Του Δημήτρη Συμεωνίδη
Σύμφωνα με το Λεξικό της Βασιλικής Ισπανικής Ακαδημίας, η λέξη προέρχεται από την ιταλική λέξη scala, και αυτή με την σειρά της από την βυζαντινή ελληνική λέξη σκάλα, που σημαίνει λιμάνι (ή ίσως οικισμός με λιμάνι).
…………………………………………..
ΣΧΟΛΙΟ Γ. Λεκακη:
Το αρχαίο ελληνικό ρήμα σκάλλω σημαίνει ἀνακινῶ, σκάπτω / σκάβω, αλλά και αναζητώ, ερευνώ. Είναι φυσικό λοιπόν, το μέσον με το οποίο ανεβαίνουμε ή κατεβαίνουμε για να ερευνήσουμε κάτι να απεκλήθη σκάλα, ἡ = κλῖμαξ, ἀναβάθρα πλοίου, κτλ. φαίνεται ὅτι σημαίνει τὸν ἀναβολέα (ὡς καὶ νῦν ἔτι). – ΠΗΓΗ: Ἡρόδ. 2.14. Ἀριστ. π. Θαυμασ. 91, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 2.7,5.Πλουτ. Rom. 20.5. Πολυδ. Α΄, 93, Βυζ.· – ἐν Θεοφ. Κοντ. 687. > λατ. scalae, scala > scando = ανεβαίνω.
………………………………………………….
Στα αρχαία ελληνικά η σκάλα λέγεται κλίμαξ.
Αρχαια ελληνικη γραμματεία
- ΑΙΛΙΟΣ ΗΡΩΔΙΑΝΟΣ – Aelius Herodianus et Pseudo-Herodianus Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] e codd. Paris. 2543 + 2570, 67,1: κλίμαξ, ἡ σκάλα, καὶ κλίνεται κλίμακος· κλιμακηδὸν, ἀντὶ τοῦ δίκην κλίμακος.
- ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ – Etymological Guaiacum, 328,47: Κλῖμα, τὸ μέρος, ἡ γωνία, ὁ τόπος, ἐκ τοῦ κλίνω. Κλίμαξ, ἡ σκάλα, διὰ τὸ καλεῖν εἰς μῆκος· ἢ ἀπὸ τοῦ κλίνω γίνεται κλίναξ καὶ κλίμαξ.
- ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΔΑΣ – Suda, Lexicon, 1806,1: Κλιμακόεσσαν: κλίμακα ἔχουσαν ὑψηλήν. Κλίμαξ: ἡ σκάλα.
Η λέξη “σκάλα” προέρχεται από την ιταλική λέξη “scala”, που σημαίνει κλίμακα. Η ιταλική λέξη με την σειρά της προέρχεται από την λατινική λέξη scala, με την ίδια έννοια. Στα ελληνικά, η λέξη σκάλα μπορεί να αναφέρεται τόσο σε μια κατασκευή για ανάβαση και κατάβαση, όσο και σε αποβάθρα ή λιμάνι.
Επίσης, στην ελληνική διάλεκτο της Λευκάδας, η λέξη σκάλα μπορεί να αναφέρεται σε ένα κομμάτι χωραφιού σε πλαγιά, διαμορφωμένο με λιθιές για συγκράτηση του χώματος σύμφωνα με το Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος.
- 1ον σκάλα η:
1α. σύνολο από επίπεδες, οριζόντιες επιφάνειες διευθετημένες κατά ορθή γωνία και σε διαφορετικό ύψος, που χρησιμεύουν στην άνοδο και στην κάθοδο.
1β. φορητή κατασκευή, συνήθ. ξύλινη ή μεταλλική, από δύο κάθετα δοκάρια που συνδέονται με οριζόντια επίπεδα στοιχεία, τα σκαλοπάτια, και με την οποία γίνονται προσιτά σημεία στα οποία δε φτάνει κάποιος.
β. μουσική κλίμακα.
Υποκοριστικό: σκαλίτσα.
2ον σκάλα (η): ενδιάμεσος σταθμός πλοίου, ανάμεσα στο λιμάνι από το οποίο αναχωρεί και το λιμάνι προορισμού, ιχθυόσκαλα, κλπ.
σκαλάθυρμα το: σύντομο και μάλλον πρόχειρο στην σύνθεση επιστημονικό ή λογοτεχνικό κείμενο, ασήμαντη λεπτομέρεια.
Ικρίωμα ή Σκαλωσιά
στα Ιταλικά λέγεται Impalcatura και στα αγγλικά Scaffold
ικρίωμα το:
- 1ον. πρόχειρη εξέδρα από σανίδες, όπου γινόταν η θανατική εκτέλεση καταδίκου (με αποκεφαλισμό, κρεμάλα κτλ.).
- 2ον. σκαλωσιά (για οικοδομικές εργασίες κτλ.).
«Ικρίωμα» είναι η σκαλωσιά που εγκαθίσταται για την σκυροδέτηση μιας οικίας ή γέφυρας κλπ., η σκαλωσιά που τοποθετείται για το σοβάτισμα και βάψιμο ενός κτηρίου, οι λυόμενες κερκίδες ενός γηπέδου ή θεάτρου, τα δικτυώματα ανάρτησης εξοπλισμού φωτισμού σε μια συναυλία.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 19.8.2025.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Λεξικό της Βασιλικής Ισπανικής Ακαδημίας
- Greek lexicon of the Roman and Byzantine periods (from B.C. 146 to A.D. 1100).
- Sophocles E. A. (Evangelinus Apostolides), 1807-1883. Thayer, Joseph Henry, 1828-1901.
- Θησαυρός Ελληνικής Γλώσσας (TLG)
- Dictionary of Standard Modern Greek.
ιταλικη λεξη σκαλα, βυζαντινη ελληνικη ετυμολογια σκαλας ετυμολογια σκαλα λεξης λεξεως αρχαιο ελληνικο ρημα σκαλλω ανακινω σκαπτω / σκαβω, αναζητω, ερευνω ερευνα κλιμαξ, αναβαθρα πλοιου, αναβολεας ηροδοτος αριστελης Θεοφραστος Πλουταρχος Βυζαντιο λατινικα ανεβαινω ιταλια λεξεις βυζαντινα ελληνικα λεξικο Βασιλικη Ισπανικη Ακαδημια λιμανι οικισμος αρχαιο αρχαια ελληνικη γραμματεια ΑΙΛΙΟΣ ΗΡΩΔΙΑΝΟΣ κλιμακα κλιμακηδον, δικην κλιμακος ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ κλιμα, γωνια, τοπος, κλινω καλειν εις μηκος κλινω κλιναξ κλινακα ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΔΑΣ κλιμακοεσσα υψηλη κατασκευη αναβαση καταβαση, αποβαθρα λιμην ελληνικη διαλεκτος Λευκαδας, χωραφι πλαγια λιθια ξερολιθια συγκρατηση χωματος Λευκαδιτικο Γλωσσικο Ιδιωμα λευκαδα λευκας ανοδος καθοδος σκαλοπατια, μουσικη σκαλιτσα ενδιαμεσος σταθμος πλοιο προορισμος ιχθυοσκαλα, σκαλαθυρμα συντομο προχειρο συνθεση επιστημονικο λογοτεχνικο κειμενο ασημαντη λεπτομερεια ικριωμα ακαλωσια ιταλικά αγγλικα εξεδρα σανιδα θανατικη εκτελεση καταδικος αποκεφαλισμος κρεμαλα οικοδομη σκυροδετηση οικια γεφυρα σοβατισμα βαψιμο κτηριο λυομενη κερκιδα γηπεδο θεατρο δικτυωμα αναρτηση εξοπλισμος φωτισμος συναυλιαι σπανια