Του Γιώργου Λεκάκη
Η μυστική αίθουσα του Εθνικού
Αρχαιολογικού Μουσείου της Νεάπολης ιδρύθηκε το 1819, μετά από προτροπές του
Φραντσέσκο Α ́, Δούκα της Καλαβρίας, ο οποίος ενώ επισκέφθηκε το Μουσείο
παρατήρησε πως θα ήταν… «φρόνιμο να κλειδώσουν όλα τα “άσεμνα” εκθέματα-αντικείμενα,
όποια κι αν ήταν, σε ένα δωμάτιο, που θα είχαν άδεια εισόδου μόνον ώριμοι και
γνωστοί για την ηθική τους άνθρωποι».
Τοιχογραφία με ερωτική σκηνή με τρεις γυναίκες. |
του 1848 το Gabinetto (μυστική αίθουσα) έγινε σύμβολο πολιτικών ελευθεριών και
έκφρασης, γι’ αυτό λογοκρίθηκε ως πολιτικά επικίνδυνο. Προτάθηκε μάλιστα να…
καταστραφούν τα αρχαία τεχνουργήματα, ως “monumenti infami della
gentilesca licenza” / «περιβόητα μνημεία της ειδωλολατρικής σχολής» και
«πολύ ελεεινά», προκειμένου να διαφυλαχθεί η καλή φήμη του βασιλικού οίκου…
Ανάγλυφο με ερωτική σκηνή. |
Ο τότε πραγματικός διευθυντής
του Βουρβονικού Μουσείου κατάφερε να μην καταστραφούν τα αντικείμενα, αλλά να κλείσει
την συλλογή για τους επισκέπτες και έκανε δύσκολη την επίσκεψη κόσμου σε αυτό: Στην
πραγματικότητα η πόρτα πρόσβασης είχε τρεις κλειδαριές με τρία διαφορετικά
κλειδιά:
– ένα στην κατοχή του διευθυντή
του μουσείου,
– ένα του «ελεγκτή» / controloro
και
– ένα του πραγματικού μεγάλου φροντιστή.
Ομοίωμα φαλλού. |
Αποτελούμενο από 100
αντικείμενα που «προσέβαλαν την κοινή ηθική της εποχής», το Cabinet of Obscene
Objects / Αίθουσα Άσεμνων Αντικειμένων (τα οποία εν συνεχεία ονομάσθηκαν πιο «χαριτωμένα»
Cabinet of Reserved Objects / Αίθουσα Συναισθηματικών Αντικειμένων, το 1852),
ήταν ακόμη κλειδωμένα, ώστε να «εξαφανισθεί όσο ήταν δυνατόν η μνήμη».
Σάτυρος κυνηγάει ερωτικά μία νύμφη. |
Το 1860, με εντολή του Giuseppe
Garibaldi η συλλογή επί τέλους άνοιξε και καταλογογραφήθηκε.
Ερωτική πράξη σε συμπόσιο, και μετά μουσικής. |
Το 1931, κατά την διάρκεια
του θριάμβου του φασισμού, το Υπουργείο διέταξε ακόμα και το κλείσιμο της αίθουσας.
Η λογοκρισία διήρκεσε έως και στα μεταπολεμικά χρόνια, μέχρι το 1967,
χαλαρώνοντας μόνο μετά το 1971, όταν το υπουργείο εισήγαγε νέους κανόνες για την
ρύθμιση των αιτημάτων επισκέψεων και την πρόσβαση στο τμήμα.
Λύχνος με ανάγλυφο πτερωτό φαλλό, που πετάει > πουλί. |
Ανασχεδιασμένη πλήρως με
εντελώς νέα κριτήρια, η συλλογή άνοιξε οριστικά στο κοινό, μόλις τον Απρίλιο
του 2000…
Παρ’ όλο που δεν υπάρχει
πλέον κανενός είδους λογοκρισία, ωστόσο, τα παιδιά κάτω των 14 ετών μπορούν να
επισκεφθούν το τμήμα μόνο εάν συνοδεύονται από κάποιον ενήλικα (γονέα, διδάσκαλο,
κλπ.).
Tintinnabula με άνδρα με πέος-δελφίνι. |
Η συλλογή αποτελείται από αγγεία
με μαύρες ή κόκκινες φιγούρες, τοιχογραφίες και ψηφιδωτά με ερωτικές σκηνές, ιθυφαλλικά
αγαλματίδια από τερακότα, μπρούντζο ή μάρμαρο, θεότητες, πανίδα, νάνους και γκροτέσκο
καρικατούρες. Επί πλέον, εκτίθενται αντικείμενα της καθημερινότητας, όπως
καθρέφτες, λυχνάρια ή αντικείμενα λατρείας (όπως ο tintinnabula[1] με
φαλλούς), καμπάνες στα οποία αποδόθηκαν μαγικές δυνάμεις ενάντια στο «κακό μάτι».
ΠΗΓΗ: Planet pompeii, L. Sedita IMMAGINI D‘ARTE DAI MUSEI, 4.6.2023.
ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.6.2023.
Τοιχογραφία με σκηνή ερωτικής πράξεως. |
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
– Adams J.N. «The Regional Diversification of Latin, 200 BC–AD 600»,
Cambridge University Press, 2007.
– Bonfante Lar. «Etruscan Life and Afterlife: A Handbook of Etruscan
Studies», Wayne State University Press, 1986.
Ένα χάλκινο πολύ-ιθυφαλλικό
tintinnabulum, που αντιπροσωπεύει τον θεό Ερμή. Βρέθηκε στην Πομπηία. Τα
κουδούνια που λείπουν ήταν προσαρτημένα στις άκρες των πλευρικών ανδρικών
αιδοίων.
[1] tintinnabulum > tintinnabula, tintinábulo, tintinnum:
Κουδουνίστρα, που λειτουργούσε από τον άνεμο. Αποτελείτο από πολλές καμπάνες,
που συνδέονταν με μια ενιαία κατασκευή. Ήταν δηλ. «μουσικά μενταγιόν». Επειδή
έβγαζαν ήχο, ελέγοντο και μελωδοί. Συχνά απεικονιζόταν ως ιθυφαλλική – τότε λέγονταν
fascinus(*) – μια μαγική-θρησκευτική φιγούρα, της οποίας το καθήκον ήταν να
απομακρύνει το «κακό μάτι», να φέρει τύχη και ευημερία, αλλά και να θεραπεύει
τους αρρώστους, να κατευνάζει τον θυμό των θεών, κ.ά.
Έχει την προέλευσή του
στις μυστηριώδεις θρησκείες τις αφιερωμένες στον Μίθρα ή στον Διόνυσο.
Τέτοια βρέθηκαν σε ιερά,
που υποδεικνύουν την θρησκευτική τους χρήση. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης στον Ναό
του Βροντερού Διός, στον λόφο του Καπιτωλίου.
Πολυφαλλικό tintinnabula. |
Συχνά το fascinus ήταν
εξοπλισμένο με πόδια που έμοιαζαν με ζώα, παραπέμποντας στον θεό Πάνα των
Αρκάδων, πρώτων οικιστών της ιταλικής χερσονήσου, γεγονός που αύξανε την
αποτελεσματικότητά του.
Ερωτική σκηνή του Πανός με κατσίκα. |
Τα tintinnabula τα κρεμούσαν
στο κατώφλι των σπιτιών και μπροστά από μαγαζιά μαζί με ένα φωτιστικό (λύχνο).
Η φαλλική μορφή, και ο
ήχος από τις καμπάνες (τα κουδουνάκια ή τις κουδούνες), που προκαλεί ο άνεμος,
θεωρούνταν αποτροπαϊκά στοιχεία. – Για τον αποτροπαϊκό ρόλο της καμπάνας ΔΙΑΒΑΣΤΕ
στο τελετουργικό «Καμπάνα, βιβλίο και κερί» της πρώιμης Καθολικής Εκκλησίας. Για
τον ίδιο λόγο φορούσαν κουδούνες και στα βοοειδή – φυσικά και για να εντοπίζουν.
Στον ετρουσκικό κόσμο οι
tintinnabula ήταν εξαιρετικά διακοσμημένες. Στο Δημοτικό Αρχαιολογικό Μουσείο
της Μπολόνια υπάρχει ένα δείγμα, στο οποίο αναπαριστάνονται γυναίκες που κλώθουν,
υφαίνουν και λαναρίζουν το μαλλί.
ΔΕΙΤΕ επίσης: British Museum, n. inv. GR 1856.12-26.1086,
1ου αι. μ.Χ. και n. inv. GR 1814,7-4.1257.
(*) στην νεοελληνική αργκώ φάση = έρωτας, φασώθηκα = έκανα έρωτα. Σχετίζεται με τις φάσεις της Σελήνης, που ανάλογα αυξάνεται και η ερωτική επιθυμία.