Του καθηγητή Παναγιωτη Τερπάνδρου Ζαχαρίου
Καλύτερον έναυσμα από την
τελετή των φετινών Ολυμπιακών Αγώνων δυσκόλως τις δύναται ευρείν ίνα
ετυμολογήση την «μαυρίλα» και παράγωγά της, όπως το «μαύρος» και το «αμαυρώνω».
Αν και ο Μπαμπινιώτης δηλώνει
την λέξη «αμαυρός», εκ της οποίας προκύπτει το «μαύρος», ως λήμμα αγνώστου
ετύμου, διατείνομαι ότι η ετυμολογία είναι ηλίου φαεινότερη, προκύπτουσα εκ του
στερητικού α- και της «αύρας» με το «μι» να μεσολαβεί κατά της χασμωδίας. Ήτοι,
αυτό το οποίον δεν αποπνέει κάτι φωτεινό, εφ’ όσον το σκούρο δεν αντανακλά το
φως, δεν παράγει αύρα. Και ενώ η λέξις «αύρα» φέρει και την σημασία της
φρέσκιας πνοής αέρος, η ρίζα ευρίσκεται στο αρχαίο ρήμα «αὕω», ον παρήγαγε το
σημερινό «ανάβω» με την έννοια του «ανάβω φως».
Όταν «αμαυρώνουμε» κάτι,
λοιπόν, του αφαιρούμε την λαμπρότητα.
Έχοντας διεξοδικώς αμαυρώσει
γλώσσα, παιδεία, γένος και τελευταίως σημαία, μας αξίζει η συμμετοχή σε αγώνες,
ουδεμίαν σχέση έχοντες με Ολυμπιακούς, πλαισιωμένους από χιλιάδες
μαυροφορεμένους αστυνομικούς φοβούμενοι την αμαύρωση της κακογουστιάς άλλης
μίας τερατόμορφης παράστασης των μαύρων μας καιρών.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
28.7.2024.