Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

34.2 C
Athens
Κυριακή, 13 Ιουλίου, 2025

Άγουρος και ποθοφλόγιστος Ορφεύς-Λύβιστρος και Ροδάμνη – Πώς ένα ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ του 10ου αι. ΔΙΑΣΩΖΕΙ ΓΝΩΣΗ 20.000 χρόνων! – του Γ. Λεκάκη

Του Γιώργου Λεκάκη

Μια όμορφη ιστορία έρωτος, του μεσαίωνος, αυτή του Λυβίστρου και της Ροδάμνης – την οποία, κατά την παράδοσή μας, διηγήθηκε ο ηγεμονόπαις Κλειτοβός στην παιδική φίλη του Μυρτάνη – διασώζει τον μύθο του Ορφέως, ο οποίος επλανάτο στον κόσμο και αναζητούσε την καλή του, Ευρυδίκη. Στην αναζήτησή του ο Θρακιώτης ήρωας, ως γνωστόν, μάγευε έμψυχα και άψυχα με το τραγούδι του. Ο μέγας μύστης Ορφεύς εφονεύθη τελικώς στα Λείβιθρα Πιερίας – Θράκης τότε. Σήμερα ως τόπος μαρτυρίου του θεωρείται ο Όλυμπος, όπου εκτίσθη ναός της Αγίας Κόρης στην Άνω Βροντού / Βροντούσα / Πιερίας… (παρακάτω φωτογραφίες)… Η Αγία Κόρη είναι ένα προσκύνημα αφιερωμένο σε μια άγνωστη κόρη, η οποία “κατέφυγε εκεί για να ξεφύγει από τους Τούρκους”. Ευρίσκεται σε απόσταση 5 χλμ. από το χωριό Βροντού. Ένα μικρό μονοπάτι και 173 σκαλιά κατηφορίζει ως αυτην, βαθριά μέσα σε χαράδρα του Ολύμπου. Δίπλα στην πηγή, κατά την παράδοση, υπάρχει θαυματουργό αγίασμα. Υπάρχουν τρία μεγάλα ρέματα, με εντυπωσιακούς καταρράκτες, στην περιοχή: της Αγίας Τριάδος, της Αγίας Κόρης και του Αράπη.

Γράφει η επιγραφή του ναού: ΑΠΟΦΕΥΓΕΤΕ TA ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΕΘΙΜΑΤΑ ΑΦΗΝΟΝΤΕΣ ΕΝΔΥΜΑΤΑ ΕΝΤΑΥΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘENTA ΔΙΑ ΠANTOC ΑΠΟ TAC ΙΕΡΑC CΥΝΟΔOYC ΩC CΑΤΑΝΙΚΑΙ ΕΦΕΥΡΕΣΕΙC ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΙΝ ΠΟΙΝΑΣ ΔΙΟΤΙ ΠΑΣ Ο ΠΡΑΤΩΝ ΑΥΤΑ ΑΜΑΡΤΑΝΕΙ ΠΑΑΝΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟΝ ΑΦΗCATE ΤΗΝ ΨΥΧΟΒΛΑΒΗ AYTH CΥΝΗΘΕΙA… !!! Μνημείο παραφροσύνης, αγραμματοσύνης και σκοταδισμού!

Σημειώστε ότι το πανάρχαιο ελληνικό εθιμο πέρασε και στον χριστιανισμό: ΔΕΙΤΕ για τα τζάτζαλα, ΕΔΩ.

Σε αυτό το δημοτικό βυζαντινό τραγούδι διεσώζεται ό,τι απέμεινε να θυμάται ο λαός, από την απίστευτα μακρυνή εποχή του Ορφέως (πριν 20.000 χρόνια περίπου). Αλλά διασώζεται επίσης, πως την αγάπη (= διδαχή) του Ορφέως την έκλεψαν οι Αιγύπτιοι βασιλείς και την καπηλεύθηκαν ως δική τους…

Πρόκειται για έμμετρη βυζαντινή ρομαντική λαϊκή ιστορία-παράδοσις, η οποία χρονολογείται γύρω στον 10ο – 13ου αι. διανθισμένη με τις φραγκο-βενετικές επιδράσεις της εποχής της. Αποτελείται από 3.481 δεκαπεντασύλλαβους ανομοιοκατάληκτους στίχους. Από το γλωσσικό ιδίωμα των στίχων του, μπορούμε να εικάσουμε πως πρέπει να κατάγεται από τα παράλια της Μ. Ασίας, της Κύπρου ή της Κρήτης.

Ας γυρίσουμε όμως πίσω στο ποίημα του Λυβίστρου και της Ροδάμνης:

Κάποτε, λοιπόν, ήταν ένα νέο και όμορφο παλληκάρι, ο Λύβιστρος – κατοπινή γραφή Λίβιστρος. Αυτός ήταν βασιλεύς της Λυβάνδρου χώρας. Στον ύπνο του καθοδηγήθηκε από τον θεό Έρωτα να ζητήσει να βρει την βασιλοπούλα του Αργυροκάστρου, η οποία είναι προορισμένη γι’ αυτόν και τον αγαπά, όπως του διεμήνυσε ο θεός στο όνειρό του.

Η Ροδάμνη, όμως, θυγατέρα κάποιου Χρυσού, βασιλέα της Ινδικής χώρας είναι μνηστή του βασιλέως της Αιγύπτου Βερδερίχου. Ο Λύβιστρος εκστρατεύει ίνα την εύρει, την βρίσκει, πράγματι, και την ερωτεύεται. Η κόρη ανταποκρίνεται στον έρωτά του και εν τέλει τον υπανδρεύεται, αφού εν τω μεταξύ ο Λύβιστρος εμονομάχησε για να την κερδίσει επί διετία με τον μνηστήρα της, βασιλέα Βερδερίχο. Έτσι ο Λύβιστρος έγινε βασιλεύς Αργυροκάστρου.

Αλλά την ομορφονιά έκλεψε με δόλο, έπειτα από δύο χρόνια, ο πάντα αγαπών αυτήν, Βερδερίχος, τη συνεργεία γριάς μάγισσας και με την δύναμη ενός μαγικού δακτυλίου (= δακτυλιδιού), το οποίο έφερε σε κατάστασι αναισθησίας τον Λύβιστρο.

Μόλις συνήλθε ο Λύβιστρος, και αντελήφθη την αρπαγή της συζύγου του, ετοιμάζει νέα εκστρατεία για χάριν της. Έκτοτε, ο ερωτευμένος και θλιμμένος άωρος, συνοδεία του Κλειτοβού, γύριζε τον κόσμο να την εύρει. Πάνω στην αναζήτησή τους πέφτουν και σε μια γριά μάγισσα, η οποία τους πληροφορεί πως η Ροδάμνη ζει![1] Και προσέθεσε, μάλιστα, πως έκτισε ένα πανδοχείο, ζητώντας από τον βασιλέα της Αιγύπτου, να παραμείνει εκεί για τέσσερα χρόνια, κι έπειτα την παρέλευση αυτών, να την κάμει δική του. Βεβαίως, στο μυαλό της ήταν πως ο καλός της σε αυτό το χρονικό διάστημα θα την εύρισκε και θα την έσωζε…

Οι δυο νέοι φεύγουν, λοιπόν, γεμάτοι ελπίδες εις αναζήτησιν αυτού του πανδοχείου. Στον δρόμο τους «αναστενάζουν τα βουνά», «πάσχουν οι κάμποι», «θρηνούνε τα παράπλαγα» και «βροντάνε τα λειβάδια!». Επέρασαν ράχια, κλεισούρες και παντού ρωτούσαν μήπως και επέρασε από εδώ κάποιος άρπαγας. Κι όλα αυτά «δια τον πόθον της ωραιωμένης»! Εν τω μεταξύ, τα δάκρυά του έγιναν ποτάμια κι οι στεναγμοί του βροντές. Μάρτυς του ο ήλιος. Τα βουνά τον συμπονούσαν και τα άψυχα συνέπασχαν. Τα σύννεφα τον σκέπαζαν να δροσίσουν λίγο την κάψα του. Μοιρολογούσε και θρηνούσε το παλληκάρι όσο περνούσε ο καιρός και δεν εύρισκε την Ροδάμνη. «Άγουρος και μυριόθλιβος» γύριζε στα ξένα και τον «εκαταβασάνιζε κόρης ωραίας αγάπη».

Πάνω σε αυτήν την αναζήτηση, ο βασιλιάς Λύβιστρος συνελήφθη και πιάστηκε μέχρι και αιχμάλωτος, εξ αιτίας της ανημποριάς και της αδυναμίας του! – «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύετο»…

Εν τέλει, το ζεύγος ξαναβρίσκεται και επιστρέφει στο Αργυρόκαστρο, με την Ροδάμνη, χάριν του τεχνάσματός της αυτού, να του έχει μείνει πιστή.

Για του λόγου το αληθές, το βυζαντινό ποίημα έχει ως εξής:

Στίχοι πολύ ερωτικοί, αφήγησις Λυβίστρου,

πώς ο φίλος Κλειτοβός διηγείται της Μυρτάνης…

Και εν συνεχεία τραγουδά ο Κλειτοβός:

Επαίρνω τον τον Λύβιστρον και ηρξάμεθα την στράταν

και τοιούτους λόγους ήρξατο να λέγει μοιρολόγιν:

Αναστενάζουν τα βουνά, πάσχουν δι’ εμέν οι κάμποι,

θρηνούσι τα παράπλαγα , βροντούσι τα λειβάδια,

και δένδρα τα επαρέδραμα[2], τα ράχια και οι κλεισούρες

έχουν τους πόνους μου ακομή και αντίς μου[3] αναστενάζουν.

Λέγουν: «Εδιέβην απ’ εδώ στρατιώτης[4] πονεμένος,

άγουρος[5], ποθοφλόγιστος δια πόθον ωραιωμένης.

τα δάκρυα είχεν ποταμούς, βροντάς τους στεναγμούς του,

καπνόν επάνω εις τα βουνά τον πονοανασεσμόν του!

Τον ήλιον είχεν μάρτυραν και εις τόπους μετ’ εκείνον

τα σύννεφα εσκέπαζαν τον, τους πόνους του ελυπούντο.

Και πόνους, φίλε Κλιτοβών, εδέ[6] καρδίας οδύνη,

τον συμπονούσιν τα βουνά και τα άψυχα συμπάσχουν!».

Και ως ήκουσα τον Λύβιστρον ότι μοιρολογάται

και μετά πόνου εστρίγγιζεν[7] κατάστρατα εις τους κάμπους,

και εμέναν ήλθε λογισμός, πάλιν δια την Μυρτάνην

και ενθύμησις και ανάμνησις να είπω μοιορολόγιν:

«Άγουρος και μυριόθλιβος, ξένος εκ τα δικά του,[8]

τον εκαταβασάνισε κόρης ωραίας αγάπη,

και έφυγεν εκ την χώραν του και από τα γονικά του,

και εις ξένον κόσμον περπατεί και αιχμάλωτος διαβαίνει,

πόνους του ηγείται τα δεντρά, θλίψεις τας λειβαδίας

και ποταμούς τα δάκρυα του, βουνά τους στεναγμούς του.

Αηδόνιν[9] εις την στράταν του, να κηλαδεί αν ακούσει,

οι κτύποι της καρδίας του και οι βροντοστεναγμοί του

σιγίζουν το να μη λαλεί, καρδιοφωνοκρατούσιν[10]:

«Εδέ στρατιώτου συφορά, την πάσχει δια φουδούλα[11]

ούτως ένι[12] αιχμάλωτος, ξένος εις άλλον τόπον[13]

Υπάρχουν κι άλλα τέτοια βυζαντινά-ιπποτικά δημοτικά τραγούδια, πλην του Λυβίστρου και της Ροδάμνης, όπως του Καλλιμάχου και της Χρυσορρόης, του Βελθάνδρου και της Χρυσάντζας, του Ιμπερίου και της Μαργαρώνας, του Φλωρίου και της Πλατζιαφλώρας, κ.ά., που αναλύουν και ερμηνεύουν αντίστοιχους μεγάλους έρωτες, αναμεμειγμένα με φραγκο-βενέτικη επίδρασι. Γι’ αυτό και ο Λύβιστρος αφήνεται να εννοηθεί Λατίνος, ενώ η Ροδάμνη… ινδικής καταγωγής, αφού οι χώρες της Ανατολής απέπνεαν τότε μια λαγνεία. Όμως στο βάθος τους αυτές οι ιστορίες είναι εμπνευσμένες από την αρχαία ελληνική μυθολογία – μάννα όλων των μεγάλων επών.

Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε, πως πλην των προαναφερομένων, ο λαϊκός ποιητής έχει υπ’ όψιν του και άλλα ποιήματα και μυθιστορίες της εποχής, όπως των Ευσταθίου, Νικήτα Ευγενειανού, Αχιλλέως Τατίου, Ηλιοδώρου, Προδρόμου, κ.ά. ευρέως διαδεδομένες στον λαό μας, τότε.

Το έργο αρχικώς παρεδόθη σε τρία χειρόγραφα:

  • Παρισίων,
  • Νεαπόλεως και
  • Λέιντεν[14].

Εξ αυτών, το παρισινό – έκδ. Μαυροφρύδου – έχει τα περισσότερα χάσματα, ώστε η παρακολούθησίς του πολλάκις να γίνεται αδιανόητος. Τα άλλα δύο χειρόγραφα εξέδωσε ο W. Wagner και μετά τον θάνατό του ο Δ. Βικέλας και ο Κ. Σάθας. Όμως ο Κρουμπάχερ απέδειξε πως υπάρχει και 4ο χειρόγραφο, αυτό του Εσκοριάλ – αγνώστου έως τότε – ενώ ένα επίσης άγνωστο χειρόγραφο του ιδίου ποιήματος εγνώριζε και εμελέτησε ο Μαρτίνος Κρούσιος – επίσης άγνωστο έως τώρα[15].

ΠΗΓΗ: ομότιτλο άρθρο του Γ. Λεκάκη στο περ. «Αέροπος», τ. 52, Μάρτ. 2011. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 1.4.2011.

Βιβλιογραφια:

  • Βουτιερίδης Ηλ. «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», Αθήναι, 1924.
  • Gidel Ch. “Etudes sur la litterature grecque moderne”, 1866 και Παρίσιοι 1878.
  • Fabricius “Bibliotheca Graeca”, τ. η΄.
  • Κριαράς Εμμ. (επιμ.) «Βυζαντινά ιπποτικά μυθιστορήματα», εκδ. «Βασ. Βιβλιοθήκη».
  • Κρουμπάχερ Κ. «Ιστορία βυζαντινής λογοτεχνίας».
  • Μαυροφρύδου εκδ. «Εκλογή μνημείων της νεωτέρας ελληνικής γλώσσης», Αθήναι, 1868.
  • Πολίτης Λ. «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», έκδ. «Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης», 1978.
  • Hesseling D. C. «Βυζάντιον και βυζαντινός πολιτισμός», β΄έκδ. Αθήναι, 1914.
  • Wagner W. “Trois poemes grecs du moyen-age”, Βερολίνο, 1881.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Συγκρίνετε τούτην την λαϊκή βυζαντινή διήγηση με τον λαϊκό στίχο του Β. Τσιτσάνη:

Πάνω στην απελπισιά της κάποιος την πληροφορεί

ότι ζει το παλληκάρι και οπωσδήποτε θα ΄ρθεί…

Απίστευτα ίδιος λαός, απίστευτα ίδια σύλληψη, 10 αιώνες μετά…

[2] επαρέδραμα = επέρασα, επροσπέρασα.

[3] αντίς μου = αντί για μένα.

[4] στρατιώτης ή στραδιώτης (< στράτα = οδός) = επί ενετοκρατίας, τιμαριούχος, ο οποίος ευρίσκεται καθ’ οδόν, δηλ. σε εκστρατεία. Οι Βυζαντινοί τον έλεγαν «ταξειδάριο» ή «ευγενή». Η λέξις είναι άσχετος με την σημερινή έννοια της λέξεως στρατιώτης (= πολεμιστής).

[5] άγουρος = άωρος, αυτός ο οποίος δεν είναι στην ώρα του, δηλ. νέος ακόμη, αγόρι.

[6] εδέ = ιδού, να.

[7] στριγγίζω = στριγκλίζω, θρηνώ.

[8] εκ τα δικά του = έξω από τα δικά του χώματα, από την πατρίδα του.

[9] Κι εδώ, όπως και σε όλα τα δημοτικά μας τραγούδια, τα αηδόνια («τα πουλάκια») παίζουν τον ρόλο της κοινής γνώμης, του «χορού» της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Χαρακτηριστικότατα θα το δείτε αυτό στο απείρου κάλλους ηπειρώτικο δημοτικό τραγούδι «Του νεκρού αδελφού». Απίστευτο πόσο ίδια γράφει ο λαός μας ποιήματα, από τότε έως σήμερα…

[10] καρδιοφωνοκρατώ = συγκρατώ, εμποδίζω την φωνή της καρδιάς, ούτως ώστε να μην βγει. Εκπληκτικής συλλήψεως ελληνική λαϊκο-δημοτική γλωσσοπλασία.

[11] φουδούλα, η = κόρη.

[12] ένι = είναι.

[13] Άπειρα τα λαϊκά τραγούδια μας που έχουν εδώ την πηγή τους:

Εγώ ο ξένος που σ’ αγάπησα πολύ, κι απ’ την αγάπη έχω τόσο πληγωθεί

θα γίνω τώρα ένας σταθμός λησμονημένος, ξένος για πάντα ξένος…

Τ. Μουσαφίρης

Ξένος για σένανε κι εχθρός θα ΄μαι από σήμερα κι εμπρός,

ξένος γιατί δεν μ’ αγαπάς και σαν την άμμο με σκορπάς…

Λευτ. Παπαδόπουλος

Ξένος στα ξένα θα γυρνώ, θα γυροφέρνω ξένος,

του έρωτά σου του τρελού ο παραπεταμένος…

Γ. Λεκάκης

[14] Scaligeranus SS.

[15] Χειρόγραφο εν Turcograecia, 1584.

αγουρος ποθοφλογιστος Ορφευς Λυβιστρος Ροδαμνη ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ 10ος αιωνας μχ 20.000 χρονων Λεκακης τοπος μαρτυριου ορος ολυμπος, ιερος ναος ιν Αγιας Κορης αγια κορη ανω Βροντου / Βροντουσα / Πιεριας προσκυνημα αγνωστη Τουρκοι χωριο μονοπατι σκαλι χαραδρα Ολυμπου πηγη παραδοση, θαυματουργο αγιασμα ρεμα καταρρακτης, Τριαδος, Αραπη Τριαδας, Αραπης Τριαδα τριας χρονια πριν ιστορια ερωτος, ερωτας ερως μεσαιωνας, ηγεμονοπαις Κλειτοβος παιδικη φιλη Μυρτανη μυθος Ορφεως, Ευρυδικη αναζητηση Θρακιωτης θραξ θρακας ηρωας, αρχαια θρακη μαγεια εμψυχα αψυχα αρχαιο τραγουδι μυστης Ορφεας φονος δολοφονια Λειβιθρα Λειβηθρα Πιεριας Θρακης δημοτικο βυζαντινο λαος, αγαπη διδαχη Αιγυπτιοι βασιλεις καπηλεια αιγυπτος εμμετρη βυζαντινη ρομαντικη λαικη παραδοσις, 10ος – 13ος αιωνας μχ φραγκοι βενετοι βενετια επιδραση εποχη δεκαπεντασυλλαβος ανομοιοκαταληκτος στιχος γλωσσικο ιδιωμα στιχοι Μικρα Ασια Κυπρος Κρητη ποιημα νεο ομορφο παλληκαρι, Λιβιστρος βασιλευς Λυβανδρος χωρα υπνος θεος βασιλοπουλα Αργυροκαστρο ονειρο Χρυσος βασιλεας Ινδικη ινδια μνηστη βασιλιας Βερδεριχος εκστρατεια μονομαχια ομορφονια κλοπη απαγωγη δολος, συνεργεια γρια μαγισσα δυναμη μαγικος δακτυλιος δακτυλιδι αναισθησια αρπαγη συζυγος ερωτευμενος θλιμμενος αωρος, πανδοχειο, αναστεναγμος βουνα βουνο ορη καμπος θρηνος παραπλαγα βροντη λειβαδι ραχι ραχη κλεισουρα αρπαγας ποθος ωραιωμενη δακρυ ποταμι στεναγμος μαρτυς ηλιος συμπονοια αψυχο συννεφο δροσια καψα μοιρολοι μυριοθλιβος ξενα καταβασανιζε βασανο ωραια συνλληψη αιχμαλωτος, ανημπορια αδυναμια ζευγος τεχνασμα πιστη βυζαντιο ερωτικος στρατα λογος μοιρολογιν πλαγια λιβαδι δενδρο ραχια πονος ακομη αντις στρατιωτης πονεμενος, δακρυα ποταμος, στεναγμος καπνος πονοανασεσμος μαρτυρας λυπη Κλιτοβος καρδια οδυνη, μοιρολογι εστριγγιζεν καταστρατα λογισμος, ενθυμησις αναμνησις ξενος βασανα γονικα κοσμος αιχμαλωσια δεντρα θλιψη αηδονι κηλαδημα κελαηδημα κτυπος βροντοστεναγμος σιγη λαλια, καρδιοφωνοκρατω συφορα, φουδουλα ενι βυζαντινα ιπποτικα δημοτικα τραγουδια, Καλλιμαχος Χρυσορροη Βελθανδρος Χρυσαντζα Ιμπεριος Μαργαρωνα Φλωριος Πλατζιαφλωρα μεγαλοι ερωτες, Λατινος, Ανατολη λαγνεια αρχαια ελληνικη μυθολογια επος λαικος ποιητης μυθιστορια Ευσταθιος, Ευγενειανος Τατιος Ηλιοδωρος Προδρομος χειρογραφο Παρισι Νεαπολη ναπολι ιταλια Λειντεν λαιντεν εκδοση Μαυροφρυδης χειρογραφα βαγκνερ Wagner Βικελας Σαθας Κρουμπαχερ Εσκοριαλ αγνωστο Κρουσιος Βουτιεριδης Ιστορια Νεοελληνικη Λογοτεχνια κριαρας ιπποτης μυθιστορημα εκλογη μνημειο νεωτερα ελληνικη γλωσσα Πολιτης Βυζαντιον βυζαντινος πολιτισμος διηγηση Τσιτσανης καποια μανα αναστεναζει απελπισια αντι στραδιωτης στρατα = οδος ενετοκρατια τιμαριουχος, καθ’ οδον, Βυζαντινοι ταξειδαριος ευγενης πολεμιστης αγορι εδε = ιδου στριγγιζω = στριγκλιζω, θρηνω πουλακι κοινη γνωμη χορος τραγωδια ηπειρωτικο Του νεκρου αδελφου συγκρατω εμποδιζω φωνη καρδια γλωσσοπλασια Μουσαφιρης Παπαδοπουλος επιγραφη ναισκος ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΕΘΙΜΑΤΑ εθιμα ΕΝΔΥΜΑ τζατζαλα τζαντζαλα ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΑ ΥΠΟΛΕΙΜΜΑ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΣΑΤΑΝΙΚΗ σατανας ΕΦΕΥΡΕΣΗ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ ΠΟΙΝΗ ΑΜΑΡΤΙΑ ΠΑΑΝΗ ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΨΥΧΟΒΛΑΒΗ ΣΥΝΗΘΕΙΑ παναρχαιο ελληνικο εθιμο χριστιανισμος τζατζαλα τζαντζαλα

author avatar
Γιώργος Λεκάκης

Σχετικά Άρθρα

ΠΡΟΣΟΧΗ! ΣΥΝΤΕΛΕΙΤΑΙ ΚΑΤΑΛΗΨΗ της ΧΩΡΑΣ!

Του υποστράτηγου ε.α. και συγγραφέα, Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, amphiktyon@gmail.com Ένα συνεχές...