Η ζωή στην
Ελευσίνα φαίνεται ότι δεν σταμάτησε μετά την παρακμή και το αναγκαστικό
κλείσιμο του αρχαίου Ιερού με τα διατάγματα των βυζαντινών αυτοκρατόρων.
Γνωρίζουμε ότι κατά τους βυζαντινούς χρόνους υπήρχε κατοίκηση στην περιοχή,
κατόπιν ένας φράγκικος πύργος που υπήρχε ως το 1953 στον αρχαιολογικό χώρο μάς
δείχνει ότι και οι Φράγκοι πέρασαν από την Ελευσίνα, ενώ γνωρίζουμε και για το
πέρασμα των Βενετών, οι οποίοι, μάλιστα, είδαν το μεγάλο άγαλμα Κόρης που
έστεκε μονάχο στο ελευσινιακό τοπίο και θέλησαν να το πάρουν, αλλά τελικά δεν
τα κατάφεραν.
Αργότερα, το
άγαλμα αυτό το βλέπουμε στα σχέδια του Βρετανού George Wheler, ο οποίος το 1676
επισκέφθηκε την περιοχή του Ιερού. Ο ίδιος περιγράφει και απεικονίζει την
εγκαταλελειμμένη και έρημη περιοχή γύρω από αυτό.
Το 1801 ένας
άλλος Βρετανός περιηγητής, ο E. D. Clarke, φτάνει στην Ελευσίνα και αποφασίζει
να πάρει μαζί του το άγαλμα της Κόρης.
Πρόκειται
για τη μία από τις δύο κολοσσικές Καρυάτιδες που κοσμούσαν τα Μικρά Προπύλαια
των ρωμαϊκών χρόνων. Ήταν τρεις φορές περίπου το μέγεθος του ανθρώπου, σωζόταν
μέχρι τη μέση, είχε το πρόσωπο φθαρμένο από τις λεηλασίες κι έφερε επάνω στο
κεφάλι ένα κυλινδρικό κουτί, μια «κίστη», διακοσμημένη με στάχυα, ρόδακες και
τελετουργικά αγγεία, τους λεγόμενους «κέρνους» – βλ. Αρρηφόρες.
Για τους
χωρικούς της Ελευσίνας ήταν η «αγία Δήμητρα» που προστάτευε τη γη τους και τους
έδινε καλή σοδειά. – Για την τροπή της θεάς Δήμητρας σε αγία Δήμητρα, κ.ά. επιβιώσεις βλ. Γ. Λεκάκης “Τάματα και αναθήματα”.
Τελικά τα
κατάφερε και το έκλεψε. Στον δρόμο της επιστροφής, σ’ ένα παράξενο παιχνίδι της
τύχης, το πλοίο, στο οποίο ήταν φορτωμένο το άγαλμα, βούλιαξε λίγο έξω από τις
ακτές της Αγγλίας.
Το άγαλμα
ανασύρθηκε και την 1η Ιουλίου 1803 τοποθετήθηκε στο πιο προβεβλημένο σημείο της
Δημόσιας Βιβλιοθήκης στο Μουσείο Fitzwilliam του Cambridge, ενώ η «αδελφή» της
(δεύτερη Καρυάτιδα) εκτίθεται έως και σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο
Ελευσίνας.
ΠΗΓΗ: ΕΦΑ
ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ, ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.3.2022.