Η
σφεντόνα στην ελληνική λογοτεχνία…
σφεντόνα στην ελληνική λογοτεχνία…
Του Γιώργου Λεκάκη
Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έβαλε και τον Χάρο
να βαστά σφεντόνα, αλλά μαύρη… Γράφει στο «Βγήκε ο χάρος να ψαρέψει»[1]:
να βαστά σφεντόνα, αλλά μαύρη… Γράφει στο «Βγήκε ο χάρος να ψαρέψει»[1]:
Με
την μαύρη την σφεντόνα,
την μαύρη την σφεντόνα,
βγήκε
ο Χάρος στα στενά
ο Χάρος στα στενά
για
πιαστείτε χέρι-χέρι,
πιαστείτε χέρι-χέρι,
να
του στήσουμε καρτέρι
του στήσουμε καρτέρι
κι
όποιον πάρει η σφεντονιά…
όποιον πάρει η σφεντονιά…
Ο Γιάννης Ρίτσος στο ποίημά του «Τούτο δεν
είναι πόλεμος»[2]
γράφει για μια περίεργη «κοσμική» σφεντονιά:
είναι πόλεμος»[2]
γράφει για μια περίεργη «κοσμική» σφεντονιά:
Εδώ
τα δέντρα μάχονται μαζί με τους ανέμους,
τα δέντρα μάχονται μαζί με τους ανέμους,
εδώ
βρυχούνται τα βουνά και τα χοντρά κοτρώνια
βρυχούνται τα βουνά και τα χοντρά κοτρώνια
τ’
αστέρια βόλια σφεντονάν και το φεγγάρι μπάλλες…
αστέρια βόλια σφεντονάν και το φεγγάρι μπάλλες…
Στο ποίημά του «Γέλαγε η Μαρία»[3]
ο Λευτέρης Παπαδόπουλος εξιστορεί:
ο Λευτέρης Παπαδόπουλος εξιστορεί:
Κόβαμε
διχάλες απ’ την μυγδαλιά,
διχάλες απ’ την μυγδαλιά,
είχαμε
ρημάξει την φτωχή πλατεία,
ρημάξει την φτωχή πλατεία,
έβαζες
σημάδι γλόμπους και πουλιά
σημάδι γλόμπους και πουλιά
και
του κυρ-Αλέκου την χοντρή κυρία
του κυρ-Αλέκου την χοντρή κυρία
γέλαγε
η Μαρία…
η Μαρία…
Στο ποίημα «Πυρρίχιος»[4],
ο Νίκος Γκάτσος έγραφε:
ο Νίκος Γκάτσος έγραφε:
Μάνα,
μάνα μαυρομάνα
μάνα μαυρομάνα
βάλε
το νερό στην γράνα
το νερό στην γράνα
για
ν’ αρχίσει τον αγώνα
ν’ αρχίσει τον αγώνα
με
κοντάρι και σφεντόνα…
κοντάρι και σφεντόνα…
Αλλά το πιο χαρακτηριστικό ποίημα,
αποκλειστικά γραμμένο για την σφεντόνα είναι το ομότιτλο[5]
του Βασίλη Παπακωνσταντίνου:
αποκλειστικά γραμμένο για την σφεντόνα είναι το ομότιτλο[5]
του Βασίλη Παπακωνσταντίνου:
Σαράντα
χρόνια έφηβος
χρόνια έφηβος
κοντά
μισόν αιώνα
μισόν αιώνα
το
καλοκαίρι άσπριζα,
καλοκαίρι άσπριζα,
μαύριζα
τον χειμώνα.
τον χειμώνα.
Σαράντα
χρόνια ανώριμος
χρόνια ανώριμος
ξεφτίλας
Δον Κιχώτης.
Δον Κιχώτης.
Τώρα
40 χρόνια φρόνιμος
40 χρόνια φρόνιμος
ωραίος
και ιππότης.
και ιππότης.
Γεννήθηκα
σ’ ένα χωριό
σ’ ένα χωριό
Τετάρτη
μεσημέρι.
μεσημέρι.
Γιατρός
δεν με ξεπέταξε
δεν με ξεπέταξε
μα
μιας μαμής το χέρι.
μιας μαμής το χέρι.
Οι
συγγενείς μαζεύτηκαν
συγγενείς μαζεύτηκαν
από
νωρίς στο σπίτι:
νωρίς στο σπίτι:
«Πώς
είναι έτσι το παιδί!
είναι έτσι το παιδί!
Και
τι μεγάλη μύτη!»…
τι μεγάλη μύτη!»…
Νάνι
νάνι το παιδί μας νάνι.
νάνι το παιδί μας νάνι.
Νάνι
νάνι και παρήγγειλα,
νάνι και παρήγγειλα,
νάνι
νάνι στην Πόλη τα προικιά του
νάνι στην Πόλη τα προικιά του
και
τα χρυσαφικά του
τα χρυσαφικά του
τα
παρήγγειλα.
παρήγγειλα.
Νάνι
νάνι κι όπου
νάνι κι όπου
το
πονεί να γειάνει,
πονεί να γειάνει,
νάνι
νάνι,
νάνι,
νάνι
νάνι του.
νάνι του.
Μα
εγώ από τον ύπνο μου
εγώ από τον ύπνο μου
την
έκανα κοπάνα,
έκανα κοπάνα,
τέντωνα
την σφεντόνα μου
την σφεντόνα μου
σημάδευα
αεροπλάνα.
αεροπλάνα.
Και
πάνω στο καλύτερο
πάνω στο καλύτερο
με
ξύπναγαν με βία
ξύπναγαν με βία
για
να μ’ αποκοιμήσουνε
να μ’ αποκοιμήσουνε
δασκάλοι
στα θρανία.
στα θρανία.
Κι
ενώ όλα τα θυμόμουνα
ενώ όλα τα θυμόμουνα
κι
είχα μυαλό ξουράφι,
είχα μυαλό ξουράφι,
να
μεγαλώσω ξέχασα
μεγαλώσω ξέχασα
και
έμεινα στο ράφι.
έμεινα στο ράφι.
Έτσι
για πάντα κράτησα
για πάντα κράτησα
την
παιδική μου εικόνα,
παιδική μου εικόνα,
εκείνου
του αλητάμπουρα
του αλητάμπουρα
που
κράταγε σφεντόνα.
κράταγε σφεντόνα.
Ύπνε
που παίρνεις τα παιδιά,
που παίρνεις τα παιδιά,
έλα
πάρε και τούτο,
πάρε και τούτο,
μικρό-μικρό
σου το `δωσα,
σου το `δωσα,
άρχοντα
φέρε μου το.
φέρε μου το.
Κρύψε
και τη σφεντόνα του,
και τη σφεντόνα του,
φρόνιμο
κάνε μου το…
κάνε μου το…
Παλιέ
μου φίλε, γνώριμε,
μου φίλε, γνώριμε,
συμμαθητή,
θαμώνα,
θαμώνα,
μαζί
μου απόψε έφερα
μου απόψε έφερα
εκείνη
την σφεντόνα.
την σφεντόνα.
Μην
πάει ο νους σου στο κακό,
πάει ο νους σου στο κακό,
πουλιά
δεν θα χτυπήσω.
δεν θα χτυπήσω.
Με
κότσυφες και πέρδικες
κότσυφες και πέρδικες
τι
έχω να χωρίσω;
έχω να χωρίσω;
Τα
παιδικά μας όνειρα
παιδικά μας όνειρα
θα
σας εκσφενδονίσω,
σας εκσφενδονίσω,
με
χρώματα και μουσικές
χρώματα και μουσικές
θα
σας τα τραγουδήσω.
σας τα τραγουδήσω.
Παλιέ
μου φίλε, γνώριμε,
μου φίλε, γνώριμε,
συμμαθητή,
θαμώνα,
θαμώνα,
απόψε
που βρεθήκαμε,
που βρεθήκαμε,
σου
δίνω τη σφεντόνα.
δίνω τη σφεντόνα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Το μελοποίησε ο Γιάννης
Παπαϊωάννου και το ερμήνευσαν ο Στέλιος Καζαντζίδης (1953), ο Γιάννης
Παπαϊωάννου, η Βίκυ Μοσχολιού, κ.ά.
Παπαϊωάννου και το ερμήνευσαν ο Στέλιος Καζαντζίδης (1953), ο Γιάννης
Παπαϊωάννου, η Βίκυ Μοσχολιού, κ.ά.
[2] Το μελοποίησε ο Γιώργος Κοτσώνης και
το ερμήνευσαν ο Κώστας Καμένος και η Σάνια Κρυστάλλη, το 1975.
το ερμήνευσαν ο Κώστας Καμένος και η Σάνια Κρυστάλλη, το 1975.
[4] Το
μελοποίησε ο Γιώργος Χατζηνάσιος και το ερμήνευσε η Νανά Μούσχουρη (1985).
μελοποίησε ο Γιώργος Χατζηνάσιος και το ερμήνευσε η Νανά Μούσχουρη (1985).
ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ: ΣΦΕΝΤΟΝΑ, ΣΦΕΝΔΟΝΑ, ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΙΓΝΙΔΙΑ, ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΑΡΟΣ, ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ, ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ, ΜΟΣΧΟΛΙΟΥ, ΚΟΤΣΩΝΗΣ, ΡΙΤΣΟΣ, ΚΑΜΕΝΟΣ, ΚΡΥΣΤΑΛΛΗ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΠΛΕΣΣΑΣ, ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΝΑΣΙΟΣ, ΓΚΑΤΣΟΣ, ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ, ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ