Του Γιώργου Λεκάκη
Χρυσό φιδάκι με την λέξη ΑCΚΛΑΣ / ΑΣΚΛΑΣ – πιθανότατα το όνομα του αναθέτη –
χαραγμένη στην περιφέρειά του.
Βρέθηκε στο Ασκληπιείο της Λισσού / Λισού, της Ελύρου, Χανίων Κρήτης, το 1958, μαζί με τα δύο
ελάσματα, το ένα με παράσταση γυναικείας μορφής και το άλλο με επιγραφή.
Χρονολογούνται στην ελληνιστική περίοδο.
ΠΗΓΗ: Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων Κρήτης.
ΣΧΟΛΙΟ Γ. Λεκάκη:
Ίσως το ΑΣΚΛΑΣ να μην είναι το όνομα του αναθέτη, αλλά να σημαίνει ΑΣΚΛΗΠΙΑΣ, δηλ. την / τον ιατρό που το φορούσε. Σε επιγραφή της Λειβαδιάς Βοιωτίας διαβάζουμε ΑΣΚΛΑΠΙΑΔΑΣ: [ΑΡΙΣΤΙΩΝΟΣ ΧΑΛΚΙ (…) ΑΣΚΛΑΠΙΑΔΑΣ ΞΗΝΟΔΟΤΩ ΤΕΣΤΑΤΗΡΑΣ] – IG VII 3055.
Η λέξις ΣΚΕΛΟΣ είναι παναρχαία ελληνική, μυκηναϊκή: kerea, και αναφέρεται
στα πόδια ενός τρίποδα > σκελέα > σκέλος, σκέλη, κλπ.
Επίσης ΣΚΕΛΟΣ (πληθ. τα σκέλη, σκέλια) σημαίνει το σημείο
σύνδεσης, άρθρωσης δύο μελών, που μπορεί να στρίβει και να λυγίζει εύκολα. Γι’ αυτό τα σκέλη δεν ήταν ποτέ δυο ίσα μέρη. Έτσι
έμεινε να δηλώνει πράξη στραβή, άδικη > σκολιός, σκαληνός.
> λατ. scelus (= ανόσιο έργο) > αρχ. άνω γερμ. scelah (= στραβός),
αγγλοσαξ. sceolh (= στρεβλός), αγγλ. shelve (= λυγίζω, γέρνω), αλβαν. tschale
(= χωλός), κ.ά. > ρ. σκέλλω = τρέχω με τα πόδια ή τα χέρια μου…
Αλλά και καθ’ ένα από τα κάτω άκρα του ανθρώπου ή τα πίσω πόδια
του ζώου, που περιλαμβάνει τον μηρό, την κνήμη και το άκρον (πόδι) που
καταλήγει στα δάκτυλα («τὰ σκέλη… καὶ τὰ ἰσχία πρὸς τὴν γῆν ἐρείσας», Πλάτ.)
και εν γένει κάθε τι που ομοιάζει με πόδι.
Οπότε η λέξις ΑΣΚΛΑΣ ίσως να μην είναι
το όνομα του αναθέτη, αλλά ο ΑΣΚΕΛΑΣ να ήταν ο προσδιορισμός του φιδιού (= άσκελον, χωρίς σκέλη) ιερόζωου του Ασκληπιού.
Στην αρχαία εποχή, σκέλος ελέγετο και
– τμήμα οχυρώματος ή τείχους, που συνδέει άλλα μεγαλύτερα τμήματα
– ο πλάγιος τοίχος ναού ή άλλου οικοδομήματος
– πλάγιος πάσσαλος ή υποστήριγμα μηχανής
– το άκρον χειρουργικού επιδέσμου
– τα άκρα περσικής καλύπτρας
– καθ΄ ένα από τα μέρη μιας περιόδου
Επίσης, σκέλη ελέγοντο τα δύο μακρά τείχη, που συνέδεαν την Αθήνα
με τον Πειραιά, τα μακρά τείχη μεταξύ Μεγάρων και Νίκαιας και τα μακρά τείχη
μεταξύ Κορίνθου και Λεχαίου (βλ. Στράβ., Πλούτ.).
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης “Συγχρονης Ελλαδος περιηγησις”. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.5.2014.