲ καὶ Ὅμηρος
τῶν Αἰγῶν ἐν Ἥρας λόγοις ἐποιήσατο μνήμην, οἱ δέ τοι εἰς Ἑλίκην τε καὶ Αἰγὰς δῶρ’
ἀνάγουσι[19] δῆλον ὡς
γέρα τοῦ Ποσειδῶνος ἐπ’ ἴσης ἔν τε Ἑλίκῃ καὶ ἐν ταῖς Αἰγαῖς ἔχοντος. οὐ πολὺ δὲ
ἀπωτέρω Κράθιδος σῆμά τε ἐν δεξιᾷ τῆς ὁδοῦ καὶ ἄνδρα εὑρήσεις ἐπὶ τῷ μνήματι ἵππῳ
παρεστῶτα, ἀμυδρὰν γραφήν. ὁδὸς δὲ ἀπὸ τοῦ τάφου σταδίων ὅσον τριάκοντα ἐπὶ τὸν
καλούμενον Γαῖον: Γῆς δὲ ἱερόν ἐστιν ὁ Γαῖος ἐπίκλησιν Εὐρυστέρνου, ξόανον δὲ
τοῖς μάλιστα ὁμοίως ἐστὶν ἀρχαῖον. γυνὴ δὲ ἡ ἀεὶ τὴν ἱερωσύνην λαμβάνουσα ἁγιστεύει
μὲν τὸ ἀπὸ τούτου, οὐ μὴν οὐδὲ τὰ πρότερα ἔσται πλέον ἢ ἑνὸς ἀνδρὸς ἐς πεῖραν ἀφιγμένη.
πίνουσαι δὲ αἷμα ταύρου δοκιμάζονται: ἣ δ’ ἂν αὐτῶν τύχῃ μὴ ἀληθεύουσα, αὐτίκα ἐκ
τούτου τὴν δίκην ἔσχεν. ἢν δὲ ὑπὲρ τῆς ἱερωσύνης ἀφίκωνται γυναῖκες ἐς ἀμφισβήτησιν
πλέονες, ἡ τῷ κλήρῳ λαχοῦσα προτετίμηται». [25.10 -13].
«Πρόκειται για ένα ταξείδι
τριάντα περίπου σταδίων [από τον ποταμό Κράθη, κοντά στα ερείπια των Αιγών στην
Αχαΐα μέχρι το λεγόμενο Γάιον, ένα ιερόν της Γης με το επώνυμο Ευρύστερνος
(ευρύ + στέρνο), του οποίου το ξόανο είναι από τα πιο αρχαία. Η γυναίκα που
κατά καιρούς είναι ιέρεια παραμένει στο αγνή και πριν από την εκλογή της δεν
πρέπει να έχει συναναστραφεί με περισσότερους από έναν άνδρες. Το δοκίμι που
εφαρμόζεται είναι η κατανάλωση αίματος ταύρου. Οποιαδήποτε γυναίκα δεν πει την
αλήθεια, τιμωρείται αμέσως, με αυτήν την δοκιμασία. Εάν πολλές γυναίκες
διαγωνίζονται για την ιεροσύνη, γίνεται κλήρος για την τιμή».
Εκτός από τους ναούς της, η
Γαία είχε και βωμούς καθώς και ιερούς χώρους στα ιερά άλλων θεών. Στο Γαίον της
Ολυμπίας υπήρχε βωμός της. Σε αρχαιότερες μέρες υπήρχε και μαντείο(**) της Γαίας σε
αυτό το μέρος. Πάνω στο Στόμιον έχει κτιστεί ο βωμός της Θέμιδος. Κοντά στο
ιερόν της Ειλειθυΐας στην Τεγέα Αρκαδίας βρισκόταν ο βωμός της Γαίας. Άλλοι βωμοί της ήταν στην Φλύα και στην
Μύρρινο / Μυρρινούντας, υπό το όνομα Μεγάλη Θεά.[20] Και
στους Δελφούς, όπου συλλατρευόταν (προ Απόλλωνος) η ομφαλόπετρα της Γαίας, μαζί
με τον Ποσειδώνα.[21] Η Γαία
έδωσε το μερίδιό της στην Θέμιδα, η οποία το έκανε δώρο στον Απόλλωνα. Ο θεός
Απόλλων σκότωσε το παιδί της Γαίας, δράκο Πύθωνα, και σφετερίστηκε την χθόνια
δύναμη. Η Ήρα ετιμώρησε γι’ αυτό τον Απόλλωνα – τι κι αν ήταν θεός! –
στέλνοντάς τον στον βασιλιά Άδμηττο, υποτιμητικά ως βοσκό, προς «γνώση και
συμμόρφωση» – φράση έκτοτε παροιμιώδης – για 9 χρόνια!
Εν Αθήναις υπήρχε άγαλμα της
Γαίας στην Ακρόπολη, το οποίο απεικόνιζε τον Δία που την ικέτευε για βροχή(*).
Καθώς και μια εικόνα της, κοντά στην αυλή του Αρείου Πάγου, δίπλα στα αγάλματα
του Πλούτωνος και του Ερμού, «στα οποία προσέφεραν θυσία όσοι αθωόνονταν στον
Άρειο Πάγο». Αλλά και στον ναό του Ολυμπίου Διός Αθηνών μέσα στον περίβολο
υπήρχε ένας χάλκινος Δίας, ένας ναός του Κρόνου και της Ρέας και ένας περίβολος
της Ολυμπίας Γαίας. Εδώ το έδαφος ανοίγει σε πλάτος ενός πήχυ. Κατά μήκος αυτού
του πλατώματος κυλούσε το νερό, μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος[22]. Μέσα
του έριχναν κάθε χρόνο σιτάρι ανακατεμένο με μέλι.
Αγάλματά της ευρίσκονταν φυσικά
στους ναούς της Δήμητρας (όπως στον περίφημο ναό της Δήμητρας[23] στην
πόλη των Πατρών Αχαΐας.[24] Στο
ιερόν της Δήμητρος υπάρχει άγαλμα της κόρης της, Περσεφόνης και της Γαίας). Αι Πάτραι είναι πόλις που προέκυψε από την συνένωση τριών πόλεων.
Η Γαία μεταβίβασε τις
δυνάμεις της στον Ποσειδώνα[25], τον
Απόλλωνα και την Θέμιδα.
Ο Ησίοδος είπε ότι η Γαία
είναι μια ζωντανή θεά-μάγισσα, που έχει ως πυρήνα τον πυρήνα της Γης και ως
πέπλο της την επιφάνεια της Γης και όταν θυμώνει εκρήγνυται με μεγάλες
καταστροφές.
Σήμερα, λοιπόν, κοντά στην
Τράπεζα, στο Διακοπτό Αχαΐας, στον 38ο παράλληλο [38,168610N
22,211844E] υπάρχει το Γαίον της Αχαΐας, ο πολύ παλαιός ναός ο αφιερωμένος στην
Γη, μόνο που συνεχίζει ως πυραμιδοειδής ναός… Αγίας Τριάδος. Κι αυτό είναι συνεπές με την πρώτη αρχαία
Αγία Τριάδα (Γαία, Χάος και Έρωτας-Φάνης) κατά την δημιουργία του Κόσμου, τρεις
κοσμικές υπάρξεις οι οποίες εγεννήθησαν από το Κοσμικόν Ωόν (Αυγό), το οποίο
προήλθε από το Μηδέν, ή το Τίποτε ή από την Νύκτα (νυξ > γερμ. nix = τίποτε).
Αυτή η περιοχή έδινε και
δίνει πολλούς σεισμούς. Ίσως με αυτόν τον Ναό, τον αφιερωμένο στην Γαία, οι
κάτοικοι να προσπαθούσαν να εξευμενίσουν την γη… Όλοι γνωρίζουν τον μεγάλο
σεισμό της Ελίκης στην περιοχή…
ΠΗΓΗ: Απολλόδ. «Μυθ. Βιβλ.», II, 6-7. Ησίοδ. «Θεογονία», 494. Παυσανίας (5.14.10,
7.25.13), Megalithic. Γ. Λεκάκης «Σύγχρονης
Ελλάδος περιήγησις» (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 12.4.2018.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Βλ. Beekes.
[2] Μυκην. ελλ. Ma-ga > μέγα, μεγάλος/η/ον > mega κλπ.
[3] Διόδ. Σικ. 3/57.1-2.
[4] Η αντίστοιχη στο ρωμαϊκό πάνθεον ήταν η Τέρα / Terra (< ελλ. λ. τέρας = γέννημα, βλάστημα γης, κλπ. > tierra, sierra, τέρμα, τερραίν, κλπ.) και η θεά Τέλλους, η οποία θυσιάστηκε κατά την διάρκεια της εορτής της σποράς.
Η λατρεία της εξαπλώθηκε όπου πήγαν Έλληνες, δηλ. σε όλον τον κόσμο: Λ.χ. Γαίον
ευρίσκουμε και στα Πυρηναία (οξιτανικά: Gaion > γαλλ. Gayon) στην
νοτιοδυτική Γαλλία.
[5] Υγίνος (μύθ. πρόλ. 2-3).
[6] Από το αίμα του έτεκε τις Ερινύες, και τις Μελίες
νύμφες.
[7] Παυσ. 1/2.6 & 1/14.2-3.
[8] Ίσως και υιός της.
[9] Ευρυβία, Κητώ, Θαύμαντας, Νηρέας, Φόρκος. – βλ. Ησ.
Θεογ. 132, 232-239.
[10] Απολλόδ. 2/1.2.
[11] Υγίν. ασχρ. 2/15.3. Γ. Λεκάκης «Αισχύλου Προμηθεύς
Δεσμώτης», εκδ. Πελασγός.
[12] Σοφ. Οιδ. Κολ. 1574, κ.ε.
[13] Διον. Αλ. 1/27.1.
[14] Ιλ. Ο’ 36,Τ ‘258.
[15] Όπως λ.χ. της Ήρας ελέγετο Ηραίον, της Αφροδίτης και
της Αρτέμιδος ελέγοντο Αφροδίσιον, Αρτεμίσιον, κλπ.
[16] Γαίος > γάιος, δωρ. γήιος, επίγειος: ὁ ἐπὶ τῆς γῆς,
ἐπὶ τῆς ξηρᾶς, «παῖς γάϊος» = τέκνον τῆς γῆς – Αἰσχύλ. Ἱκ. 826, Herm. εἰς Θήβ.
736 > γάειος, γέιος – Ευστ. 188.30.
[17] Γήσεπτον ή Γάσεπτον: «Σπαρτιάταις δὲ ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς
Πυθαέως τέ ἐστιν καὶ Ἀπόλλωνος καὶ Ἀρτέμιδος καὶ Λητοῦς ἀγάλματα. Χορὸς δὲ οὗτος
ὁ τόπος καλεῖται πᾶς, ὅτι ἐν ταῖς γυμνοπαιδίαις – ἑορτὴ δὲ εἴ τις ἄλλη καὶ αἱ
γυμνοπαιδίαι διὰ σπουδῆς Λακεδαιμονίοις εἰσίν – ἐν ταύταις οὖν οἱ ἔφηβοι χοροὺς
ἱστᾶσι τῷ Ἀπόλλωνι. τούτων δὲ οὐ πόῤῥω Γῆς ἱερὸν καὶ Διός ἐστιν Ἀγοραίου, τὸ δὲ
Ἀθηνᾶς Ἀγοραίας καὶ Ποσειδῶνος ὃν ἐπονομάζουσιν Ἀσφάλιον, καὶ Ἀπόλλωνος αὖθις
καὶ Ἥρας [11.9] (…) Λακεδαιμονίοις δὲ ἔστι μὲν Ἀπόλλωνος Ἀκρίτα βωμός, ἔστι δ’ ἐπονομαζόμενον
Γάσηπτον ἱερὸν Γῆς: Ἀπόλλων δὲ ὑπὲρ αὐτὸ ἵδρυται Μαλεάτης. ἐπὶ δὲ τῷ πέρατι τῆς
Ἀφεταί̈δος, ἐγγύτατα ἤδη τοῦ τείχους, Δικτύννης ἐστὶν ἱερὸν καὶ βασίλειοι τάφοι
τῶν καλουμένων Εὐρυπωντιδῶν [12.8]
[18] Η εικόνα της πέρασε ως Βρεφοκρατούσα στον
χριστιανισμό.
[19] Βλ. Όμηρος, Ιλιάδα, 8.203.
[20] «ταῦτα μὲν δὴ οὕτω λέγεται, Φλυεῦσι δέ εἰσι καὶ
Μυρρινουσίοις τοῖς μὲν Ἀπόλλωνος Διονυσοδότου καὶ Ἀρτέμιδος Σελασφόρου βωμοὶ
Διονύσου τε Ἀνθίου καὶ νυμφῶν Ἰσμηνίδων καὶ Γῆς, ἣν Μεγάλην θεὸν ὀνομάζουσι: ναὸς
δὲ ἕτερος ἔχει βωμοὺς Δήμητρος Ἀνησιδώρας καὶ Διὸς Κτησίου καὶ Τιθρωνῆς Ἀθηνᾶς
καὶ Κόρης Πρωτογόνης καὶ Σεμνῶν ὀνομαζομένων θεῶν: τὸ δὲ ἐν Μυρρινοῦντι ξόανόν ἐστι
Κολαινίδος. Ἀθμονεῖς δὲ τιμῶσιν Ἀμαρυσίαν Ἄρτεμιν».
Στην
Φλύα και τον Μυρρινούντα υπάρχουν βωμοί του Απόλλωνος Διονυσοδότου, της Αρτέμιδος
Σελασφόρου, του Διονύσου Ανθίου, των Ισμηνίδων νυμφών και της Γαίας, την οποία
μάλιστα ονομάζουν Μεγάλη θεά. Άλλος ναός έχει βωμούς της Δήμητρας Ανησιδώρας,
του Δία Κτησίου, της Τιθρωνής Αθηνάς, της Κόρης Πρωτόγονης και των λεγόμενων
Σεμνών θεών. Στον Μυρρινούντα έχουν ξόανο της Κολαινίδας. Οι Αθμονείς λατρεύουν
την Αμαρυσία Άρτεμη. – Παυσανίας . 1.31.4.
[21] Για τον Ποσειδώνα χρησμοδοτούσε ο Πύρκων. Βλ.
εξάμετρο ποίημα «Ευμολπία», του Μουσαίου, γιο του Αντιόφημου.
[22] Το αρχαίο
ιερόν του Διός Ολυμπίου εκτίσθη από τον ίδιο τον Δευκαλίωνα. Απόδειξη ότι ο
Δευκαλίων έζησε στην Αθήνα, και έδειχναν έναν τάφο, που δεν απέχει πολύ από τον
σημερινό ναό, και έλεγαν πως είναι ο τάφος του.
[23] Σήμερα επί αυτού έχει κτιστεί ο χριστιανικός ναός του
Αγίου Ανδρέα.
[24] Οι Πατραίοι είχαν επίσης ένα άλσος δίπλα στην
θάλασσα, που προσφέρει το καλοκαίρι πολύ ευχάριστες βόλτες. Σε αυτό το άλσος
υπάρχουν και δύο ναοί: Του Απόλλωνος και της Αφροδίτης.
[25] Γαιήοχος / γαιάοχος, γαιοσείστης, ἐννοσίγαιος. Η Γαία
έδωσε στον Ποσειδώνα την Καλαυρεία (νυν νησάκι του Πόρου Σαρωνικού), έξω από την
Τροιζήνα, με αντάλλαγμα τον χρησμό του.