Του Γιώργου Λεκάκη
Ο Πυρίαπος[1] > Πρίαπος, Πρίεπος, Πρίηπος[2] ήταν αρχικώς κηπαίος πρωτόγονος θεός. Η λατρεία του άρχισε από την Πρίαπο[3] Μυσίας, πόλη στην Προποντίδα, και είτα την Πιτυούσα (μετέπειτα Λαμψακο, από την τοπική ηρωίδα Λαμψάκη, αποικία Φωκαέων, από το 654 π.Χ.) στις ακτές του Ελλήσποντου, στην Βιθυνία[4], βόρεια Τρωάδα. Από εκεί επεκτάθηκε σε όλη την Ελλάδα, και τον ελληνικό κόσμο.
Αν και κάτ’ άλλους το πρώτον και «κατ’ εξοχήν» ελατρεύετο «εν Ορνειαίς» / Ορνεαίς[5] ΒΔ. της χώρας των Αργείων – εξ ου και Ορνεάτης ο Πρίαπος[6]. Σε ευάμπελο τόπο, της πολίχνης Ορνεαί Κορινθίας, υπεράνω της πεδιάδος της Σικυώνος, υπήρχε ιερόν του Πριάπου. Πολλοί λένε πως από εδώ επέρασε η λατρεία του στην Μικρά Ασία.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΕΡΙ ΠΡΙΑΠΟΥ, ΕΔΩ.
Αναφέρονται τρεις με αυτό το όνομα:
- Ο υιός του Διονύσου και της Αφροδίτης,
- Ο υιός του Ερμού και της Αφροδίτης, αυτός ήταν ο ιθύφαλλος που ελατρεύετο με ερμές, και ήταν αδελφός του Ερμαφρόδιτου (με τον οποίο έχουν κοινά στοιχεία), και
- Ο υιός του Πανός / Σατύρου και της Ναϊάδος Χιόνης.
Η Ήρα, από το μίσος της προς τον Διόνυσο, εψηλάφησε «δια μαγεμένης χειρός» την κοιλιά της κυοφορούσας αυτόν Αφροδίτης. Η Ήρα ήθελε να τιμωρήσει την Αφροδίτη, επειδή ο Αλέξανδρος-Πάρις την έκρινε λιγότερο όμορφη, από την θεά του έρωτος. Και την εκδικήθηκε στην γέννα της στον Πρίαπο. Γι’ αυτό ο Πρίαπος εγεννήθη «κακόπλαστος και δυσειδής, με γλώσσα και μεγάλη κοιλιά και αιδοία μεγαλύτερα όλου του σώματός του» όταν εγεννήθη στην Λαμψακο. Είναι η πρώτη γκροτέσκο μορφή στην ιστορία… Η Αφροδίτη τον έτεκε στην Αβαρνίδα / Απαρνίδα, κοντά στην Λάμψακο, αλλά λόγω της ασχήμιας του τον εγκατέλειψε και τον απαρνήθηκε. Έκτοτε η Αβαρνίς ονομάσθηκε Απαρνίς…
Ο Πρίαπος δεν έγινε δεκτός ανάμεσα στους Ολύμπιους θεούς γιατί προσπάθησε, κάποτε, μεθυσμένος, να κακοποιήσει την θεά Εστία και αποβλήθηκε. Μάλιστα ένας γάιδαρος (σύμβολο ερωτικού πόθου), του φώναξε για να τον κάνει να συνέλθει και να συνειδητοποιήσει την εγκληματική απόπειρα. Έκτοτε προς εξιλέωση για το γεγονός, ο θεός απαίτησε να τιμάται ο όνος με ετήσια θυσία ενός γαϊδάρου, όπως και καθιερώθηκε…
Πάντως, ο Πρίαπος ανέθρεψε τον θεό του πολέμου Άρη, διδάσκοντάς του την τέχνη του πολέμου και την ορχηστρική τέχνη, της οποίας ήταν πρωτεργάτης: Η «ενόπλιος όρχησις», ήταν χορός που το πρώτον εδιδάχθη από τον Πρίαπο. Οι κινήσεις του ήσαν απομίμησις των επιδεξιων πολεμικών κινήσεων. Οι ορχούμενοι έφεραν όπλα τα οποία έσειαν. Ο χορός αυτος ήταν εν χρήσει ιδίως στην Σπάρτη, όπου «οι ορχούμενοι έρρυθμον κίνησιν εποιούντο τα του Τυρταίου απομνημονεύοντες». Η Ήρα καθιέρωσε μια δεκάτη από τον Άρη, στον Πρίαπο.
Όλες οι Λαμψακηνές γυναίκες ποθούσαν την συναναστροφή μαζί του. Γι’ αυτό οι Λαμψακηνοί, εκ φθόνου, τον απεδίωξαν. Ο πεοίδης[13]νέος εκδιώχθηκε επισήμως από την Λάμψακο, λόγω του μεγέθους του πέους του! Αλλά τότε έπαθαν μεγάλη νόσο στα αιδοία τους. Και προς ίαση αυτών, τον ανακάλεσαν, κατόπιν χρησμού, στην Λάμψακο και του ανήγειραν ναό και τον ελάτρευσαν ως θεό! Λατρευόταν όπου υπάρχουν βοσκοτόπια με αιγοπρόβατα, μέλισσες, κλπ. αλλά κυρίως στην Λάμψακο
Ο Πρίαπος από τους κήπους προήχθη ως προστάτης και των αμπελώνων και καθολικά των αγρών και του αγροτικού βίου, των λειμώνων, των ποιμνίων και «πάσης γονιμότητος» (και του πολλαπλασιασμού των ιχθύων και των κυψελών των μελισσών) και της διατηρήσεως της ανδρικής αρρενωπότητας (γι’ αυτό τον εόρταζαν άνδρες και γυναίκες).
Ο Πρίαπος συνεδέθη από τους αρχαίους Έλληνες και με την ονολατρεία και ιθυφαλλικές και πυρολατρικές παραδόσεις – όπου ο όνος ήταν ιερόζωο του Ηφαίστου, της Εστίας, του Βάκχου και του Πριάπου. Και αυτό γιατί, κάποτε σε μια γιορτή, προσπάθησε να βιάσει και την Λωτίδα, αλλά αυτή μεταμορφώθηκε στο δένδρο, που επήρε το όνομά της: λωτός. Έτσι και γλίτωσε την παρθενία της. Ήταν ένας όνος, ενός Σειληνού, ο οποίος παρέθετε και την εορτή, που με το «βραχνό ογκάνισμά (γκάρισμα) του» επρόδωσε τις προθέσεις του Πριάπου… Και τότε όλο το συγκεντρωμένο πλήθος γέλασε εις βάρος του και αποθέωσε τον γάιδαρο… Στην Λάμψακο θυσιάζουν γαϊδούρια σε αυτόν.
Ο Πρίαπος σε ερμαικη στήλη 100 πΧ ευρεθη στην περιοχη θεατρου της Δηλου – Μουσειο Δηλου Κυκλαδων
Ο Πρίαπος ενίκησε τον «ομιλούντα γάιδαρο Διόνυσο» σε έναν διαγωνισμό μήκους άκρων αιδοίων και τον εσκότωσε. Κατ’ άλλους ηττήθηκε και από θυμό εσκότωσε τον γάιδαρο, ο οποίος στην συνέχεια αναλήφθηκε στον ουρανό, και έγινε ένα από τα αστέρια των Όνων: γάμμα και δέλτα του Καρκίνου.
Ανήκει στους Φαλλήτες / Θαλλήτες[7] θεούς – φαλλική θεότητα, με ίδια γιορτή και επίσημη πομπή, τα Φαλληφόρια. Το επίσημο ειδικό φαλλικό τραγούδι της γιορτής, ονομαζόταν φαλλικόν (< φαλλός > Φαλῆς, Φαλῆτος, Φάλης, Φάλητος, κλπ.).[8]
Στις εορτές στις εξοχές κρεμούσαν τελετουργικώς στεφάνια γύρω και πάνω στον φαλλό της θεότητος…
ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ
Γυμνη γυναικα-Αφροδιτη με κομπο στα μαλλια, σε πηγαδι, τραβωντας νερο με κανατα για μπανιο κατω από αγαλμα Πριαπου – σε δακτυλιδι – σαρδονιος λιθος απομιμηση vitrea – 1ος-3ος αι μΧ-Βρετανικό Μουσειο
Ο Πρίαπος εικονίζεται μόνος του ή μαζί με την μητέρα του Αφροδίτη:
- με προχείρως ειργασμένο ξόανο, που χρησίμευς ως όριο των αγρών και φόβητρο των κλεπτών και των πτηνών. Ήταν κεχρωματισμένο με ερυθρό χρώμα. Κρατούσε στο χέρι ρόπαλο ή κρόνιο κλαδευτηρι (άρπη).
Ο Πριαπος με αρπη (δρεπανι) – Εθνικο Αρχαιολογικο Μουσειο Ακυληίας, Friuli VG
Με μέγα γεννητικό μόριο, σύμβολο της γεννητικής δυνάμεως της φύσεως – άλλωστε μια από τις λέξεις για το αιδοίον είναι «φύση».
- με άγαλμα που φέρει καρπούς και φρούτα στον κόλπο (αγκαλιά), όπως συνήθως ήταν ο τετραγωνικός Ερμής (των ερμών). Έτσι έφερνε και πλούτο στον κόλπο της γυναίκας. Του προσέφεραν θυσίες τις απαρχές των καρπών και ποικίλα ζώα. Τα φρούτα είναι όλων των εποχών, όπως και η επιθυμία για έρωτα.
Ο Πριαπος με υπερυψωμενο ενδυμα, γεματο φρουτα – Μαρμαρινο αγαλμα 2ος αιωνας μΧ – Αρχαιολογικο Μουσειο Εφεσου
- με υπερυψωμένο ένδυμα (σκηνή Βαύβως των ελευσινίων μυστηρίων), το οποίο είναι ελαφρώς χρωματιστό, κοφτερή γενειάδα, με μικρό γυναικείο στήθος (γυναικομαστία)…
- καραφλός με γενειάδα και στο κεφάλι φορά γιρλάντα και κάλαθο.[9]
- με ανθρωπόμορφο φαλλό[10].
Εκφράσεις ποικίλης και ανεξάντλητης γονιμότητας…
ΘΙΑΣΟΣ – ΑΚΟΛΟΥΘΟΙ
Οι ακόλουθοι του Πριάπου, ο θίασός του ήταν οι Πρίηποι / Πριαπισταί (όπως οι Σάτυροι του Διονύσου).[11]
- Ο ακόλουθός του Κονίσαλος [«κονίσαλος / κονίσσαλος (< κόνις + σαλεύω) = αιδοίον] ήταν μυθικός δαίμονας, ακόλουθος του Πριάπου «εκ του μη οκνείν και επί κόνεως μείγνυσθαι». Πρός τόν φαλλικόν χαρακτήρα του Κονισάλου συνάδει και η επιγραφή της Θήρας Κυκλάδων, όπου η λέξις έχει επίσης την σημασία του αιδοίου. Στην Κω υπήρχε ιερόν του Ηρακλέους, που λεγόταν «Κονίσαλον», στο οποίο λατρευόταν ως φαλλική θεότης. Κονίσαλος και χορός φαλλικός «σκίρτησις σατυρική ή των εντεταμένων τά αιδοία».
- Άλλος δαίμων του κύκλου και με τις ιδιότητες του Πριάπου, ήταν ο Ορθάνης / Ορθάννης / Ὀρθαγένης / Ὀρθάγης / Ὀρηθάνης – επίσης υιός τού Ερμού και μιας Νύμφης. Αυτός ετιμάτο εν Αθήναις μαζί με τον Κονίσαλο και τον Τύχωνα, σε πομπή του Πριάπου – βλ. και επιγραφή που ευρέθη στην Ίμβρο, από την εποχή των Αθηναίων κληρούχων, όπου αναφέρεται ιερεύς του Ορθάνου, πομπή και θυσία τελουμένη εκεί πρός τιμήν του. Ο Ὀρθάνης (< ὀρθὸς) «τῶν ὑπὸ τὸν Πρίαπόν ἐστι θεῶν, καὶ αὐτὸς ἐντεταμένον ἔχον τὸ αἰδοῖον».[12]
- Ο Τύχων στην Αττική ήταν συνώνυμος του Πριάπου και του Ερμή. Αρχικως αττική θεότητα, κοντά στον κυκλο του Πριάπου. Ήταν φαλλική θεότητα καλής τύχης.[13]
- Τέλος, ταυτίζεται και με την ιαματική θεότητα, Τελεσφόρο, της Περγάμου.
ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
- Στην Κροατία το μαρμάρινο «άγαλμα της Carrara» εινονίζει την Αφροδίτη με τον Πρίαπο (ύψους 100,5 εκατ.) από την αρχαία ελληνική πόλη Ένωνα (> Aenona, Nona, Nin) του 1ου αιώνα μ.Χ. – Αρχαιολογικό Μουσείο στο Σπλιτ απεικονίζει την Αφροδίτη με τον μικρό Πρίαπο. Ο θεός της γονιμότητας, Πρίαπος φέρει φρούτα και ευημερία από τον διάσημο φαλλό / faal του. Η Αφροδίτη στην Κροατία είχε ταυτιστεί με την Μητέρα θεά Ansotica / Anzotica / Anzoticae των Λιβυρνών / Liburna. Η Αφροδίτη Ansotica λατρευόταν στην περιοχή γύρω από την Ένωνα και την Ίδασσα (νυν Zara), ως μητέρα θεά ή θεά του έρωτα.
- Στην Ιταλία καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα ως φύλαξ των οπωρώνων και των κήπων, όπου τοποθετήθηκαν οι εικόνες του, με τονισμένο φαλλό. Είχε αποτροπαϊκό χαρακτήρα.
Ο Πριαπος κατευθυνει τον φαλλο του προς ενα ματι – το κακο ματι – 2ος αιώνας μΧ – Εθνικο Αρχαιολογικο Μουσείο Ακυληίας, Friuli VG
- Στην αρχαία Ρώμη, οι ενοικιαστές και οι πτωχοί τον αντιμετώπιζαν με μεγάλο σεβασμό: Οι πρώτοι τον θεωρούσαν προστάτη των καλλιεργειών τους. Οι δεύτεροι φίλο του απλού λαού. Αργότερα, οι Ρωμαίοι τον είπαν Mutinus Titinus. Ήταν αγροτικούς θεός, και στις γιορτές του κατεσκευαζαν ομώνυμο ποτήρι, όμοιο με φαλλό, από το οποίο έπιναν – όπως κάνουν και σήμερα στο μπουρανί του Τυρνάβου Λαρίσης Θεσσαλίας. – Ιδιαίτερο το άγαλμα Herma Ostiense (2ου αιώνα μ.Χ.) σε μπρούντζο, που απεικονίζει νεαρό σάτυρο ή τον νεαρό Πριάπο να απλώνει αλοιφή στο πέος του![14]
- Στην Αίγυπτο αφηγούνται έναν μύθο σχετικά με την λατρεία του αιδοίου του Οσίριδος-Διονύσου.
- Στην Ινδία, υπάρχει η λατρεία του lingam του Shiva (σανσκριτικά: Shivalingam), ευρέως διαδεδομένη από την αρχαιότητα. Πολλοί ερευνητές την θεωρούν αυτόχθονη, άλλοι φερμένη από τους Άριους Έλληνες την 2η χιλιετία π.Χ.). Μέχρι και σήμερα, υπάρχει μια ινδουιστική αίρεση, η Λινγκαγιάτ, στην οποία αυτό το χαρακτηριστικό του θεού Σίβα θεωρείται το κέντρο της λατρείας της. Άγαλμα από τερακότα ανδρικής θεότητας γονιμότητας (ίσως του ινδουιστικού Shiva) ύψους 17,3 εκατ. ευρέθη στην βόρεια Ινδία, ίσως στην Mathura. Του 120 – 200 μ.Χ. (περίοδος Κουσάν). Εκτίθεται στο Μουσείο Τέχνης Κλίβελαντ του Οχάιο ΗΠΑ. Συνδυάζει ένα ασυνήθιστο σύνολο χαρακτηριστικών: Έχει μακριά ράστα κόμμωση στους ώμους, κρατά ένα αγγείο με νερό, σαν Βραχμάνος ή Νάγκα (θεότητα φιδιού), κρατά σπαθί και μαχαιρίδιο σαν πολεμιστής, έχει κοιλίτσα, και είναι ιθύφαλλος (παραπάνω φωτογραφία), υποδεικνύοντας τον ανδρισμό και την γονιμότητά του.
ΓΛΩΣΣΑ
Τα ελληνικά παράγωγα της λέξεως έγιναν λατινικά, και εισήλθαν «εις τάς νέας γλώσσας». Εκ του Πριάπου ο πριαπισμός, μια κατάσταση συνεχούς γενετήσιου οργασμού και, ιδίως, συχνή ή συνεχής στύση του ανδρικού αιδοίου, η επίμονη και επώδυνη στύση του πέους, χωρίς να συνοδεύεται από σεξουαλική διέγερση ή επιθυμία, η λαγνεία (ρ. πριαπίζω) > αγγλ. priapism, κλπ.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης «Ελληνικη Μυθολογια».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Ομ. Ιλ. Β,571. Παυσανίας (Β,25,6, 9.31,2). Στράβων (X,III,588). Μεγα Ετυμολογικο. Σχολιαστής Αριστοφάνους (Λυσ. 982). Ησύχιος. Αθήναιος. Λουκ. Θεῶν Διάλ. 23.1. Διόδ. 4.6. Voss. Mythol. Br. 2, σελ. 295. Μόσχ. 3.27. Ἀνθ. 6 254. Διον. Ἁλ. π. Συνθ. 4. Οβιδ. Fasti.
- Mogens H. H., T. H. Nielsen «An inventory of archaic and classical poleis», εκδ. Oxford University Press, 2004.
- Kurilić A. “Acceptance, Imitation and Adaptation: How did the Natives of Roman Dalmatia Respond to Roman Cultural Presence?”, Kultureller Transfer und religiöse Landschaften, εκδ. De Gruyter, doi:10.1515/9783110716580-007, 22.11.2021.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Πυρ = άπτω. Άλλωστε ο έρως είναι φωτιά (βλ. άναψα, φλέγομαι, κλπ.).
[2] Πριάπειος, το επίθετο.
- Πριαπίσκος, το υποκοριστικό. Αλλά και άλλο όνομα της βοτάνης ερυθρόνιον. Αλλά και ιατρικό εργαλείο: ο διαστολέας, υπόθετο για τον πρωκτό, την μύτη, κλπ.
- Πριαπισκωτός, ο κατεσκευασμένος σε σχημα πριαπίσκου, δηλ. μικρού ανδρικού αιδοίου, μοτὸς. – ΠΗΓΗ: Ιπποκράτης, Διοσκ. 3.144, Ρουφ. (ή Ηλιοδ.) απ. Ορειβ. 49.26.6, 44.23.72, 44.14.7. Ηρακλ. Ταρ. απ. Γαλ. 12.692. Γαλην. Αρρ. Fr.23 J. D.S.4.6, Λουκ. DDeor. 23.1, Παυσ. 9.31.2.
[3]Στις εκβολές του Γρανικού ποταμού, μεταξύ Παρίου και Κυζίκου. Κατελήφθη από τον Μέγα Αλέξανδρο (334 π.Χ.), ο οποίος άφησε τον Πανήγορο και έναν άγνωστο αριθμό Μακεδόνων στρατιωτών του για τον έλεγχο της πόλεως. Η νυν Karabiga στην Θάλασσα του Μαρμαρά (Προποντίς).
[4] Βλ. Γ. Λεκακης «Αρχαιες πολεις της Βιθυνιας».
[5] Αι Ορνεαί είχαν κτισθεί κατά την παράδοση από του Ορνέως, υιού του βασιλέως των Αθηνών Ερεχθέως. Από αυτόν έλαβε το όνομά του και ο παραρρέων την πόλη ποταμός, Ορνέας. Έκειτο στις υπώρειες τοο όρους Λυκαίου, στα όρια της χώρας των Φλιασίων. Κατοικείτο από Ίωνες. Είχε εχθρικές σχέσεις προς τις δωρικές πολιτείες Σικυών και Άργος. Από τον στρατό της τελευταίας κατεδαφίσθηκε τελικώς (580 – 576 π.Χ.). Στην πόλη υπήρχε ιερόν της θεάς Αρτέμιδος «μετά ξοάνου αυτής ορθού» και άλλος ναός αφιερωμένος «εις πάντας τούς θεούς» (= Πάνθεον).
[6] Βλ. ποιητής των «Πριαπείων», Ευφορίων. Πρόκειται για συλλογή με 95 ποιήματα και επιγράμματα, ρωμαϊκής εποχής για τον Πρίαπο.
[7] Θάλλω = βλαστάνω, ανθώ, ευδοκιμώ, ακμάζω, ευτυχώ, βρίσκομαι σε καλή κατάσταση.
[8] Βλ. Πλούταρχος, Αριστοφάνης.
[9] Βλ. αγαλματίδιο από τερακότα, που ευρέθη στο Φαγιούμ στην Αίγυπτο (3ος π.Χ. – 2ος αιώνας μ.Χ.) διαστάσεων 15 Χ 9,8 Χ 5,4 εκατ. Museum für Art und Gewerbe, Αμβούργο.
[10] Βλ. εύρημα σε λευκό μάρμαρο (34 x 13 x 12,5 εκατ.) από την Ταραγόνα (2ος αι. π.Χ. 2ος – μ.Χ.) στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Ταρραγόνας (ΜΝΑΤ), Ισπανίας. Φαίνεται να έχει γίνει σε τοπικό εργαστήριο.
[11] Ausonia 4.242 Κρήτη 1ος αι. πΧ).
[12] Πλάτ. Κωμ. «Φάωνι» 2.12. Στράβ. 587, Φώτ. λέξ. Ησύχ..
[13] Ο Αντιφάνης είχε γράψει μια κωμωδία με τίτλο «Ο Πολεμιστής ή ο Τύχων» .
[14] Αγνοείται η ακριβής τοποθεσία της ανακάλυψής του. Το αγαλματάκι έχει ύψος 8,8 εκατ. Είναι πολύ ακριβές έργο, με ανατομική λεπτομέρεια: Ο Πρίαπος είναι εντελώς γυμνός, με τοξωτή την πλάτη (σε λόρδωση), λεκάνη τεντωμένη προς τα εμπρός και με το χέρι στην πλάτη. Τα μαλλιά είναι κοντά, απείθαρχα και σγουρά. Έχει ερμηνευθεί ως να κάνει σπονδή κρασιού, νερού ή αφροδισιακού διαλύματος (σατύριον) από τον Κόσμο του Βάκχου / Bacco – inv. 3586, Ostiense Antiquarium, Αρχαία Όστια, Ρώμη.
[15] πεοίδης = αυτός που έχει μεγάλο και χοντρό / πρησμένο πέος < πέος + οἰδῶ (πεοίδες πέος) – Κωμ. Αδέσπ. 1111. Α. Β. 72, 26.
Πυριαπος > Πριαπος, Λαμψακος, θεος αρχαια ελληνικη πυρολατρικη πυρολατρια πυρολατρεια παραδοση Λεκακης πεοιδης μεγαλο χοντρο πεος οιδω πεοιδες πρησμενο Κωμικα Αδέσποτα