Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

14.2 C
Athens
Παρασκευή, 5 Δεκεμβρίου, 2025

Θέαμα οι τρεις αρκούδες στο Άλσος Παγκρατίου!

Στα χρόνια της δεκαετίας του 1960 στο Παγκρατι, στο «σκασιαρχείο», όταν οι κινηματογράφοι ήταν κλειστοί, «αλητεύαμε» στον προσφιλή μας, με τις λιμνούλες και πάπιες, Εθνικό Κήπο και ενίοτε και στο Αλσάκι Παγκρατίου, απέναντι από το Γυμνάσιό μας, το Ζ’ Αρρένων Παγκρατίου.

Θυμάμαι που ρωτούσαμε, τι ρόλο έπαιζαν, περιφραγμένα κλουβιά σε μεγάλους λάκκους μέσα στο πάρκο. Θυμάμαι που άλλος έλεγε το μακρύ του και άλλος το κοντό του, μέχρι και Ρωμαϊκές Αρένες Μονομάχων λέγανε πως ήταν…

Πέρασαν 60 χρόνια και προκλήθηκα από τον συμμαθητή μου να ψάξω στο διαδίκτυο μήπως και βρω κάτι σχετικό για αυτά τα κλουβιά… Μετά από αρκετό ψάξιμο βρήκα, ότι τα παλιά χρόνια, αυτοί οι εγκαταλελειμμένοι ημιυπόγειοι χώροι, ήταν χώροι εγκλεισμού αρκούδων προς τέρψη των Αθηναίων.

Παραθέτω κείμενο από την ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΣΚΡΙΠ» της Δευτέρας, 22ας Μαΐου 1939:

ΜΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΟΨΙΣ ΤΗΣ…. ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΚΟΥΔΕΣ ΤΟΥ ΑΛΣΟΥΣ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΥ

Απ’ ἐδῶ κι’ ἕνα μήνα περίπου το Παγκράτι παριστάνει τα Καρπάθια καὶ τὰ Πυρηναία. Έχει αρκούδες, μέσα εἰς τὸ δάσος του, τὸ γνωστὸν «ἄλσος», φωλιάζουν τρία ἀπὸ τὰ θηρία αὐτά. Εἶνε ἡ τελευταία άτραξιόν τοῦ πάρκου. «Αλλοτε το Παγκράτι είχε ἀρκοῦδες ἀπ᾽ ἔξω, στα πρόθυρά του. Κι’ ἂν δὲν εἶχε ἀρκοῦδες εἶχε λύκους κι’ ἀλεπούδες. Δέκα λεπτά ἔξω ἀπὸ τὸ κέντρο τῆς συνοικίας υπάρχει το γνωστὸ Αλεποβοῦνι.

Καὶ γύρω ἀπὸ τον Προφήτη Ηλία ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια ἐκυνηγοῦσαν λαγούς. Τώρα στην ίδια θέση χτίζονται πολυκατοικίες. Ορμητικὸς ἔπνευσεν ὁ ἄνεμος τοῦ συγχρονισμοῦ ἐπὶ τῶν Αθηνῶν κι’ άλλαξε κέντρα καὶ ἀπόκεντρα, συνοικίες και πάρκα. Το πάρκο τοῦ Παγκρατίου, που φιλοξενούσε μέχρι πρὸ ὀλίγων ἐτῶν ἀλῆτες καὶ κακοποιούς, που ήτανε πνιγμένο στὴν ἄγρια βλάστησι, ἔγινε μέσα σε δυό χρόνια τὸ πάρκο της μόδας, ένα κομμάτι πρασίνου ὑποδειγματικό. Έκαθαρίστηκε, ἐστρώθηκε, ἐφυτεύθηκε, διωρθώθηκε, εστολίσθηκε. Ἀπέκτησε φανοστάτας και δρόμους, παρτέρια και λουλούδια, λίμνες και παιδικά παιγνίδια, πάπιες, περιστέρια, πέρδικες, παγώνια και τελευταίως ἐπλουτίσθη καὶ μὲ τρεῖς ἀντιπροσώπους τῆς ζούγκλας. Πλάι από τη μικρή λιμνούλα τὴν ὁποίαν διασχίζουν πρωί και απόγευμα οι λιλιπούτειοι στόλοι τοῦ παιδοκόσμου, ἀνοίχτηκε σε τρία μέτρα βάθος μια μεγάλη χαβούζα, κάτι ανάλογο με τὸν λάκκον τῶν λεόντων, μέσα εἰς ἣν ἐγκατεστάθησαν τρεῖς ἀρκούδες τῆς Ἀφρικῆς.

Παγκράτι, 1925. Συμβολή οδών Ευτυχίδου και Σπ. Μερκούρη. Αριστερά το Άλσος Παγκρατίου. Πλανόδιοι έμποροι, κάρα, γαϊδουράκια, και πλήθος κόσμου, με πάγκους μικροπωλητών – προφανώς λαϊκή πανήγυρις. – ΠΗΓΗ φωτ.: Η Αθήνα του 19ου και 20ου αιώνα / Athens photo gallery.

Τις ἔστειλε κάποιος ομογενής στον κ. Κοτζιᾶ[2] καὶ ἐκεῖνος τίς ἐχάρισε στο πάρκο. Καὶ ὁ κόσμος τοῦ Αλσους, παιδιά, παραμάνες, κυρίες, συνταξιούχοι, εὑρῆκαν δουλειά! ᾿Απὸ τὴν ἡμέρα που άνοιξε το θηριοτροφεῖον, τὸ ἄλσος ἔχει άγριες πιένες. Μικροί και μεγάλοι μαζεύονται γύρω από το πελώριο, σκαμμένο κλουβί καὶ κάνουν χάζι μὲ τοὺς μαλλιαρούς εγκλείστους. εἶνε τρεις. δύο αρσενικές καὶ μία θηλυκή, μικρὲς ἀκόμη, ήλικίας ενός χρόνου καὶ μισοῦ, ανοιχτοῦ καστανού χρώματος, στο μποϊ μεγάλου μαντροσκύλου. Το κυκλικό κλουβί τους, διαμέτρου οχτώ περίπου μέτρων, στρωμένα μὲ τσιμέντο, τους παρέχει ἀρκετό χώρο να γυρίζουν. Σε μιαν άκρη το μπάνιο, μια γούρνα με νερό, τις περιμένει πάντοτε γεμάτο, Κι’ ἄν τυχόν πλήξουν μὲ τοὺς ἁπλούς περιπάτους μέσα στον περιωρισμένο αὐτὸ χῶρο, ἔχουν κι ἕνα εἶδος δένδρον, ένα κορμό, κολοβωμένον καὶ ξηρόν, φυτευμένον ἐπίτηδες, μέσα στη μέση τῆς αὐλῆς των, γιὰ νὰ σκαρφαλώνουν ἐπάνω. Εκτός από το μεγάλο ἀσκέπαστο προαύλιο που εἶνε νὰ ποῦμε τὸ… ἀτελιέ – σαλόνι τους, ὁ χῶρος τῶν ἐπιδείξεών των, ἔχουν καὶ τὸ ιδιαίτερο τους διαμέρισμα, το δωμάτιο τοῦ ὕπνου, ὅπου ἀποσύρονται γιὰ νὰ κοιμηθοῦν καί γιά να λύσουν τις διαφορές τους. Συχνὰ ἀκούει κανείς μουγκρίσματα ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὸ ἄντρον αὐτό, καὶ δείχνουν πῶς οἱ ἀρκοῦδες μαλλώνουν ἢ χαριεντίζονται μὲ τὸν τρόπο τους. Εκεί μέσα δεν μπαίνει κανείς, ὅταν εἶνε οἱ ἀρκοῦδες, γιατί υπάρχει φόβος. Ἐὰν ἔλθῃ ὄρεξι σε καμμιά αρκούδα νὰ τοῦ ἐπιτεθῇ δὲν θὰ ἔχῃ τὴν ἀπαιτούμενη άπλα γιὰ νὰ τρέξῃ καὶ νὰ ξεφύγῃ. Μ. όλα ταῦτα, οἱ ἀρκοῦδες ἐπὶ τοῦ παρόντος τοὐλάχιστον, δὲν εἶνε καὶ τόσον ἐπιθετικές.

Δυό φορές μόνον ἕως τώρα στο διάστημα τοῦ μηνός ἐδοκίμασαν νὰ δαγκώσουν το φύλακά τους, ὁ ὁποῖος σημειωτέον κυκλοφορεῖ ἐλεύθερα μέσα εἰς τὸ μεγάλο άνοιχτό διαμέρισμα τοῦ περιφράγματος καθώς καὶ μέσα στο συνεχόμενο μικρότερο ποὺ εἶνε πλάϊ ἀπὸ τὴ σπηλιά. Πάντως για καλὸ καὶ γιὰ κακό υπάρχουν πόρτες σιδερένιες ποὺ ἀπομονώνουν κάθε διαμέρισμα, πόρτες ποὺ ἀνοιγοκλείνουν με στρόφαλο ἀπὸ πάνω (ἀπ’ έξω) κι έτσι μπορεί κανείς, ὅ,τι ώρα θέλει, να περιορίσῃ τὶς ἀρκοῦδες στὴ μιὰ κάμαρα και να καθαρίσῃ τὶς ἄλλες.

Πραγματικῶς ὅλα τὰ διαμερίσματα εἶνε πολύ καθαρὰ καὶ δὲν βλέπει κανείς ἐκεῖ παρὰ μόνον μερικά σκόρπια μῆλα, ποὺ ἐπερίσεψαν ἀπὸ τὸ γεῦμα ἢ ἀπό τό πρόγευμα, τῶν θηρίων.

Τὰ μῆλα καὶ οἱ καρποί γενικῶς εἶνε ἡ κυρία τους τροφή. Δὲν τοὺς δίνουν παρά μόνον καρποὺς καὶ ψωμί, και συντηροῦνται θαυμάσια με αυτά τα δύο είδη μόνον. Τρῶνε ὅμως όχι λίγο σχεδόν δυὸ ὀκάδες μῆλα κι’ άλλο τόσο ψωμί, ἡ κάθε μία, τὴν ἡμέρα, Κρέας δὲν τοὺς δινουν καθόλου. Όχι διότι δὲν τὸ γουστάρουν αλλά διότι το κρέας τὶς ἐξαγριώνει καὶ εἶνε πιθανὸν ἡ χρῆσις του νὰ ἔχῃ δυσαρέστους συνεπείας διά τό κρέας τοῦ φύλακος. Τα γεύματά τους δίδονται εἰς ὡρισμένες ώρες, τρεῖς φορὲς τὴν ἡμέρα, πρωί, μεσημέρι, βράδυ, υπάρχει όμως πάντοτε ἀρκετό φαγητό μπροστά τους – μῆλα σκορπισμένα χάμου – ώστε ὅποια ώρα ἐπιθυμήσουν έχουν πρόχειρο το φαΐ. Από ἀπόψεως λοιπόν διατροφῆς ἔχουν λύσει το πρόβλημα. ‘Αλλὰ καὶ κατὰ τὰ ἄλλα δὲν κακοπερνοῦν. Ο,τι ὥρα θέλουν κοιμούνται, ὅ,τι ώρα θέλουν παίζουν, ὅ,τι ώρα θέλουν πέρνουν το μπάνιο τους ἢ βγαίνουν στην αὐλὴ καὶ δέχονται ἐπισκέψεις, ἐξ ἀποστάσεως ἐννοεῖται καὶ με μὲ τὴν μεσολάβησιν τοῦ κιγκλιδώματος.

Αναρίθμητοι εἶνε οἱ ἐπισκέπται των, ὅλο τὸ Παγκράτι και ἄλλοι ἀπὸ πιό μακρυά, μικροί, μεγάλοι, ἄνδρες, γυναϊκες, μωρά. Εἶνε περίεργη ή έλξις που έχουν πάντοτε επάνω μας τὰ θηρία, τό ἐνδιαφέρον που παρουσιάζουν ὡς θέαμα, ὡς φύσις ζωντανή. Δέκα φορὲς νὰ ἰδῇς, νὰ περιεργασθῇς ένα θηρίο, θέλεις πάλι νὰ τὸ ξαναϊδῇς. Δεν ξέρω τι συμβαίνει μέσα μας, μά τα θηρία κατορθώνουν πάντοτε να τραβούν τα βλέμματά μας. Τα θηρία καὶ οἱ γυναῖκες. Καὶ τα φαινόμενα.

Ειδικώς ή αρκούδα εἶν’ ἕνα πολύ ενδιαφέρον ζῶον. Ἔχει κάτι τὸ ἐπιβλητικό καὶ τὸ περίεργο, τὸ ἄγριο και το ήμερο μαζί, τριγωνικό κεφάλι, σῶμα μεγάλο, μαλλιαρό, χωρὶς οὐρά κινήσεις που θυμίζουν τις κινήσεις τοῦ ἀνθρώπου, φωνὴ τρομερή, βλέμμα σοβαρό καὶ ἀδυσώπητο, βῆμα βαρύ και σάν μοιραίο… ‘Απάνω της πάντα υπάρχει κάτι το συγκρατημένο και το καρτερικό, κάτι τὸ περίεργο καὶ ἀντιφατικό, κάτι τὸ παράξενο καὶ μυστικιστικό. Εξημερώνεται καὶ ὅμως εἶνε πάντα άγρια, παίζει σαν γατάκι καὶ όμως εἶν᾿ ἕτοιμη να ορμήση εναντίον οιουδήποτε, είνε[1] δυνατή καὶ δὲν τὸ δείχνει καθόλου κι χει πάντα μιὰν ἔκφρασι σὰν νὰ σκέπτεται και σὰν νὰ κρύβη τους στοχασμούς της.

Μικρές τώρα καθώς εἶν’ αύτὲς ἐδῶ, περνοῦν τὴν ὥρα τους ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον με παιγνίδια. Παίζουν μεταξύ τους, ἀγκαλιάζονται σὰν νὰ παλεύουν, ξαπλώνονται χάμου τεντωτές, ξύνονται στους τοίχους, σηκώνονται στα πισινά τους πόδια, ανακλαδίζονται και γλύφουν τα πόδια τους σαν γάτες. Και καθε λίγο και λιγάκι τσουπ και μα μια βουτιά μέσα στη γούρνα. Θα πέρνουν έως σαράντα μπάνια τὴν ἡμέρα, μπαίνουν και βγαίνουν, δὲν κάνουν άλλη δουλειά. Ο κόσμος τις παρακολουθεῖ καὶ διασκεδάζει. «Πέσε Μάρκο, πέσε!», φωνάζουν τα παιδιά στην πιο μεγάλη, ὅταν την βλέπουν να ζυγώνῃ στὴν γούρνα. Κι ο Μάρκος πέφτει στο νερό, ὄχι διότι ἀκούει την σύσταση, ἀλλά διότι τοῦ γουστάρει. Βουτάει, πλέει, ἀναποδογυρίζει, πλένει μὲ τὰ χέρια του τὰ μοῦτρα του σὰν ἄνθρωπος, παίζει μὲ τὰ νερά σαν γλάρος. Καὶ τὰ παιδιά γελοῦν καὶ χειροκροτοῦν. Επειτα βγαίνει από το νερό, τινάζεται, κάνει δυο τρεις βόλτες τροχάδην καὶ ἀποσύρεται.

Οἱ ἄλλες συχνὰ τὸν ἀκολουθοῦν, καὶ ἐξαφανίζονται μαζί του εἰς τὸ βάθος τῆς σπηλιάς. Γιὰ ἀρκετή ὥρα δὲν τὶς βλέπει πιά κανείς. Έπειτα γάτες πάλι, νέα εμφάνισις, καὶ τὸ νοστιμώτερο είνε ὅτι ἡ ἔξοδός των συμπίπτει συχνὰ μὲ τὴν ὥραν τῆς κοσμοσυρροής. θὰ ἐνόμιζε κανείς πὼς τὸ κάνουν ἐξεπίτηδες. Πώς περιμένουν πρῶτα να μαζευτή ὁ κόσμος γιὰ νὰ κάμουν τὴν ἐμφάνιση τους. Καὶ παρουσιάζονται πάντοτε με αρκετή πόζα, καμαρωτές- καμαρωτές, ή μια πίσω ἀπ’ τὴν ἄλλη, ὅλο ἐπίδειξη, σαν μανεκέν… Χωρίς άλλο καταλαβαίνουν το σουξέ που χουν…

ΠΗΓΗ: Θ.Π. (αρχικά γράφοντος), εφημ. «Σκριπ», 22.5.1938 (σελ. 2). Αναδημοσίευση blog nikos commentator. Ψηφιακή Απόδοση, Σ. Θ. Μητρόπουλος. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 26.9.2025.

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:

[1] Προπολεμικώς: εἶνε = είναι.

[2] Ο Κ. ΚΟΤΖΙΑΣ διετέλεσε δήμαρχος Αθηναίων από 1.4.1934 έως 15.9.1936.

δημοσιο θεαμα αρκουδες στην αθηνα αλσακι αλσος Παγκρατιου δημοσια θεαματα αρκουδα Παγκρατι αθηνων παλαια παλια αθηνα αθηνας ζωολογικος κηπος ζωο ζωα εν αθηναις αθηναι αθηνων Αλεποβουνι ΙΝ ιερος ναος Προφητη Ηλια Προφητης Ηλιας κυνηγι λαγων λαγου λαγος 1925 οδος Ευτυχιδου οδος Μερκουρη πλανοδιοι εμποροι, καρο, γαιδαρος ονος παγκος μικροπωλητης λαικη πανηγυρις πανηγυρη λαικο πανηγυρι Προπολεμικη εινε ειναι Προπολεμικα Προπολεμικως ΚΟΤΖΙΑΣ Κοτζιας δημαρχος δημαρχοι Αθηναιων 1934 1936

author avatar
Γιώργος Λεκάκης

Σχετικά Άρθρα

Βρέθηκε άγνωστο είδος ανθρώπου, που ζούσε πριν από 3.500.000 χρόνια! – του Γ. Λεκάκη

Του Γιώργου Λεκάκη Ένα δεύτερο είδος αρχανθρωπου έζησε στο Ρήγμα...

Ήθη και έθιμα της αγίας Βαρβάρας – σχέση με Εκάτη, Δήμητρα και Ήρα – του Γ. Λεκάκη

Του Γιώργου Λεκάκη Η αγία Βαρβάρα εορτάζεται στις 4 Δεκεμβρίου....

Ύμνος του Βαρβάκειου – παρτιτούρα

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 4.1.1996. Συλλογή: Γ. Λεκάκης. υμνος του Βαρβακειου...