Του οικονομολόγου Κυριάκου Βλασιάδη(*),
Η Σινασός της Καππαδοκίας (σημ. Μουσταφάπασα) πριν από την Ανταλλαγή των πληθυσμών
του 1924 είχε περίπου 3.000 Έλληνες κατοίκους και 500 Τούρκους και ήταν ένα από τα 4-5 ελληνόφωνα καππαδοκικά χωριά. Με την ευημερία και τα περίφημα αρχοντικά της, με την
ελληνική γλώσσα, τα σχολεία και τις εκκλησίες
της, με τον πολιτισμό, τα τραγούδια και τους χορούς της, η Σινασός κράτησε ψηλά τον Ελληνισμό και την
Ορθοδοξία μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή. Δικαίως έχει
χαρακτηριστεί από το μεγάλο Ελβετό ιστορικό Ανρύ Γκρεκουάρ ως “εστία ελληνικής Αναγέννησης στην
Καπππαδοκία” και από το Μητροπολίτη Καισαρείας Κλεόβουλο “Όασις
εν ερήμω, Αστήρ εν τω σκότει, Αθήναι εν Μικρά Ασία”.
Στην μουσική
παράδοση της Σινασού περιλαμβάνονται τραγούδια διαφόρων κατηγοριών: Καθαρώς
σινασίτικα – τραγούδια με ξένο ποιητικό κείμενο αλλά με
σινασίτικη μουσική – τραγούδια με στίχους και μελωδία ξένα αλλά με
σινασίτικο ύφος – τραγούδια του γάμου – παιδικά – σκωπτικά, κ.ά. Ανάμεσά τους και παραλογές και πολλά
ακριτικά, μια και η Καππαδοκία ήταν κατ’ εξοχήν ακριτική περιοχή στα
ανατολικά σύνορα του Βυζαντίου.
Το πάνω βήμα
πάρτηκεν,
το κατ’
αποκοιμάται,
το μεσακό
εστράγγισεν,
παιδιά μ’ ΄πάρτην
η πόλη…
Το
παραπάνω σινασίτικο τραγούδι αναφέρεται
στο πραγματικό γεγονός της Άλωσης ενός τριώροφου κρησφύγετου που βρίσκεται στη
Βραχτή, πολύ κοντά στη Σινασό, και
το οποίο μετετράπη αργότερα στην λαξευτή εκκλησία του Αγ. Βασιλείου (σήμερα είναι τουριστικό αξιοθέατο). Το τραγούδι έχει καταγραφεί και με κάπως διαφορετικούς
στίχους: Η πάνω βίγλα πάρτηκεν…
Αξιοσημείωτο είναι ότι όλα τα τραγούδια διασώζονται σε καθαρή ελληνική
γλώσσα, πράγμα που φανερώνει ότι στη Σινασό μιλούσαν και τραγουδούσαν στα
ελληνικά από πολύ παλιά. Όπως το πολύστιχο «Ακρίτης κάστρον έκτισε», που
τραγουδιέται σαν το γνωστό «Άγιε μ’ άη-Γιώργ’»:
Ακρίτης κάστρον έκτισε, χάρος να μην τον εύρει
διπλούν, τριπλούν το έκτισε, σιδεροκαρφωμένο
εγύρισε και τράνησε (κοίταξε), χάρος τον παραστέκνει,
καλώς ήρθες, άη Χάρε μου, έλα ας φάμ΄ κι΄ ας πιούμε.
εγώ δεν ήρτα για φαΐ, και για πιοτό δεν ήρτα,
ήρτα για τον Ακρίτη σου να πάρω την ψυχή του…
Στο επόμενο, «Εβράδυν’ παληοβράδυν», ο ήρωας βρίσκει το θάνατο, αφού
πρώτα σκότωσε χίλιους «Τούρκους» για το Χριστό και πεντακόσιους για την
Παναγιά:
Εβράδυν παληοβράδυν κι’ όλιος έδυνε
κι ο ώρηος ο Γιαννάκης πάγ’ στο Ξύβουνο
στο Ξύβουνο οπίσω εν’ ένα πεγάδ’
κεί εν ο Γιαννάκης, αχ Γιαννάκη μου,
δομένος, σκοτωμένος κι’ ορεικείμενος
αγγελοσκορπισμένος κι’ αναγνώριστος…
Για τη γνωστή παραλογή «Του νεκρού αδελφού» διχάζονται οι γνώμες όσον
αφορά στον τόπο καταγωγής του τραγουδιού. Η παραλλαγή της Σινασού είναι η
πιστότερη και η πληρέστερη:
Μάννα με τέσσερα παιδιά και μία θυγατέρα
την κόρη της εγκύρεψαν κάτω μακρά στα ξένα,
τ’ άλλα παιδιά δε θέλησαν, κι ο Κωνσταντής μόν’ θέλει.
Ας δώσουμε την αδελφήμ’ κάτω μακρά στα ξένα
και όταν πάμ’ στην ξενητειά να μην είμαστε ξένοι…
Το «Αμαζών Σινασίτις κατά Σαρακηνών πολεμούσα» πρέπει να είναι
πολύ παλιό, δηλαδή προ του 1700, και είναι καθαρά σινασίτικο, αφού περιέχει
αρκετές λέξεις από σινασίτικο γλωσσικό ιδίωμα, όπως: ζωνούτον, κώλανεν,
ζωστρίτζα, καβαλίκευσεν, παγαίνει, κλώθει, μουλώνεις, απέσω, ήκσαντα, παρτσάδια
κ.ά. Καταγράφηκε στη Σινασό από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Göttingen, Paul
de Lagard, πριν από το 1880.
Αμαζών Σινασίτις κατά Σαρακηνών πολεμούσα
όπου ζωνούτον τα σπαθιά και αντεβάστη λωρίκια
κώλανεν τους Σαρακηνούς, σφάζεν τα μικροπούλια
εκώλησεν εκώλησεν, ψηλό βουνό ανέβη
έστηξε το μισράχι της, κρέμασε το σπαθί της
έλυσε τη ζωστρίτζα του και να καλοκαθίσει…
Σινασίτικο είναι και το «Κάτω στον Άη Γιάννη τον Θεολόγο» -βέβαια το
θέμα του είναι κοινό στον ελλαδικό χώρο-, γιατί ο Αη Γιάννης ο Θεολόγος είναι
σκαλιστό ξωκκλήσι-κρησφύγετο στη Σινασό.
Κάτω στον Άη Γιάννη τον Θεολόγο,
πολλά κάστρα ντελάστα μικρά μεγάλα
σαν του Μαρούς το κάστρο, κάστρο δεν είδια…
Όλα τα παραπάνω τραγούδια, και όχι μόνο αυτά, έχουν ιστορία αιώνων, που σημαίνει
ότι από παλιά στη Σινασό μιλούσαν και τραγουδούσαν στα ελληνικά. Υπάρχουν βέβαια
και νεότερα τραγούδια, άλλα επιτόπια και άλλα εισαγόμενα, τα οποία οι Σινασίτες
τα τραγουδούσαν μέχρι την Ανταλλαγή του ’24 και τα χόρευαν με τους αρχαίους
κύκλιους χορούς, αλλά και αργότερα, σαν πρόσφυγες στα γλέντια και στις
συναθροίσεις τους.
(*) Ο οικονομολόγος Κυριάκος Βλασιάδης, γόνος προσφύγων από την Σινασό. Έχει πολύχρονες έρευνες για τον πολιτισμό και τη μουσικοχορευτική παράδοση της
Σινασού και σχετικό συγγραφικό έργο. Δίδαξε και παρουσίασε τραγούδια και χορούς
της Σινασού σε συλλόγους, πολιτιστικές εκδηλώσεις, τηλεοπτικές εκπομπές,
συνέδρια, σεμινάρια κλπ. Για το θέμα του παρόντος άρθρου βλ. περισσότερα στη
μελέτη του Τραγούδια και Χοροί από τη Σινασό της Καππαδοκίας, Ερευνητικό
Κέντρο Ελληνικού Τραγουδηματος, Αθήνα 2011, και στο άρθρο
του «H ελληνόφωνη Σινασός της Καππαδοκίας και το γλωσσικό της ιδίωμα»,
Μικρασιατική Σπίθα, 17 (Σέρρες 2012), 101-116.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 14.3.2023.