Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

22.1 C
Athens
Τετάρτη, 26 Μαρτίου, 2025

Το μικρονήσι ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ (Θήρας) από την ΠΡΩΤΟΚΥΚΛΑΔΙΚΗ ΕΠΟΧΗ έως σήμερα – του Ν. Βερνίκου

ΣΥΜΒΟΛΗ στην ΜΕΛΕΤΗ της ΜΙΚΡΟΝΗΣΙΔΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ (Θήρας)

από την ΠΡΩΤΟΚΥΚΛΑΔΙΚΗ ΕΠΟΧΗ έως σήμερα

CONTRIBUTION TO THE STUDY OF THE ISLET CHRISTIANA (Santorini)

FROM THE PROTOCYCLADIC PERIOD TO THIS DAY

Του Νικόλα Βερνίκου, ομοτίμου καθηγητή Πανεπιστημίου Αιγαίου,

Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας

Είχαμε την ευκαιρία να επισκεφθούμε την νησίδα Χριστιανή (Σαντορίνη) στις 15-16 Ιουλίου 1983. Περιτρέξαμε ένα μόνο της τμήμα δύο φορές, σε συνολικό χρόνο δέκα ωρών και εντοπίσαμε πολλά επιφανειακά όστρακα και οψιανούς. Στη συνέχεια, μελετήσαμε τα ευρήματα και αναζητήσαμε την βιβλιογραφία που σχετί- ζεται με το συγκρότημα των τριών νησίδων Χριστιανή, Ασκανία και Εσχάτη, που είναι γνωστές ως Χριστιανά.

Η πρώτη εντύπωση από το καλλιεργημένο τμήμα του νησιού που είδαμε, ήταν ότι η επιφάνεια του καλύπτονταν από φρύγανα, με έντονη παρουσία θυμαριού, τα οποία είχαν καταλάβει τις παλαιότερα καλλιεργημένες εκτάσεις, οι οποίες δεν εί- χαν καλυφθεί από ηφαιστειακή άσπα1. Και οι δορυφορικές φωτογραφίες, άλλωστε, δείχνουν περιορισμένες λευκές ζώνες σε ορισμένες αναβαθμίδες στις πλαγιές.

Στην επιφάνεια συναντήσαμε, όπως είπαμε, ένα μεγάλο αριθμό κεραμικών θραυσμάτων και οστράκων διαφόρων εποχών, όπως και ένα σημαντικό πλήθος από μικρά κομμάτια και απολεπίσματα οψιανού της Μήλου, για τα οποία θα μιλήσουμε στη συνέχεια.

Από την αφθονία των υλικών συμπεράναμε ότι η παρουσία του προϊστορικού ανθρώπου πάνω στη νησίδα πρέπει να ήταν πυκνή και παλαιά. Στη συνέχεια μάθαμε πως η νησίδα Χριστιανή ήταν, στη δεκαετία του 1970, γνωστή στους αρχαιολόγους, από τα Πρωτοκυκλαδικά αγγεία που συνέλεξε στην παραλία ο Κωνσταντίνος Τσάκος, το 1976, και στη συνέχεια δημοσίευσε ο Χρ. Ντούμας2, μετά από επιτόπια έρευνα στη νησίδα τον Ιούλιο του 1976. Τα αγγεία είχε τυχαία ανακαλύψει στην παραλία ο Αμερικανός Edward Loring, ο οποίος και ειδοποίησε τις ελληνικές αρχές και τον Κωνσταντίνο Τσάκο.

Παρατηρήσαμε μάλιστα (στις 15/7/1983), πως μια είχε γίνει μια πρόχειρη ανασκαφική έρευνα που είχε αφήσει ένα ορθογώνιο όρυγμα μικρού βάθους. Πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα για την έρευνα του Χαράλαμπου Σιγάλα το 1981. Στα τοιχώματα της ανασκαφής είδαμε μικρές λεπίδες οψιανού και διαπιστώσαμε πως δεν υπήρχε εμφανές στρώμα κίσσηρης (ελαφρόπετρας) από την έκρηξή του ηφαιστείου της Σαντορίνης. Στην ηφαιστειακή «άσπα», που αυξάνει την γονιμότητα του εδάφους, αναφέρεται όμως συστηματικά, όπως θα δούμε, ο πρώην ιδιοκτήτης της νησίδας Δε Κιγάλας.

…………………………….

1 Άσπα: ονομάζεται η τέφρα που δημιουργήθηκε από την αρχαία ηφαιστειακή έκρηξη στη Σαντορίνη, η λέξη που επιβιώνει στη καθομιλουμένη γλώσσα της Σαντορίνης..

2 Χ. Ντούμας, 1976, «Πρωτοκυκλαδική κεραμεική από τα Χριστιανά Θήρας», Αρχαιολο- γική Εφημερίς, τόμος 116.

………………………………

Στο σημείο αυτό πρέπει να προσθέσουμε την αναφορά του Αντώνη Τσαντήλα, ο οποίος στην εργασία του 2017, που έχει αναρτηθεί στο διαδίκτυο γράφει «Η Μεγάλη Χριστιανή Νησί 15 χλμ. ΝΔ της Θήρας. Εντοπίσθηκε φρεατοειδής λιθόκτιστη κατασκευή, η οποία μπορεί να λειτουργούσε ως σιλό. Η κατασκευή περιείχε ολόκληρα αγγεία (ρομφόσχημες πρόχους, κρατηρίσκους, ανοιχτές φιάλες, σφαιρικού ή κωνικού σχήματος, απιόσχημο αγγείο) και όστρακα αποθηκευτικών σκευών του τέ- λους της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ περιόδου, σύγχρονα της «ομάδας του Καστρίου». Οικισμός με περίοδο ακμής την πρώιμη φάση της ΠΚ ΙΙΙ (2300-2000). Ανασκαφές: o Τσάκος το 1966 και ο Χ. Σιγάλας το 1981.». [Βλ. στη συνέχεια παραθέτουμε την αναλυτική περιγραφή του Τσαντήλα.)

Την φρεατοειδή αυτή λιθόκτιστη κατασκευή3 δεν είχαμε εμείς την ευκαιρία να δούμε, έχουμε όμως ενδείξεις ότι ο Edward Loring είδε τα αγγεία σε σημείο κοντά στην παραλία στο μέρος όπου καταλήγει μια απορροή βρόχινων. Εκεί κοντά έγινε και το ναυάγιο που μας έφερε στο νησί, το καλοκαίρι του 1983. Χριστιανή (16.5.2020) φαίνονται εκτός από την εκτεταμένη ζώνη καλλιεργειών και δύο άλλες περιοχές με αναβαθμίδες (a, b) στις βόρειες πλαγιές.

3 Αντώνης Τσαντήλας, εργασία στο μάθημα: Το νησιωτικό Αιγαίο κατά την 3η xιλιετία π.Χ, «Η Θήρα κατά την 3η Χιλιετία», Επιβλέπων καθηγητής: Ανδρέας Βλαχόπουλος. https://docplayer.gr/48339797-I-thira-kata-tin-3i-hilietia.html παρατηρήσαμε πως στο δια- δίκτυο δεν υπάρχουν ουσιαστικά στοιχεία για τα προϊστορικά αυτά ευρήματα της Χριστιανής (επίσκεψη 4/2022).

Στα εικοσιπέντε χρόνια που ακολούθησαν (1985-2010) αρκετές διαδικτυακές αναρτήσεις μας έδωσαν πολλές φωτογραφίες από το νησί και ορισμένες οικολογικές πληροφορίες, χωρίς όμως να αντιμετωπίζουν το γεγονός ότι η έκρηξη του ηφαιστείου δεν φαίνεται να είχε καλύψει τις νησίδες. Το 2013, εξ άλλου, ο Αντώνης Καραμολέγκος, εξέδωσε στις εκδόσεις Καλλίστη, το βιβλίο «Βραχονησίδες Χριστιανά» που συμπληρώνει τη συλλογή φωτογραφιών της Χριστιανής και δίνει μερικές πρόσθετες εθνογραφικές πληροφορίες. Το βιβλίο και τις εικόνες ανέδειξε στη συνέχεια, ο Γιάννης Αργυρός στις ιστοσελίδες του http://giannisargyros.blog- spot.com.

Γενικά γεωγραφικά στοιχεία.

Στίγμα: πλάτος 36ο 14΄52. 59΄΄ Ν μήκος 25ο 12΄23. 08΄΄ Ε (Google)

Το συγκρότημα των νησίδων Χριστιανών αποτελείται, όπως είπαμε, από τρία μικρά νησιά (βλ. χάρτη του Αγγλικού ναυαρχείου και δορυφορικές εικόνες), το βορειότερο και μεγαλύτερο από τα οποία ονομάζεται Χριστιανή.4

Η Χριστιανή βρίσκεται σε απόσταση 9 ναυτικών μιλίων νοτιοδυτικά του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης,5 γεγονός που καθιστά αξιοπρόσεκτο, όπως είπαμε, το ότι δεν είχε καλυφθεί από την ηφαιστειακή άσπα, και γεννά ερωτηματικά.

Οι ακτές της είναι κάθετες με απότομους βράχους και είναι προσβάσιμη σήμερα από δύο κυρίως σημεία (ενδείξεις Α και Β του χάρτη), όπου καταλήγουν άλλωστε και οι απορροές των βρόχινων νερών από τα πλατώματα. Υπενθυμίζουμε πως η επιφάνεια της θάλασσας ήταν αρκετά χαμηλότερη σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους και πρέπει απαραίτητα να λαμβάνεται υπόψη στις αρχαιολογικές μελέτες. Θα δούμε στη συνέχεια ορισμένους διαχρονικούς χάρτες που απεικονίζουν τις νησίδες σε παλαιότερες προϊστορικές περιόδους.

………………………..

4 Η ορθή ονομασία του συγκροτήματος των τριών νησίδων είναι «τα Χριστιανά». Χριστιανή (η) λέγεται μόνον η μεγαλύτερη από τις τρεις. Διαπιστώσαμε πως στην παλαιότερη βιβλιογραφία παραβλέπετε μερικές φορές η γλωσσική αυτή λεπτομέρεια.

5 Πληροφορίες του Μεσογειακού Πιλότου του 1941 και παλαιότερων χαρτών του Αγγλι- κού Ναυαρχείου (Mediterranean Pilot, London, Hydrographical Department Admiralty, vol. IV, 1941, p.132 και Admiralty Chart.) Για την ιστορία επισημαίνουμε πως το στίγμα της νησίδας είχε υπολογίσει ο Captain Gauttier και δημοσιεύσει ο John Purdy, στο The new sailing directory for the Strait of Gibraltar and the western division of the Mediterranean (…), London, 1832, p.95: «At three leagues true S.W. from the S.W. point of Santorin Bay are two islets, named the CHRISTIANI or CHRISTIANS, (ant. Ascania) the summit of the highest part of which has been shown, by the observations of Captain Gauttier, to lie in latitude 36o 14’ 41’’, and longitude 25o 12’ 30’’»

Το σχήμα της νησίδας είναι ακανόνιστο τραπέζιο, με τριγωνική απόληξη προς Β, και σε μέγεθος που δεν υπερβαίνει τα 2 ως 3 τχλμ2.

Στο νοτιοανατολικό της τμήμα που αντιστοιχεί στη μικρότερη, προς τα δεξιά, πλευρά του τραπεζίου υπάρχει ένα εσωτερικό επικλινές υψίπεδο ( σε ύψος 174, 243 και 153 πόδια) που περικλείεται από τα χείλη των καθέτων νοτιοανατολικών ακτών και από τις πλαγιές ενός ορεινού όγκου (που ξεκινούν από τα 300-350 πόδια).

Το βουνό καταλαμβάνει τα 2/3 της νησίδας και υψώνεται στα 278 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας (περί τα 730 πόδια σύμφωνα με τις χαρτογραφικές ενδείξεις του google). Στις δορυφορικές εικόνες, όπως και στις αεροφωτογραφίες βλέπουμε στο πάνω μέρος της Χριστιανής έναν ορεινό σχηματισμό που δίνει την εντύπωση επίπεδης κυκλικής διαμόρφωσης, με την κάτω του περιφέρεια στα 330 πόδια περίπου. Πάνω στο στρογγυλό αυτό ύψωμα στην ΒΔ του πλαγιά, είναι εμφανείς οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις. Βλέπουμε δύο περιβόλους, πιθανότατα μάντρες μικρών ζώων που έβοσκαν στις πλαγιές του λόφου και σειρά από κυκλικές αναβαθμίδες, ένδειξη κτηνοτροφικής αξιοποίησης όλου του ορεινού τμήματος της νήσου και διαμόρφωση με κυκλικές ισοπεδώσεις και με αναβαθμίδες στις βουνοπλαγιές.

Παρατηρήσαμε, επίσης από την οπτική γωνιά του περπατητού, ότι, ενώ οι εξωτερικές πλαγιές πέφτουν στη θάλασσα κατακόρυφα, καθιστώντας το νησί απρόσβατο από τη θάλασσα, στο εσωτερικό οι πρόποδες (δυτικό μεσημβρινού προσανατολισμού) είναι αρκετά ομαλοί και στον κοντινό ορατό ορίζοντα, το ανάγλυφο της νησίδας ανυψώνεται προοδευτικά.

Έχουμε έτσι την εντύπωση μιας αρκετά ευρύχωρης επιφάνειας με κλίση από τα βορειοδυτικά προς τα νοτιοανατολικά. Εξ αιτίας άλλωστε αυτής της κλίσης, τα βρόχινα νερά συγκεντρώνεται στο χαμηλό μέρος απ’ όπου πρέπει να ξεχειλίζουν προς τη θάλασσα στα δύο σημεία που προαναφέραμε.

Το πλάτωμα αυτό ήταν καλλιεργημένο από παλιά. Αυτό το αναφέρει ρητά ο πα- λαιός ιδιοκτήτης της Χριστιανής, Ιωσήφ Δε Κιγάλας (Σιγάλας) το 1862.6

Ακόμα και σήμερα (1985) μας προκάλεσαν εντύπωση οι διατηρημένες ξερολιθιές που χωρίζουν σημαντικό τμήμα της ομαλής επιφάνειας σε ορθογώνιους ευθυγραμ- μισμένους κλήρους μερικών στρεμμάτων, που φαίνονται καθαρά και στις δορυφο- ρικές εικόνες. Πολλά άλλωστε είναι τα άλλα εγκαταλελειμμένα δείγματα πρόσφα- της ανθρώπινης παρουσίας (τειχίσματα, πέτρινες κατασκευές, καλντερίμια, ανα- βαθμίδες). (βλ. διάφορες εικόνες στη συνέχεια).

Το έδαφος των χωρα- φιών αυτών είναι καθαρι- σμένο από τις μεγάλες πέτρες, αποτελείται από «αργιλώδη γη» την οποία αναφέρει ο Δε Κιγάλλας το 1862. Την εποχή που επισκεφθήκαμε τον χώρο η περιοχή είχε καταληφθεί, όπως είπαμε, από φρύγανα, στα οποία κυριαρχούσαν θυμάρια, ευφορβιοειδή (γαλατσίδες), αφάνες (Srcopoterium spinosum), κ.α. Η βλάστηση αυτή εμφανίζεται στις αεροφωτογραφίες. Διαβάσαμε επίσης ότι η τοπική χλωρίδα

6 Δε Κιγάλλας, Ιωσήφ, «Περί των νησίδων Χριστιανών», Πανδώρα, 13 (1862-1863), φυλ- λάδιο 312 (15.3.1863), σελ. 610. Πρόκειται για το αρχικό επίθετο της οικογενείας Σιγάλα. Στη συνέχεια θα αναφέρεται ως «Δε Κιγάλλας», βλ. και το κείμενο του άρθρου. Σχετικά με τον συγγραφέα βλ. Αλιπράντης Νίκος, Ιωσήφ Δε Κιγάλλας – Ο ανθρωπιστής ιατρός και φιλόσοφος και πρωτοπόρος εραλδιστής, Αθήνα, Θηραϊκά Νέα, 2004. Παραθέτουμε το κείμενο στη συνέχεια.

περιλαμβάνει το χόρτο Centaurea raphanina subsp. mixta (αγκιναράκι) και το φυτό

Convolvulus pentapetaloides, όπως και κυαμοειδή.7

Τις νησίδες επισκέφθηκαν επίσης τον μήνα Ιούνιο οι βοτανολόγοι B. Bentzer, B. Nordenstam and H. Runemark το 1960 και 1967, (Hansen 1971). Και τον Απρίλιο του 2017-2018 οι ομάδες των Thomas Raus και Ελπ. Καραδήμου οι οποίες μέ- τρησαν συνολικά φυτά 159 τάξεων στην Χριστιανή, και 89 στην Ασκανία.8

Φρύγανα – φαίνονται οι ξερολιθιές με αρκετά μεγάλες πέτρες, που χωρίζουν τα διά- φορα χωράφια στο καλλιεργημένο πλάτωμα (στον ορίζοντα η Ασκανία).9

Στο βάθος του ορατού σε μας ΝΑ πεδίου, όπως και στην απέναντί νησίδα Ασκανία, είδαμε να φυτρώνουν ψηλότερα φυτά, τα οποία από μακριά έμοιαζαν με δεν- δροειδείς ευφορβίες.

7 Βλ. www.mlahanas.de/Greece/Cities/ChristianaSantorini.html, όπως επίσης και στην wikipedia: el.wikipedia.org/wiki/Χριστιανά_Θήρας. Το αυτό επαναλαμβάνεται στην ιστο- σελίδα www.santorini-24.com/index.php/volcanic-activity. Όσο για το σχετικά σπάνιο λουλούδι «κονβόλβουλος» αυτό ανθεί από τον Μάρτιο ως τον Ιούνιο και δεν είναι πια ορατό τον Ιούλιο που επισκεφθήκαμε το νησί.

8 Raus Thomas, Karadimou Elpida, Dimopoulos Panayotis (2/12/2019). Taxonomic and functional plant diversity of the Santorini-Christiana Island group (Aegean Sea, Greece) (Aegean Sea, Greece). Willdenowia 49: 363–381. doi: https://doi.org/10.3372/wi.49.49308

9 Ό.π. «Terraced fields have been abandoned eventually before the 1980s and remained un- farmed since then. Remnants of vegetal (weeds growing amongst crops) and ruderal (“veg- etation found on human-disturbed sites) flora are met with even today germinating from the local seed-bank, but pesticides and fertilizers are now absent from this ecosystem.»

Σε απόσπασμα εικόνας από γάμο Γερμανίδας στην Χριστιανή, φαίνονται τα φρύγανα στο έδαφος.

Το νησί ήταν (το 1983) γεμάτο από αγριοκούνελα. Στη διαδρομή μας στα χωράφια, συναντούσαμε συνεχώς τις τρύπες των υπογείων διαδρόμων μέσα στους οποίους φωλιάζουν και κυκλοφορούν τα τρωκτικά αυτά. Ο πολλαπλασιασμός τους πρέπει να συνδέεται με μια γενικότερη μεταβολή της τοπικής οικολογίας. Υποθέτουμε ότι στα κουνέλια ίσως να οφείλεται και το μεγάλο μέγεθος των θυμαριών, τα οποία λιπαίνουν, καθώς παράλληλα συνεχώς αερίζουν το υπέδαφος.

Ο πληθυσμός των κουνελιών ελέγχεται, όπως υπολογίζουμε, κυρίως από τα θαλασσινά γεράκια, τον αγιοπετρίτη (Falco Eleonora), τη παρουσία του οποίου αναφέρει και η ιστοσελίδα της ορνιθολογικής εταιρείας και είναι προστατευόμενο. Ένα ζευγάρι από τα οποία είδαμε να υπερίπτανται της Ν-Α κάθετης ακτής. Περιορίζουν τον αριθμό των κουνελιών βέβαια, και οι ψαράδες κυνηγοί των γύρω νησιών, όπως και η περιορισμένη τροφή που διαθέτει το νησί.

Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει ο Γιάννης Αργυρός στο blogspot του:

«Πέρα από τους τότε βοσκούς που διέμεναν κάποτε στον ερημικό αυτό χώρο, τους διερχόμενους ψαράδες που επισκεπτόντουσαν σποραδικά το νησί, υπήρχαν και άλλοι εφήμεροι επισκέπτες όπως: ορισμένοι προσκυνητές στο μικρό και γραφικό εκκλησάκι του Άη Βασίλη, κυνηγοί για ένα καλύτερο κυνήγι από αγριοκούνελα, αλλά και ορισμένοι “λιμνάρηδες10” με ιδιαίτερο μεράκι, οι οποίοι πήγαιναν κατά το μήνα Οκτώ- βρη έτσι ώστε να πιάσουν ορισμένα ωδικά αποδημητικά πουλιά όπως: φλώρια, καρ- δερίνες κτλ

Αναφέρεται επίσης πως στη Χριστιανή απαντά το φίδι Telescopus fallax (αγιόφιδο ή γατόφιδο) που τρέφεται με «σαύρες και μικρά τρωκτικά και μπορεί να αναρριχηθεί ψάχνοντας για νεοσσούς». Η πανίδα περιλαμβάνει και την σαύρα Cyrtodactylus kotschyi, που μαζί με το αγιόφιδο, είναι προστατευόμενα είδη, βάση της Συνθήκη της Βέρνης και του Προεδρικού Διατάγματος 67/1981. 11

10 Πρόκειται για την πρακτική στη Σαντορίνης να φτιάχνουν μικρή λίμνη όπου προ- σελκύονται τα αποδημητικά πουλιά και παγιδεύονται. Να σημειωθεί πως στην αρ- χαιότητα η Άρτεμις έφερε τον τίτλο «λιμνάτις» ή «λιμνιάτης» και ήταν προστάτρια λιμνών και ελών.

11Βλ. τις ιστοσελίδες www.mlahanas.de/Greece/Cities/ChristianaSantorini.html.

Και http://www.hellenicaworld.com/Greece/Geo/en/ChristianaIslands.html

Τα κουνέλια, οι κόνικλοι, ξέρουμε πως είχαν εισαχθεί στα μέρη μας σε σχετικά ύστερη αρχαιότητα από τα μέρη της Ιταλίας, δεν αναφέρονται άλλωστε από τους κλασσικούς συγγραφείς.12 Επειδή όταν καλλιεργείτο η νησίδα, δεν μπορεί να άφη- ναν τα τρωκτικά αυτά να πληθαίνουν, υποθέτουμε πως η οικολογικής μεταβολή που προκαλούν σήμερα, έγινε μετά την εγκατάλειψη των καλλιεργειών από την οικογένεια Νομικού που είναι οι τωρινοί ιδιοκτήτες της Χριστιανής. Για τον λόγο αυτό θα χρειαστεί να γίνει (κάποτε…) μια νεότερη συστηματική μελέτη για να α- ναπαραστήσουμε την βλάστηση και το περιβάλλον που υπήρχε την ιστορική και προϊστορική εποχή.13

Το δεύτερο νησίδιο των Χριστιανών ονομάστηκε Ασκανία, από νησίδα της περιοχής την οποία αναφέρει ο Πλίνιος. Έχει σχήμα αυγού και η μορφή του ανάγλυφου της, θυμίζει βουνό με την κορυφή κομμένη διαγώνια, Είναι αρκετά απότομη με ύψος 144 μέτρα. Στην τομή βλέπει κανείς ένα πλάτωμα με κλίση προς το υψίπεδο της Χριστιανής, από τα νοτιοανατολικά προς τα βορειοδυτικά.

Όπου διαβάζουμε: «In the largest of these islands, the Christiani, there are remnants of human activity, such as old stone walls, threshing, old buildings and crops show that the island was formerly inhabited. Also identified the remains of the prehistoric period (late 3rd millennium BC). Christian considered very important habitat for migratory birds. The fauna includes the snake Telescopus fallax (cat snake) and lizard Cyrtodactylus kotschyi, which according to the Bern Convention and the Presidential Decree 67/1981 is a protected species. H flora of the islands includes grass Centaurea raphanina subsp. mixta (agkina- raki) and the plant Convolvulus pentapetaloides. Seabed around the islets identified hydro- thermal wells.»

12 Ο Πολύβιος,[Pol. XII, 3.10] σε απόσπασμα στο οποίο περιγράφεταιι η πανίδα της Κορ- σικής, σημειώνει: «…αλλ’ ουδέ λαγώς ουδ’ έλαφος, ουδ’ άλλο των τοιούτων ζώων ουδέν έστι, πλην αλωπεκών και κυνίκλων και προβάτων αγρίων. Ο δε κύνικλος πόρρωθεν μεν ορ- μώμενος είναι δοκεί λαγώς μικρός, όταν δ’ εις τας χείρας λάβη τις, μεγάλην έχει διαφοράν και κατά την επιφάνειαν και κατά την βρώσιν: γίνεται δε το πλείον μέρος κατά γης.» Στο απόσπασμα αυτό του Πολύβιου παραπέμπει και ο Αθηναίος στους Δειπνοσοφιστές [ Ath. IX,400-401 έκδοση Loeb 1930, επανέκδοση 1969, τ.4, σελ.245] παραπέμποντας και σε κείμενο του Ποσειδωνίου που χρονολογείται από τον 2/1 αιώνα π.Χ. [ Posidon. εκδ. C. Muller, F.H.G. iii, σ. 245]: «Μνημονεύει δ’ αυτών (δηλ τους κονίκλους) και Ποσειδώνιος ο φιλόσοφος … και ημείς είδομεν πολλούς κατά τον από Δικαιαρχείας πλουν επί Νέαν πόλιν (δηλ. την ιταλική Napoli). Νήσος γαρ έστιν ου μακράν της γης κατά τα τελευταία μέρη της Δικαιαρχείας υπ’ ολίγων μεν κατοικουμένη, πολλούς δε έχουσα κουνίκλους τούτους.» Υπο- θέτουμε ότι τα κουνέλια εισήχθησαν στα νησιά του Αιγαίου από ναυτικούς και πειρατές οι οποίοι θέλησαν να δημιουργήσουν στα ερημόνησα πηγές τροφής. Κάτι ανάλογο έκαναν στα νησιά του Ειρηνικού οι νησιώτες φέρνοντας χοίρους.

13 Σχετικά με την οικολογία των νησιών μας βλ. Oliver Rackham, «The Flora and Vegeta- tion of Thera and Crete before and after the Great Eruption», εις Thera and the Aegean World, τομ. 1, 1978. Πρβλ. επίσης και το αρχαίο κείμενο του Πλάτωνα στον Κριτία, και τις διάφορες σύγχρονες μελέτες της παλαιό-βοτανολόγου Α. Σαρπάκη.

Παρατηρώντας το πλάτωμα της Ασκανίας από το κέντρο του καλλιεργήσιμου χώρου της Χριστιανής, έχει κανείς την εντύπωση ότι, ιδεατά, τα δύο επίπεδα είναι συνεχόμενα (βλ. προηγούμενη εικόνα με τις ξερολιθιές)14. Αυτό έκανε τον Δε Κιγάλλα (το 1860) να υποθέσει ότι τα δύο νησίδια είναι τμήματα καλδέρας παλαιού ηφαιστείου. Το γεγονός άλλωστε, ότι στον θαλάσσιο πυθμένα γύρω από τις νησίδες έχουν εντοπιστεί υδροθερμικά φρέατα (βλ. υποσημείωση 8), δείχνει ότι περιοχή των νησίδων είναι και αυτή ηφαιστιογενής.

Το 2021, δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό περιοδικό Geology (Vol. 50, 2022) με- λέτη που αναφέρει πως από την ύστερο Πλειόκαινο είχε δημιουργηθεί ένα σύστημα με τρία ηφαίστεια, που εκτός από εκείνο της Σαντορίνης, περιλάμβανε την Χρι- στιανή και το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο. Επιβεβαιώνεται έτσι η εμπειρική υπόθεση του Δε Κιγάλλα. 15 Σήμερα (2023) η ηφαιστειακή γεωλογία της ευρύτερης αυτής περιοχής θεωρείται πια δεδομένη: «The volcanic islands Christiani, Askania

14 Βλέπε αμέσως στη συνέχεια την σειρά των χαρτών της ιστοσελίδας Map Mistress 2012 Christiana.

15 «Spatio-temporal evolution of the Christiana-Santorini-Kolumbo volcanic field, Aegean Sea». Ανάλογη αναφορά κάνει και ο Παραβάς στο blog.paravas.net/.

  1. Preine; J. Karstens; C. Hübscher; P. Nomikou; F. Schmid; G.J. Crutchley; T.H. Druitt;
  2. Papanikolaou; Geology January 01, 2022, Vol. 50, 96-100. doi: https://doi.org/10.1130/G49167.1 Βλ. και άρθρο του Γιώργου Λιάλιου στην Καθημερινή στις 23/10/2021. […the Christiana-Santorini-Kolumbo volcanic field (CSKVF) is one of the most hazardous volcanic fields in the world, having produced >100 explosive eruptions in the past 650 k.y., including at least four caldera-collapse events (Druitt et al., 2019a).]

and the Eschati reef are also part of the volcanic group of Santorini. They lie to the southwestern end of the tectonic line running northeastward through the Kameni islands to the submarine volcano of Kolumbo. At present the Christiana islands are not inhabited, but ruins, road-like structures for collecting water and other signs of human activity, including traces of the Bronze Age and medieval settlements clearly show that for many centuries they were densely populated. Christiani today has a small church and is visited by local fishermen. »16

Όπως βλέπουμε στις εικόνες και το νησίδιο αυτό, με τις απότομες ακτές και με τους υφάλους που την περιβάλλουν, είναι ιδιαίτερα δυσπρόσιτο. Η Ασκανιά περικλείεται από ξέρες. Στο μέσον του διαύλου την χωρίζει από την Χριστιανή, το βάθος είναι μόλις 4 μέτρα, και ο πλους χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Οι ψαράδες της περιοχής μας είπαν ότι κατάφερναν να την επισκεφθούν, ότι απαντούν επάνω κουνέλια (τα οποία προφανώς είχαν μεταφέρει εκεί άνθρωποι)17 και πως φαίνεται να υπάρχουν κάποια υπολείμματα αρχαίας ή παλιάς ανθρώπινης παρουσίας.

16 https://santorinigreece.gr/santorinivolcano/ (01/ 2023)

17 Ένδειξη πως στο πλάτωμα της Ασκανίας υπάρχει βλάστηση, με την οποία μπορούν να τραφούν τα κουνέλια, αλλά και υπέδαφος για τις φωλιές τους.

Στο βόρειο μέρος του διαύλου, εύρους 750 περίπου μέτρων που χωρίζει Ν.Α. τα δύο νησίδια – στην κάτω δηλαδή ακτή της Χριστιανής, βρίσκεται το ασφαλέστερο αγκυροβόλιο που προσφέρουν τα Χριστιανά, καθώς προστατεύεται από τους βόρειους ανέμους (βλ. τον χάρτη). Αν λοιπόν, όντως, υπάρχουν ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην Ασκανία, θα πρέ- πει να υποθέσουμε ότι στο πλάτωμά της, το οποίο υψώνεται στα 143 μέτρα, όπως φαίνεται στην δορυφορική εικόνα, υπήρχε μία πρόσβαση που επέτρεπε την άνοδο, είτε για εκμετάλλευση εποχικών πόρων, ή ακόμα για καταφύγιο. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι είχε ληφθεί μέριμνα για αποθήκευση βρόχινου νερού, μια και όπως αναφέρει ο Δε Κιγάλλας, η Ασκανία «στερείται παντάπασιν νερού». Στις δορυφορικές πάντως εικόνες δεν υπάρχει καμμία επιφανειακή ένδειξη ανθρώπινης παρέμβασης στο έδαφος. Υπάρχουν, όμως δύο μικρές λευκές επιφάνειες, πιθανά από άσπρη ελαφρόπετρα.

Το μικρό σύμπλεγμα νησίδων κλείνει με την Εσχάτη (αναφέρεται και με το ό- νομα Μέρμηγκας) που βρίσκεται στα νοτιοανατολικά όρια του. Πρόκειται για μια βραχονησίδα με γυμνούς ορθούς βράχους, χωρίς βλάστηση (Hansen 197118) που εξέχει μόλις 13,7 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας και περιβάλλεται από ξέρες στο νοτιοδυτικό και βορειοανατολικό άκρο της, η απόσταση ασφαλείας για τα πλοία είναι γύρω τα 185 μέτρα (1/10 του μιλίου).

Η Εσχάτη φιλοξενεί έναν αυτόματο φάρο, ο οποίος είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στα πλοία που ακολουθούν τις πολυσύχναστε πορείες του Νοτίου Αιγαίου.19

18 Hansen A. (1971): Flora der Inselgruppe Santorin.– Candollea 26: 109–163. Google Scholar

19 Τα Χριστιανά βρίσκονται πάνω στην πορεία των πλοίων που έρχονται από την Μέση Ανατολή, την Αίγυπτο και την Κρήτη, πηγαίνοντας προς τον Ισθμό της Κορίνθου και τον Πειραιά. Την πορεία αυτή πρέπει να ακολουθούσαν και στην αρχαιότητα ακόμα και όταν το επίπεδο της θάλασσας ήταν χαμηλότερο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, όταν ο φάρος διέκοψε την λειτουργία του για λίγο το 1983, δύο πλοία ναυάγησαν στα βράχια της Χριστιανής.

Πρέπει να προσθέσουμε πως στην περιοχή αυτή του Αιγαίου επικρατούν ορισμένες ιδιάζουσες κλιματικές συνθήκες οι οποίες επηρεάζουν την ναυσιπλοΐα και πρέπει επίσης να ρύθμιζαν ανέκαθεν την βλάστηση. Αναφερόμαστε στην πυκνή χαμηλή θαλασσινή ομίχλη του καλοκαιριού (το πούσι) που υγραίνει το έδαφος αλλά κλείνει τελείως τη θέα. Έτσι, στις 13-14 Ιουλίου του 1983, το πούσι στα νότια της Θήρας ήταν τόσο πυκνό, ώστε καΐκι κατευθυνόμενο από το Ακρωτήρι προς τη Χριστιανή, με χαλασμένη πυξίδα, χάθηκε μην μπορώντας να προσανατολιστεί από παντελή έλλειψη ορατότητας. Χρειάστηκε να το εντοπίσει και να το αναπροσανατολίσει το επιβατηγό «Μιαούλης», με το ραντάρ του. Ανάλογη απώλεια ορατότητας υπήρξε στις 12 Οκτωβρίου 2013 από πούσι που κάλυψε την Ηρακλειά, τη Σχοινούσα και τη γύρω θαλάσσια περιοχή.20 Το φαινόμενο παρατηρείται συχνά, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες και δροσίζει και τα αμπέλια της Σαντορίνης.

Για την ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο σημασία είχαν ανέκαθεν οι εποχικοί άνεμοι οι οποίοι επικρατούν σε κάθε περιοχή. Στην περίπτωσή μας εκτός από τους Β-Α ανέ- μους (μαΐστροι, μαϊστρο-ντραμουντάνες) οι τρεις Χριστιανές είναι εκτεθειμένες στου Β-Δ ανέμους (γραίγος, γραιγολεβάντες), όπως και στον Ν-Δ σορόκο. Τοπικά, εξ άλλου, ιδιαίτερη σημασία αποκτά η «προβέντζα»21, οι μεταπτώσεις του ανέμου τοπικά, που εναλλάσσεται στις παρυφές των λιμανιών και των ασφαλών αγκυροβολίων, επιτρέποντας ή δυσκολεύοντας την πρόσβασή τους.

Στη συνέχεια, πριν προχωρήσουμε στις παρατηρήσεις που αφορούν στην αρχαιολογία της επιφανείας της Χριστιανής, θα αναφερθούμε στα παλαιότερα και σύγχρονα εθνογραφικά στοιχεία που αναφέρονται στην γεωργική αξιοποίηση της νήσου και στα λιγοστά στοιχεία που αναφέρονται στην ιστορία των νησιδίων.

20 http://www.naxos-news.gr/?aid=34354 (επίσκεψη 7 Απρ. 2014).

21 Στα Κύθηρα προβέντζα ή κατσιφά λένε την χαμηλή ομίχλη που φέρνει ο δυτικός άνεμος.

Εθνογραφικά και νεότερες εξιστορήσεις.

Θα ξεκινήσουμε από το ενδιαφέρον κείμενο του Κιγάλα του 1863, που μας δί- νει πολλές πληροφορίες οι οποίες δεν φαίνεται να έχουν ελεγχθεί (ή αγνοούνται) από τις τοπικές αρχαιολογικές υπηρεσίες των Κυκλάδων.

Όπως είπαμε το σχετικά επίπεδο ανατολικό τμήμα της νησίδας είχε καλλιεργηθεί με πολύ προσοχή σε ένα σχετικά κοντινό παρελθόν. Στις δορυφορικές εικόνες φαίνονται καθαρά τα αγροτεμάχια που χωρίζονται από ξερολιθιές. Ο ιδιοκτήτης της, Ιωσήφ Δε Σιγάλλα (Δε Κιγάλας), δήλωνε μάλιστα το 1862 ότι, το σιτάρι της νησίδας αξιώθηκε βραβείου στην έκθεση ελληνικών προϊόντων Η άριστη κατάσταση στην οποία είδαμε πως βρίσκονταν οι ξερολιθιές (το 1983)22 μας κάνει να πιστεύουμε ότι κτηνοτρόφοι, αλλά ίσως και καλλιεργητές, εκμεταλλεύονταν την Χριστιανή μέχρι την δεκαετία του 1950. Από αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η αρχική οικολογική κατάσταση, η ισοπέδωση των καλλιεργήσιμων επιφανειών, απ’ όπου απομακρύνθηκαν οι πέτρες, πριν τον πολλαπλασιασμό των φρυγάνων, και τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των κουνελιών που ακολούθησε την εγκατάλειψη των καλλιεργειών, ήταν αποτέλεσμα παρουσίας ανθρώπων και κοπαδιών κατά τα τελευταία 130 χρόνια.

Ας δούμε όμως τι έγραφε πριν από 140 χρόνια ο Δε Κιγάλας (Σιγάλας)

22 Επισημαίνουμε πως από το 1971, τα νησιά Χριστιανή και Ασκανία, ανήκουν στην οικογένεια του Μάρκου Νομικού.

Περί των νήσων Χριστιανών

«Φίλτατέ μοι:

Τα προ πολλών αιώνων ακατοίκητα νησίδια τα καλούμενα Χριστιανά, κείνται εν τω Κρητικώ πελάγει δώδεκα αγγλικά μίλια προς το νοτιοδυτικόν της Θήρας, και εξήκοντα προς βορράν της Κρήτης, ήτοι 25ο 13΄ κατά μήκος …. Και 36ο 16΄20΄΄ κατά μήκος.

Η μικροτέρα των νήσων τούτων ευρίσκεται προς ανατολάς της μεγαλητέρας αφ’ ής απέχει ημίσεως ως έγγιστα αγγλικού μιλίου, έχει σχήμα ωοδειδές, περίμετρον ενός και ημισεώς μιλίου, ακτάς καθέτους (a picco) και κρημνώδεις, στερείται πα- ντάπασιν ύδατος και ανυψούται ανίσως 470 πόδας από της επιφανείας της θαλάσ- σης, ώστε αποτελεί επίπεδον ομαλόν μεν, αλλ’ ελαφρώς κεκλιμένον εξ ανατολών προς δυσμάς.

Η δ’ ετέρα, η και μεγαλητέρα, έχει σχήμα ανωμάλου τριγώνου και περιφέρειαν 4 περίπου μιλίων. Παριστά δε επίπεδον ελάφρως πως κεκλιμένον, αντιστρόφως της άλλης νήσου, ήτοι εκ δυσμών προς ανατολάς, η δε κορυφή αυτού υπερέχουσα 915 πόδας της επιφανείας της θαλάσσης, αποτελεί όρος κλίνον κατά το δυτικόν μέρος καθέτως (a picco) προς τη θάλασσα.

Η τοιαύτη του εδάφους κλίσις, ως και τα κατά την ανατολικήν κλιτύν μικρά χάσματα εν είδει βαράγχων (barancos), και έτι μάλλον η γεωλογική φύσις των αυτών στρωμάτων, συγκειμένων κατά μεν τα παράλια εξ ηφαιστίων γεννημάτων, δηλονότι εκ τραχίτου λίθου υπό πυρός μεμορφωμένου, εκ κισσήρεως, άσπης (θηραϊκής γης) κ.λ., κατά δε το κέντρον υπό αργιλλώδους γης και καθαρού τραχίτου, αποδεικνύει σαφέστατα ότι αύτη είναι λείψανον κρατήρος σχηματισθέντος δι’ ανυ- ψώσεως, και πιθανώς τω λόγω το πάλαι τα δύο αυτά νησίδια δεν απετέλουν ή μίαν και μόνην· ίσως μάλιστα την υπό το Πλινίου Ασκανίαν νήσον καλουμένην.

Ουδεμία δε αμφιβολία ότι η νήσος αύτη κατωκείτο από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της Βυζαντινή τουλάχιστον εποχής· καθ’ ότι αφ’ ής τα νησίδια ταύτα μετήλθον εις την κυριότητά μου και ήρχισα την καλιέργειαν της μεγαλυτέρας, α- νεύρον πλείστα ερείπια διαφόρων εποχών.

Το 1850 έτος εύρον δύω αρχαιοτάτους τάφους, εν κεραμοποείον και μικρόν τινά κυκλωπικόν προς κανόνα τοίχον δύο ως έγγιστα πήχεων μήκος και ημίσεως ύψους έχοντα· κατά δε το 1852 ανεύρον τρία αλώνια, ερείπια μικρού τινός κήπου, και δύο δεξαμενάς.

Προ τεσσάρων ετών (σημ. 1858) ανεκάλυψα ερείπια εκτεταμένου οικοδομήμα- τος ή μάλλον χριστιανικής μονής, μετά δύω ναών, ών ο μεγαλήτερος έχει μήκος εννέα πήχεων και περίπου τεσσάρων πλάτος· μεταξύ δε των των ερειπίων αυτού υπάρχει μαρμάρινον ανώφλιον φέρον τη επιγραφήν·

ΠΑΡΘΕΝΕΥΩΝ ΕΙΣΕΛΘΕ ΤΟΝ ΝΟΥΝ ΕΝΘΑΔΕ ΝΑΟΣ ΓΑΡ ΕΣΤΙ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΑΡΘΕΝΟΥ23

23 Ο ευαγγελιστής Ιωάννη καλείται «Παρθένος» διότι φύλαξε παρθενία σώματος, ψυχής, νου και αισθήσεων. Φύλαξε, όπως λέγεται «την ακριβή παρθενίαν», που είναι «η προς

Ευρέθη δε και κεράμινον θυμιατόν εφ’ ού υπάρχουσιν εγκεχαραγμένοι δίαφο- ροι πτερωτοί τραγέλαφοι, δύω πεντάλφαι, και αι λέξεις, αφ’ ενός μεν ΘΩΜΑΣ, αφ’ ετέρου δε

ΑΝΑΠΑΥΣΟΝ ΤΟΝ ΔΟΥΛΩΝ ΣΟΥ ΚΥΡΙΕ.

Προ μικρού δε ανευρέθη κεράμινος λουτήρ, όν κατέθραυσαν σκάπτοντες οι εργάται, έτι δύο αρχαίαι λυχνύαι, και πλήθος τεθλασμένων κεραμίνων παντός εί- δους αγγείων, εξ ών τινά εις΄ ήν εντέχνως κεχρωματισμένα.

Ίσως προϊόντος του χρόνου ανευρεθώσι και άλλα, ή και επιγραφαί βεβαιούσαι το αρχαίον του τόπου όνομα, ή οπωσδήποτε διασαφηνίζουσαι την παντή σκοτεινήν αυτού ιστορίαν.

Η γη των νήσων τούτων φαίνεται ευφορώτατη και παντοίας φυτείας και σποράς επιδεκτική, μάλιστα η άσπα αυτών (θηραϊκή γη) και ο σίτος, αποσταλέντα παρ’ εμού εις την έκθεσιν των ελληνικών προϊόντων, ηξιώθη βραβείου.

Ταύτα φίλτατέ μοι, εις απάντησιν της αξιοτίμου επιστολής σου. ¨Ερρωσο.

Εν Θήρα την 13 Νοεμβρίου 1862.» Ο Σος

Ι[ωσήφ] ΔΕ-ΚΙΓΑΛΛΑΣ

Αξίζει, βέβαια, να υπογραμμίσουμε τις πληροφορίες που αναφέρονται τόσο στις αρχαιότητες της Χριστιανής, όσο και στα ερείπια πιθανής χριστιανικής μονής και οι δύο δεξαμενές.

Στη διάρκεια της δική μας επιτόπια έρευνα του 1983, είδαμε πως το υψίπεδο της Χριστιανής είχε καλλιεργηθεί με πολύ προσοχή σε ένα σχετικά κοντινό παρελθόν. Όπως διαβάσαμε ο ιδιοκτήτης της νησίδας μας λέει ότι το 1862, το σιτάρι της Χριστιανής αξιώθηκε βραβείου στην έκθεση ελληνικών προϊόντων. Η άριστη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν το 1983 οι ξερολιθιές μας έκανε να πιστεύουμε ότι κτηνοτρόφοι, αλλά ίσως και εποχικοί καλλιεργητές, εκμεταλλεύονταν τα περιτοιχισμένα χωράφια μέχρι τη δεκαετία του 1950. Όπως θα δούμε αμέσως στη συνέ- χεια, η ιστοσελίδα του Γιάννη Αργυρού, σε συνδυασμό με το βιβλίο του Αντώνη Καραμολέγκου επιβεβαίωσαν την υπόθεσή μας, διευκρινίζοντας πως στο νησί κατοικούσε η οικογένεια του Βαγγέλη Αργυρού.

πάσαν κακίαν ασυνδύαστος γνώμη». Ονομάζεται επίσης «ηγαπημένος» ήταν «ὁ μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς», «ὃς καὶ ἀνέπεσεν ἐν τῷ δείπνῳ ἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ» (Ιω. κα’ 20). Η επιγραφή «Παρθενεύων είσελθε τον νου ενθάδε… Ναός γαρ εστι Ιωάννου Παρθένου.» ανα- γράφεται στην κεντρική είσοδο του Ναού του Aγίου Ιωάννη του Θεολόγου στα Κάτω Φηρά.            (αναφέρθηκε      στις   23/1/2010 στην                 ιστοσελίδα http://kallistorwntas.blogspot.gr/2010/01/blog-post_3919.html όπου και φωτογραφία.) Την ίδια αυτή προσφώνηση βρίσκουμε στη σελ. 19, του 3ου τόμου του Αρχιμανδρίτου Αμ- φιλόχιου, Μόσχα 1880. «Μηνί τω αυτώ κι η μετάστασις αγίου αποστόλου και ευαγγελι- στού Ιωάννου, παρθένου και θεολόγου […]» https://archive.org/details/paleografichesko03amfi. Ο Μ. Μηνδρινός (1970) μας πληρο- φορεί, εξ άλλου, πως η Μονή της Χριστιανής ήταν αφιερωμένη στον Ιωάννη του Θεολόγο.

Μπορούμε λοιπόν, όπως προ είπαμε να συμπεράνουμε ότι η οικολογική κατά- σταση που είδαμε το 1983, συνδέεται με την προηγούμενη παρουσία ανθρώπων και κοπαδιών μέχρι και το κοντινό παρελθόν.

Έχουμε, όμως την άποψη ότι αρκετές βασικές πληροφορίες για το πως καλλιερ- γείτο ο νησίδα δεν μας είναι ακόμα γνωστές.

Η εντατικές καλλιέργειες σε μια προβιομηχανική γεωργία, η παραγωγή σιτηρών σε αρκετά μεγάλους γεωργικούς κλήρους, απαιτεί εποχικό όργωμα από ζώα (βόδια;) και ανθρώπινη εργασία για σπορά, και αργότερα για τη συγκομιδή και το αλώνισμα. Η γεωργία περιλαμβάνει μια λειτουργική αλυσίδα ενεργειών (μία chaîne opératoire) που περιλαμβάνει το όργωμα και τη σπορά, το θέρος, την επεξεργασία της συγκομιδής, τον χρονικό προγραμματισμό των και τις επενδύσεις. Η κατανό- ηση των ενεργειών που συνεπάγεται το όργωμα και η σποράς, απαιτεί τη γνώση του τρόπου με τον οι γεωργικές παραγωγές ενσωματώνονται στον κύκλο του γεωργικού έτους, στο συγκεκριμένο μεσογειακό κλίμα του Αιγαίου, και στα περιορι- σμένα σε έκταση και πόρους νησιωτικά περιβάλλοντα.

Η έκταση των καλά οριοθετημένων με ξερολιθιές αγροτεμαχίων στη Χριστιανή φαίνεται να ξεπερνά τις δυνατότητες λίγων μικρών νοικοκυριών όπως καθιστά α- νέφικτη την εντατική λίπανση, αν και υπήρχαν αρκετά ζώα που βοσκούσαν στα ψηλά σημεία του νησιού. Ο αρχαίος και συστηματικός τεμαχισμός της καλλιεργού- μενης έκτασης συνεπαγόταν επίσης αυστηρό έλεγχο της ιδιοκτησίας της γης, της κατανομής των εργασιών και των προϊόντων της (π.χ. Halstead).

Ένα τελευταίο ερώτημα αφορά την ποσότητα και τη χρήση της χορτονομής που παράγονταν μετά τη συγκομιδή, το αλώνισμα και την επεξεργασία των δημητρια- κών της Χριστιανής, που ενδέχεται να αφήνονταν σε βόσκηση,

 

Επισημαίνουμε, προτρέχοντας των στοιχείων που παραθέτουμε στη συνέχεια, ότι από τις αεροφωτογραφίες η καλλιεργημένη ζώνη είχε χωριστεί σε κλήρους γε- ωμετρικά οροθετημένους. Ενδέχεται μάλιστα, η σύγχρονη αυτή κατανομή των πε- ριτοιχισμένων κτημάτων να έχει επικαλύψει μια προγενέστερη και αρχαιότερη γε- ωμετρική διάταξη των κλήρων, καθώς όλες οι αρχαιολογικές ενδείξεις μαρτυρούν προϊστορική ανθρώπινη παρουσία στη νησίδα, ήδη από το 2300-2100 π.Χ (Πρω- τοκυκλαδική ΙΙ-ΙΙΙ). Ενδείξεις που άλλωστε διαφαίνονται σε παλαιότερες αεροφω- τογραφίες.

Διαβάζουμε χαρακτηριστικά τις παρατηρήσεις του Hans Huisman, το 2013 στην ιστοσελίδα — http://www.angelfire.com/super2/greece/christianauk.html – ο οποίος αναφέρει την ύπαρξη ενός ορυχείου (του Καραγιώργη) στη Χριστιανή και θεωρεί άδηλη την καταγωγή των πρώτων κατοίκων της νησίδας.

«…before the explosion of the volcano on Santorini these islands were inhabited. In 1976 Christos Doumas did research and excavations on Christiani and pottery was found. These finds are exhibited is the Museum of Prehistoric Thera in Fira town on Santorini. Nobody knows for sure what group of people have lived there. The pottery is different from the pottery that was found in Akrotiri (Santorini) and there are different theories. The population could have come from Amorgos, Keros or Santorini, but maybe it was an unknown group of people who belong to none of these islands, because the style of pottery is unique. There was also a mine in Chris- tiana24, but who has mined on the island remains unclear.»

Να προσθέσουμε πως σύμφωνα με τον Βαγγέλη Παραβά (blog.paravas.net), ε- κτός από τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιόδου 2600-2200 π.χ., «πιο πρόσφατα στη Χριστιανή αναφέρεται ότι βρισκόταν η σημαντική μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, η οποία σύμφωνα με τον Ματθαίο Ε. Μηνδρινό25 ιδρύθηκε μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού στον Ελλαδικό χώρο, εξ ‘ου και η ονομασία των νησίδων, καθώς μέχρι τότε ήταν ανώνυμα.» Παρουσία μοναχών συνεπάγεται και εργατικά χέρια για καλλιέργεια.

24 Βλέπε στη συνέχεια για το λατομείο Καραγιώργη της Χριστιανής.

25 Μηνδρινός Ματθαίος, Ε. Η εν Θήρα Ιερά Μονή του Προφήτου Ηλιού. Η ιστορία και το έργον της. Αθήνα, 1970. 8ο, σ. 256.

Ας δούμε, όμως πως διηγούνται τις εμπειρίες της ζωής τους στη Χριστιανή ο Κα- ραμολέγκος, και ο Γιάννης Αργυρού.

«Γύρω από την κοσμοπολίτικη και πολύβουη Σαντορίνη, υπάρχουν διάσπαρτες βραχονησίδες(sic).

»Ένα από τα συμπλέγματα αυτά είναι και οι βραχονησίδες(sic) Χριστιανά, όπου συμπεριλαμβάνεται η συστάδα των τριών νησίδων: Χριστιανή, Ασκανία και η Ε- σχάτη.

»Από μικρό παιδί άκουγα πολλές ιστορίες και βιώματα συγχωριανών μου, που διέμεναν μόνιμα στο χώρο αυτό βοσκίζοντας τα αιγοπρόβατά τους, (δική μας υπο- γράμμιση) τα οποία μου προκαλούσαν ιδιαίτερη εντύπωση.

»Ένας από αυτούς ήταν και ο αείμνηστος Ευάγγελος Πρέκας γνωστός ως “Φώ- της” και ως ταχυδρόμος της μετέπειτα αλλά παλαιότερης εποχής (μεταφέροντας τα δέματα από Σαντορίνη – Αθήνα και αντιστρόφως, μέσα σε καλάθια με ραμμένο πανί στο στόμιό του, ή και κούτες δεμένες καλά με το ανάλογο σχοινί της εποχής), καθώς και ο συγχωριανός Αρτέμιος Δακουτρός.

»Μετέπειτα από αρκετά χρόνια περίπου κατά το έτος 1977 πήγα για πρώτη φορά στο νησί με ένα από τα ψαροκάικα του χωριού, για αναζήτηση καλύτερης ψαριάς και παράλληλα ανεβήκαμε στο νησί.

»Τα συναισθήματά μου ήταν ανάμεικτα στο χώρο αυτό, με τα όσα άκουγα παλαι- ότερα για την μεγαλύτερη εξ΄ αυτών [βραχο]νησίδα Χριστιανή.

Πέρα από τους τότε βοσκούς που διέμεναν κάποτε στον ερημικό αυτό χώρο, τους διερχόμενους ψαράδες που επισκεπτόντουσαν σποραδικά το νησί, υπήρχαν και άλ- λοι εφήμεροι επισκέπτες όπως:

»Ορισμένοι προσκυνητές στο μικρό και γραφικό εκκλησάκι του Άη Βασίλη, κυ- νηγοί για ένα καλύτερο κυνήγι από αγριοκούνελα, αλλά και ορισμένοι “λιμνάρη- δες” με ιδιαίτερο μεράκι, οι οποίοι πήγαιναν κατά το μήνα Οκτώβρη έτσι ώστε να πιάσουν ορισμένα ωδικά αποδημητικά πουλιά όπως: φλώρια, καρδερίνες κτλ.»26

Όπως βλέπουμε, επιβεβαιώνεται το κυνήγι αγριοκούνελων, που είχαν αναφέρει και σε μας οι τοπικοί ψαράδες, όπως και η παλαιότερη παρουσία μερικών βοσκών. Την Χριστιανή επι- σκέπτονταν και οι εποχικοί πουλιοπιάστες27 αποδημητικών πουλιών που χρησιμοποιούν την παραδοσιακή τεχνική της δημιουργίας μια μικρής τεχνητής λίμνης για να προσελκύσουν τα πουλιά· απ‘ όπου προήλθε και η λέξη λιμνάρης.28

Ο ιατροφιλόσοφος Ι. Δε Κιγάλλας αναφέρει εξ άλλου, πως από τις αρχές Αυγούστου, μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου περνούν από την Σαντορίνη ορτύκια, ορτυκομάνες (Rallus Grex), τρυγώνια, τσίχλες και στραβολαίμηδες (torquilia).

Τα πουλιά αυτά παγιδεύονται και ανέκαθεν συμπλήρωναν την φτωχή σε πρωτεϊνές διατροφή του τοπικού πληθυσμού της Σαντορίνης, γεγονός που πρέπει να συνυπο- λογίζεται στις αρχαιολογικές μελέτες της ανθρώπινης παρουσίας στην νησίδα στις πρωτοκυκλαδικές εποχές.29

Και συνεχίζει τη διήγηση ο Αργυρός στο κείμενο που το εμπλουτίζει με πολλές φωτογραφίες από το βιβλίο του Καραμαλέγκου:

«Μέχρι και σήμερα όλα αυτά ταξίδευαν ευχάριστα στο νου μου, χωρίς να έχω κανένα επιπλέον στοιχείο για τις [βραχο]νησίδες αυτές, μέχρι που εντελώς τυχαία βρέθηκε στα χέρια μου, μια ωραία διατριβή από τον Πυργιανό μας συμπατριώτη

26 http://kallistorwntas.blogspot.com/2014/03/blog-post_14.htmlhttp://klearchos- guidetothegalaxy.blogspot.com/2007/05/blog-post_15.html

27 Πουλοπιάστης, ορνιθοθήρας ή ορνιθευτής (γαλ. oiseleur). Γνωστή και η παροιμία «που- λοπιάστης και ψαράς, έρημο το σπίτι τους».

28 Στην εικόνα καλύβα λιμνάρη της Σαντορίνης (http://www.santonews.com/i-limni-o- paloukaris-ke-i-froumela.santonews).

29 Βλέπε λεπτομέρειες στην ιστοσελίδα https://santonews.com/i-limni-o-paloukaris-ke-i- fourmela.html «Η Λίμνη, ο Παλουκάρης και η Φουρμέλα» 2020/2021 (Χάρις στα πουλιά

«οι πενώμενες οικογένειες της Σαντορίνης, είχαν –για κάποιες περιόδους τουλάχιστον- αρκετό κρέας για να εμπλουτίσουν τη διατροφή τους. Αλλά οι πιο επιτήδειοι από τους λιμνάρηδες, έπιαναν τόσα πουλιά που περίσσευαν από το καθημερινό τραπέζι, κι έτσι τα πάστωναν για τις δύσκολες ημέρες του χειμώνα και μαζί με το –επίσης παστό- χοιρινό έκαναν θρεπτικότερο και νοστιμότερο το φαγητό της οικογένειας.»)

Αντώνη Καραμολέγκο και πρώην Πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας Πύργου του Δήμου Θήρας και την ομάδα του, αναφερόμενος εκτενέστερα για τις νησίδες αυτές!

»Θέλω να τον ευχαριστήσω θερμά για την έκδοση του βιβλίου του: ΒΡΑΧΟΝΗ- ΣΙΔΕΣ30 ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ εκδόσεις Καλλίστη 2013, το οποίο αξίζει να μελετήσει και να ενημερωθεί ο κάθε ενδιαφερόμενος.

30 Η Χριστιανή φυσικά δεν είναι «βραχονησίδα», κάτι που ισχύει και για τα άλλα Κασονήσια του Κρητικού πελάγου. Δυστυχώς η χρήση της παρωχημένης αυτής ορολογίας, που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στα πλαίσια της Διεθνούς Νομοθεσίας της Θαλάσσης, έχει παραμείνει στα δημόσια έγγραφα και στους επίσημους ναυτικούς μας χάρτες, γεγονός που δικαιολογεί διεκδικήσεις νησίδων και χωρικών υδάτων από την παρακείμενη γειτονική χώρα.

[…] « Από το εκκλησάκι του Άη Βασίλη έχουμε αναμνηστική φωτογραφία του αείμνηστου Παπά-Λευτέρη από το Μεγαλοχώρι, καθώς και την αναμονή του στη θαλάσσια περιοχή για την αναχώρησή του για Σαντορίνη. Στη συνέχεια όμως μπο- ρείτε να δείτε ανάλογες εικόνες από τις νησίδες Χριστιανά μέσα από το αρχείο της ιστοσελίδας μας.»

Από την προηγούμενη επιστολή του Κιγάλα μάθαμε ότι το 1858 ανακαλύφθη- καν ερείπια χριστιανικής μονής και ότι υπήρχαν στο νησί δύο εξωκλήσια. Ένα από αυτά είναι ίσως εκείνο του Άη Βασίλη που βρίσκεται σήμερα στο άκρο του υψιπέδου προς το χείλος της νοτιοδυτικής πρόσβασης ( ένδειξη Γ του χάρτη ). Διαπιστώνουμε πως είχε καταβληθεί φροντίδα για την κόσμηση του μονιδρίου, μιά και όπως αναφέρθηκε είχε βρεθεί μαρμάρινο ανώφλι με επιγραφή. Το μάρμαρο βέβαια, είχε εισαχθεί από άλλο Κυκλαδονήσι.

Άδηλον είναι το κατά πόσο το όνομα Ιωάννης Παρθένος της επιγραφής, απο- τελεί κακή ανάγνωση αναφοράς στον Ιωάννη τον Πρόδρομο, ή αν, το πιθανότερο, δηλώνει μοναχό κτήτορα ονομαζόμενο Ιωάννη Παρθένο ή Παρθένιο ή Παρθένη όπως δηλώνει ο συμβολικός και αναλογικός συσχετισμός του ρήματος «παρθε- νεύω» με το επίθετο που, όπως είπαμε, αποδίδονταν στον ευαγγελιστή Ιωάννη.

Δεν γνωρίζουμε αν το μονίδριο της Χριστιανής συνδέεται με την νεότερη εποι- κιστική προσπάθεια των μεγάλων μονών του Αιγαίου (Πάτμος, Χοζοβιώτισσα της Αμοργού, Πορταΐτισσα της Αστυπαλαίας).31. Στο θέμα αυτό θα μπορούσε να μας διαφωτίσει έρευνα των εκκλησιαστικών αρχείων της Θήρας όπως και η ανα- ζήτηση των αρχαίων τίτλων ιδιοκτησίας των Χριστιανών.

31 Βλ. ενδεικτικά Kolodny, E.Y., La population des iles de la Grèce, Aix-en-Provence, Edisud, 1974, τομ. 1, σελ. 179-188. Όπου και βιβλιογραφία ξένων ταξιδιωτών. Τον μονα- στηριακό εποικισμό συναντήσαμε όταν μελετήσαμε τις Βόρειες Σποράδες, βλ. Μουτσό- πουλος Ν. et alii. Sporades. Thessaloniki, Αριστοτέλειο Παν. Θες/νίκης, 1980, σ. 95, 97, 102-105. Η περίπτωση μονιδρίων και αναχωρητηρίων σε ερημόνησα, όπως η Χριστιανή, ή και μικρότερα, είναι τόσες πολλές που μόνον η απαρίθμησή τους θα χρειάζονταν μερικές σελίδες.

Είναι, πάντως γνωστό ότι το 1834, το Ελληνικό Δημόσιο είχε διαλύσει περισσότερα από τριακόσια μοναστήρια και είχε κατάσχει τις περιουσίες τους.

Δεν αποκλείεται, μάλιστα, ο Δε Κιγάλλας να είχε αγοράσει τα νησίδια από το Δημόσιο και στη δεκαετία εκείνη να άρχισε να την καλλιεργεί, όπως λέει.

Τείνουμε όμως να δεχθούμε ότι η ονομασία «Χριστιανά» συνδέεται, κατά κά- ποιο τρόπο, με την εκεί εγκατάσταση μια μοναστικής κοινότητας. Αν αυτό ισχύει, η αρχαιότερη μνεία του τοπωνυμικού αυτού τύπου, θα μπορούσε να αποτελέσει χρονολογική ένδειξη της εποχής κατά την οποία λειτούργησε το μονίδριο.

Μιά πρόχειρη έρευνα έδειξε ότι τα νησίδιά μας ήταν γνωστά με την ονομασία αυτή πριν από το 1520, χρονολογία του χάρτη του Ιωάννου του Ξενοδόχου ( Μου- σείο Κορρέρ Βενετίας) και το 1528, εποχή δημοσίευσης του Ιζολάριου του Μπε- νεντέτο Μπορντόνε. Έχουμε όμως την εντύπωση ότι μνημονεύονται ήδη, σε χάρτη του 1447. του Gabriel de Vallseca.

Προβληματική η ανάγνωση του ονόματος Christia[n i] στον πορτολάνο του 1447

Η εκτύπωση του δισέλιδου αυτού χάρτη δεν επιτρέπει ασφαλή ανάγνωση, ο τύπος πάντως του ονόματος πρέπει να είναι Cristiana. Βλέπε επίσης στον Φλα- μπουρά (1974)32 χάρτη προερχόμενο από το Ιζολάριο του Benedetto Bordmone.

Βάση αυτών των δεδομένων, και με την προϋπόθεση ότι ευσταθεί η υπόθεσή μας ότι η ονομασία Χριστιανά συνδέεται με την εποχή κατά την οποία είχε δη- μιουργηθεί το μικρό μοναστήρι, το οποίο αναφέρουν ο Δε Κιγάλλας και ο Μ Μηνδρινός, θα μπορούσαμε να χρονολογήσουμε την ανθρώπινη αυτή εγκατά- σταση σε εποχή προγενέστερη της Άλωσης. Οπότε, η πιθανότερη περίοδος εγκα- τάλειψης τη νησίδας φαίνεται να είναι εκείνη των Κρητικών πολέμων

32 Φλαμπουράς, Δ. «Οι πρώτοι τυπωμένοι πορτολάνοι των ελληνικών νησιών», Ζυγός,

1974, σελ. 31,

και της γενικής έξαρσης της πειρατικής δραστηριότητας33 στο Νότιο Αιγαίο, προς τα τέλη του 17ου αι.

Πληροφορίες και στοιχεία για την Χριστιανή τον Μεσαίωνα, δεν βρήκαμε. Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τοπικές επιπτώσεις από την επιδημία της βουβωνικής πανώλης (541–542) στην ευρύτερη περιοχή Θήρας-Αστυπάλαιας-Άνάφης. Τότε νησίδες του Σαρωνικού και του Κορινθιακού προσέφεραν άσυλο σε κοντινούς πληθυσμούς. Αργότερα πάντως, η νησίδα πρέπει να ήταν πρόσφορος σταθμός πειρατών την εποχή των Αραβικών επιδρομών και μετά.

Το ενδεχόμενο να σχετίζονταν ο Ιωάννης ο Καρπάθιος (7ος αιών) ή ο Καρπάθιος μοναχός Ιωάννης (άγνωστο το πότε έζησε), που συνέγραψε το έργο “Προς τους μοναχούς της Ινδίας“, με την ονομασία της Χριστιανής και την αρχική εγκατάσταση μοναχών, έχει αναφερθεί, χωρίς όμως στοιχεία.

Ενδέχεται τα ίχνη των μεσαιωνικών αυτών οικιστών να ήταν τα τρία αλώνια, τα ερείπια (;) μικρού κήπου και οι δεξαμενές που βρήκαν οι εργάτες του Δε Κιγάλλα το 1852. Ερωτήματα μας δημιουργεί η μνεία ύπαρξης «κεραμοποιείου». Αν όντως πρόκειται για καμίνι ή φούρνο αγγειοπλαστικής, τίθεται το πρόβλημα της προέλευσης των καυσοξύλων τα οποία χρησιμοποιούντο για την λειτουργία του. Στην επιφάνεια όμως των χωραφιών απαντούν και όστρακα αρχαϊκή εποχής κακοψημένα που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι από την προϊστορία μπορεί να λειτουργούσαν μικρά καμίνια πάνω στο νησί, όταν οι Χριστιανές είχαν πολύ με- γαλύτερη επιφάνεια. Μια σημαντική έκταση ένωνε την Χριστιανή με την Ασκα- νία, όπως θα δούμε στη συνέχεια, την οποία πρέπει να κάλυπτε βλάστηση.

Πάντως, οι σημερινοί φρυγανότοποι της Χριστιανής, όπως και της Σαντορίνης, στερούνται ικανοποιητικής ποσότητας καυσίμων, γεγονός το οποίο μαρτυρούν οι περισσότεροι ξένοι ταξιδιώτες του 17ου και 18ου αιώνα. Αυτό καθόριζε σε ση- μαντικό βαθμό και την διατροφή των κατοίκων που περιόριζαν το ψήσιμο και ξέραιναν τροφές στον ήλιο. Επισημαίνουμε πάντως, πως η αρχαία λέξη «φρύγα- νον» (φρύγω, πύρδαλον) σημαίνει ετυμολογικά καυσόξυλο.

 

Μόνον συστηματική έρευνα της παλαιο-οικολογίας34 της Χριστιανής θα μπο- ρούσε να μας πει σε ποιά εποχή ήταν πιθανό να υπήρχε στο νησίδιο ξυλώδης βλάστησης μάκιας, γαλατσίδες και φίδες (κέδροι Juηiperus macrοcarpa) που να

 

 

33 Είναι γνωστό ότι κοντά στα Χριστιανά βρίσκονταν αρκετά κέντρα πειρατών. Όπως η Κίμωλοε και η Μήλος. Βλέπε τα σχόλια του Στέφανου Γεράσιμου εκδότη του Tournefort, Voyage d’un botaniste, vol.1 L’Archipel grec, Paris F.M. 1982, σελ.21-30 και 240. Επίσης Thevenot, J. Voyage de Levant, Paris, F.M. 1980.

34 Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι μια περιθωριακή μικρονησίδα όπως η Χριστιανή δύ- σκολα μπορεί να δικαιολογήσει τα έξοδα και την απασχόληση ειδικευμένων αρχαιολόγων και ερευνητών για συστηματικότερη έρευνα. Αυτό ισχύει και για την εκατοντάδα των ελ- ληνικών ερημονησίδων που όλες, όμως, είχαν αξιοποιηθεί από τους κατοίκους των νησιών μας. Εμπόδια, επίσης μπορεί να προκύψουν από τους ιδιοκτήτες, αν από την έρευνα η νη- σίδα κινδυνεύει να χαρακτηριστεί αρχαιολογική περιοχή.

 

 

 

 

 

επαρκούσε για τη λειτουργία μικρών καμινιών35. Έχουμε πάντως την εντύπωση ότι κάτι τέτοιο ανάγεται σε πολύ αρχαιότερους χρόνους. Ίσως μάλιστα να πρέπει να επανεξεταστούν εργασιακά ορισμένα από τα πρωτοκυκλαδικά όστρακα της Χριστιανής που φαίνεται ότι έχουν κατασκευαστεί από πηλό, ο οποίος έχει το χρώμα και την σύσταση του αργιλλώδους εδάφους της νησίδας, για να κρίνει το κατά πόσο ψήθηκαν επί τόπου, όπως πιστεύουμε.

Τίποτε βέβαια δεν αποκλείει να υπήρχε ξυλεύσιμη βλάστηση στα υψώματα του νησιού και στην παρακείμενη Ασκανία κατά τον 15ο αιώνα ή και πριν, όπως και το ενδεχόμενο να ξαναλειτούργησε κάποιο παλαιότερο καμίνι μετά από ανακα- τασκευή. 36

Κοντινή όψη του υπόσκαπτου ναΐδριου του Άγιου Βασίλειου στην Χριστιανή.

Στην διάρκεια της επίσκεψής μας εντύπωση μας έκανε το πλήθος και η πυκνότητα των επιφανειακών λειψάνων, τόσο των κεραμικών όσο και των οψιανών. 37 Εκτός από όστρακα κεραμικών τοπικής κατασκευής (βλέπε εδώ στο τέλος ), μας δημιουρ- γήθηκε η εντύπωση ότι μεγάλο ποσοστό από τα κεραμικά επιφανείας αποτελείται

35 Τέτοια βλάστηση είδαμε να υπάρχει άφθονη, πχ. στη νησίδα Σύρνα της Αστυπά- λαιας, όπου λειτουργούσε αρχαίο ασβεστοκάμινο, το οποίο είδαμε.

36 Το καμίνι (ή κεραμοποιείο) παραμένει μέχρι στιγμής το μόνο δείγμα βιοτεχνικού πα- ραγωγικού εξοπλισμού στην Χριστιανής και θα πρέπει να μελετηθεί συστημα- τικά.

37 Ανάλογη παρατήρηση έκανε και η Δρ. Ανάγια Σαρπάκη, όταν επισκέφθηκε την Χρι- στιανή, σύμφωνα με προσωπική της πληροφορία που μου έστείλε.

 

 

 

 

 

από μικρά θραύσματα μελανόχρωμων, μη στιλπνών, αγγείων με λεπτά τοιχώματα και είδαμε, ένα τουλάχιστον, θραύσμα ερυθρού κεραμικού ελληνιστικής ή ρωμαϊ- κής εποχής. (βλ. εικόνα).

Το γεγονός επιβεβαίωσε ο Χρ. Ντούμα, ο οποίος όταν τον Ιούλιο του 1975 ανέ- βηκε στην καλλιεργημένη περιοχή, συνέλεξε επιφανειακά όστρακα και ανέφερε ότι στην επιφάνεια «βρίσκει κανείς πολλά επιφανειακά όστρακα που ανάγονται στην δεύτερη περίοδο του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού ( Κέρος-Σύρος ). Υπάρχουν επί- σης και σποραδικά υστερομινωΐκά όστρακα, όμοια με την κεραμική από το Ακρω-

τήρι της Θήρας.

Φαίνεται λοιπόν πως το νησάκι αυτό συντηρούσε κάποιον εποχικό οικισμό ήδη πριν από την περίοδο χαλκοκρα- τίας και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στη διάρκεια της επίσκεψής μας εντύ- πωση μας έκανε η πυκνότητα των επι- φανειακών αυτών λειψάνων, τόσο των οψιανών όσο και των κεραμικών.

 

Η πιθανότητα μόνιμης κατοίκησης της Χριστιανής κατά την προϊστορική εποχή, ενισχύεται από το γεγονός ότι όλα δείχνουν ότι, στη νεότερη ιστορική περίοδο όταν το επίπεδο της θάλασσας είχε χωρίσει τις νησίδες, και το μονί- δρυο της νησίδας πρέπει να είχε μονί- μους οικιστές. Μόνιμη ανθρώπινη πα- ρουσία έχουν εξ άλλου πολλά άλλα μι- κρονησίδια του Αιγαίου. Αν μάλιστα

κρίνουμε από την απαρίθμηση των οικισμών της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρε- σίας, πάνω από 70 νησίδια, με έκταση μικρότερη από 7-8 χμ2, φιλοξενούν ή φιλο- ξενούσαν κατοικίες. Ο αριθμός τους θα ήταν αρκετά μεγαλύτερος κατά την αρχαι- ότητα και την προϊστορία όταν η επιφάνεια της θάλασσας ήταν χαμηλότερη. Αυτό προκύπτει και από τα διάφορα, κατά καιρούς, αρχαιολογικά ευρήματα πάνω στα νησίδια, και το γεγονός ότι βοσκότοποι και μικρές καλλιεργητικές αναβαθμίδες υ- πήρχαν σχεδόν σε όλες τις ερημονησίδες του Αιγαίου. Γεγονός που φαίνεται σε όλες τις δημοσιευμένες δορυφορικές εικόνες.

 

 

 

 

 

Δρόμος από δορυφορική εικόνα Google Earth 2020

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αντώνης Καραμολέγκος πρώην Πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Πύργου του Δήμου Θήρας. Σημαντικές πληροφορίες για τα Χριστιανά πηγάζουν, ‘όπως είπαμε, από το βιβλίο του Α. Καραμολέγκου, Χριστιανά, Εκδ. Καλλίστη.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

« Από το εκκλησάκι του Άη Βασίλη έχουμε αναμνηστική φωτογραφία του αμείμνηστου Παπά-Λευτέρη από το Μεγαλοχώρι, καθώς και την αναμονή του στη θαλάσσια περιοχή για την αναχώρησή του για Σαντορίνη.».

 

 

 

 

 

Λαογραφικά

 

Μία από τις προφορικές ιστορίες για τη Χριστιανή είναι και η παρακάτω:

«Στα Χριστιανά, ένα νησάκι απέναντι στη Σαντορίνη ήτανε ένας βοσκός. Το νησί ήταν ακατοίκητο και υπήρξε μια εκκλησία του Αγίου Βασιλείου. Κάποιο βράδυ, ηπαρουσιάστηκε ένας γέροντας με άσπρα μαλλιά και λέει του μπαρμπα Κυ- ριάκου του βοσκού: – Έλα να σου δείξω ένα θησαυρό. Μα ο γερο-βοσκός ηφοβή- θηκε και ηκρύφτηκε μέσα στο κελί του.

»Μετά από χρόνια ένας φυλακισμένος είπε σ’έναν Σαντορινιό που ήταν και αυτός στη φυλακή, να πάει στα Χριστιανά μόλις βγει και να πάρει το θησαυρό.

» Θα πας, του πε, νταμ (ακριβώς) μεσημέρι στη γκορυφή του βράχου του νη- σιού που βρίσκεται ανατολικά της Κρήτης. Η ασκιά σου θα πρέπει να σχηματίζει ευθεία. Εκεί σκάψε και θα βρεις το θησαυρό.

»Ήπηε έσκαψε, αλλά θησαυρό δε βρήκε, γιατί μάλλον επειδή ήταν και ορμη- τήριο πειρατών, ο θησαυρός…εχάθη!»

[Ειρήνη Καφιέρη του Μηνά (1969) Συλλογή λαογραφικού υλικού εκ του χωρίου Φηρά της επαρχίας Θήρας, του νομού Κυκλάδων.)38

 

39

Στα αριστερά: Ευάγγελος Πρέκας

 

38 Χριστιανά: Οι άγνωστες νησίδες του Αιγαίου όπου οι πειρατές έκρυβαν τους θησαυ- ρούς τους. https://www.fosonline.gr/stiles/paraskinio/article/192210/xristiana-oi- agnostes-nisides-toy-aigaioy-opoy-oi-peirates-ekryvan-toys-thisayroys-toys\ (επίσκεψη 01/2023)/

39 Κλικ στις ιστοσελίδες μας: Αρμενιστής, Εμείς και η Κοινωνία μας, Γιάννης Αργυρός Σαντορίνη.

 

 

 

 

 

Όπως είπαμε προηγουμένως, ένας από τους γνωστούς μέτοικους των Χριστια- νών ήταν ο ταχυδρόμος Ευάγγελος Πρέκας γνωστός ως Φώτης, ο Αρτέμιος Δακου- τρός, όπως και η οικογένεια του Βαγγέλη Αργυρού.

 

▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬

 

Παραθέτουμε εδώ, όλο το απόσπασμα της εργασίας του Τσαντήλα, στην οποία αναφερθήκαμε εισαγωγικά. https://docplayer.gr/48439101-I-thira-kata-tin-3i-hilietia-p-h.html

 

Ο Τσαντήλας αναφέρεται στην έρευνα του Κ. Τσάκου το 1966, και στην συστη- ματική ανασκαφή που ακολούθησε το 1981 από τον Χαράλ. Σιγάλα. Και στις δύο περιπτώσεις δεν έχουμε πλήρη δημοσίευση όλων των ευρημάτων.

Στο μάθημα του, το 2017, ο Τσαντήλας λέει πως: Στην « Μεγάλη Χριστιανή, Νησί 15 χλμ. ΝΔ της Θήρας. Εντοπίσθηκε φρεατοειδής λιθόκτιστη κατασκευή, η οποία μπορεί να λειτουργούσε ως σιλό. Η κατασκευή περιείχε ολόκληρα αγγεία (ρομφόσχημες πρόχους, κρατηρίσκους, ανοιχτές φιάλες, σφαιρικού ή κωνικού σχήματος, απιόσχημο αγγείο) και όστρακα αποθηκευτικών σκευών του τέλους της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ περιόδου, σύγχρονα της «ομάδας του Καστρίου». (Υπήρχε δηλαδή) οικισμός με περίοδο ακμής την πρώιμη φάση της ΠΚ ΙΙΙ. Ανασκαφές έ- καναν: o K. Τσάκος το 1966 και ο Χ. Σιγάλας το 1981.»

[ https://docplayer.gr/48339797-I-thira-kata-tin-3i-hilietia.html ]

Σε προγενέστερη πληροφορία από τον Τσάκο στο Αρχαιολογικό Δελτίο (1967), διαβάζουμε ότι, «Κατά τον Οκτώβριον 1966 εις την νησίδα Χριστιανά ανευρέθη φρεατοειδής λιθόκτιστος κατασκευή (Πιν. 340 γ), κατεστραμμένη κατά μέγα τμήμα υπό παραρρέοντος χειμάρρου. Κατά γενομένην σύντομον έρευναν περισυ- νελέγησαν εις το εσωτερικόν δεκαέξ αγγεία, καθώς και όστρακα κυκλαδικών αγ- γείων (Πιν. 341 α-γ)/ Τμήματα και όστρακα παρομοίων αγγείων περισυνελέγησαν εκ της περί το κτίσμα περιοχής.» Αντώνης Ε. Καραμολέγκος. 2013, Βραχονησίδες Χριστιανά, Εκδόσεις Καλλί- στη, σ. 53. https://el.wikipedia.org/wiki/Χριστιανά_Θήρας

http://natura2000.eea.europa.eu/Natura2000/SDF.aspx?site=GR4220022 http://natura2000.eea.europa.eu/Natura2000/SDF.aspx?site=GR4210011Κ.

Τσάκος

Κ. Τσάκος, Αρχαιολογικόν Δελτίον, Χρονικά, 22. Β2 (1967), σελίς 464 και πίνα- κες 340-341, όπου εικονίζονται οι ραμφόστομοι πρόχοι υπ’ αριθμ. 1716, 1825 και ο κρατηρίσκος αρθ, 1829 (πιν 341), όπως επίσης και η φρεατοειδής κατασκευή.

Η έρευνα του Ντούμα

Ντούμας, Χρήστος (1976). Πρωτοκυκλαδική κεραμεική από τα Χριστιανά Θή- ρας, Αρχαιολογική Εφημερίς, τόμος 115, σελ. 1-11 και πίνακες 1-5. – Χ. Ντούμας, 1976, Πρωτοκυκλαδική κεραμική από τα Χριστιανά Θήρας, ΑΕ 

«ΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ Τα Χριστιανά είναι ένα μικρό νησιωτικό συγκρότημα που βρίσκεται περί τα 15 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Θήρας. Το μεγαλύτερο από τα νησάκια του συμπλέγματος, η Μεγάλη Χριστιανή, παρά τη μικρή έκταση και το βραχώδες έδαφός της, ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν χρησιμοποιήθηκε σαν βοσκότοπος και για τη καλλιέργεια κριθαριού πάνω στην μικρή της πεδινή επιφάνεια.

Στη καλλιεργήσιμη αυτή περιοχή, το 1966, κατά την διάρκεια επιφανειακής αρ- χαιολογικής έρευνας από τον Κ. Τσάκο, εντοπίσθηκε φρεατοειδής λιθόκτιστη κατασκευή. Το 1981 έγινε νέα συστηματική ανασκαφή του κτίσμα- τος από τον Επιμελητή Αρχαιοτήτων Χαράλαμπο Σιγάλα, πρόκειται για παρόμοιο με τα κτίσματα του Φτέλλου, σε πιο μικρό όμως μέγεθος, το οποίο μπορεί να λει- τουργούσε ως σιλό 10.

»Αυτή η κατασκευή περιείχε ολόκληρα αγγεία (ρομφόσχημες πρόχους, κρατη- ρίσκους, ανοιχτές φιάλες, σφαιρικού ή κωνικού σχήματος, απιόσχημο αγγείο) και όστρακα αποθηκευτικών σκευών του τέλους Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ περιόδου 11.

»Αναλυτικότερα, η κεραμική από τη Χριστιανή μπορεί να διακριθεί σε δύο βα- σικές κατηγορίες: σε αγγεία στιλβωτά και σε αγγεία αστίλβωτα. Στην πρώτη κατη- γορία ανήκουν κυρίως μικρά αγγεία. Στη δεύτερη εκτός από τα μικρά φαίνεται πως υπήρχαν και μεγάλα, αποθηκευτικά κατά κύριο λόγο, σκεύη, καθώς μαρτυρούν τα σημαντικά που περιμαζεύτηκαν.

»Τα στιλβωτά αγγεία έχουν επιφάνεια με χρώμα που ποικίλλει από το καστανό έως το μαύρο. Είναι κυρίως κλειστά αγγεία με κοινή διακόσμηση από ανάγλυφες νευρώσεις που κατεβαίνουν ακτινωτά από τη βάση του λαιμού προς τη κοιλία του αγγείου. Σπανιότερη είναι η χαρακτή ή μάλλον η αυλακωτή διακόσμηση. Στα αγγεία της δεύτερης κατηγορίας η επιφάνεια συχνά παρουσιάζει αποχρώσεις, οι ο- ποίες μάλλον οφείλονται στο ψήσιμο του πηλού.

»Διακόσμηση διαθέτουν κυρίως τα μεγάλα σκεύη. Την αποτελούν ανάγλυφες ταινίες σε απομίμηση σχοινιού, ανάγλυφα κουμπιά και χαράξεις. Γενικά σε όλα τα αγγεία της ομάδας ο πηλός περιέχει σημαντική ποσότητα χαλικιών και το ψήσιμό του είναι οπωσδήποτε ανεπαρκές.

»Σε τρεις περιπτώσεις έχουμε χαραγμένα σημεία του αγγειοπλάστη: χαραγμένο στο πλάι μόλις πάνω από τη βάση, με ένα πολύ απλό σχέδιο από δύο λοξές γραμμούλες που τείνουν να συναντηθούν και να σχηματίσουν οξεία μάλλον γωνία.

»Τόσο τα σχήματα όσο και η τεχνική και τα διακοσμητικά θέματα η κεραμική από τη Χριστιανή τοποθετείται στη περίοδο του πολιτισμού Κέρου- Σύρου 12 και είναι πιθανώς σύγχρονη της «Φάσης Καστριού» αλλά δεν εντάσσεται σε αυτήν, διότι δεν περιλαμβάνει κανέναν από τους χαρακτηριστικούς της τύπους (δέπας αμφικύπελλον, δίωτα κύπελλα με κωδωνόσχημο σώμα, κύπελλα του τύπου οne- handled tankard και πυξίδες με εγχάρακτη διακόσμηση), όπως υποστηρίζει ο J. B. Rutter 13.

»Ακόμα, η εύρεση ακέραιων αγγείων στη Χριστιανή είναι πολύ σημαντική, γιατί βοηθά στη σωστή αποκατάσταση σχημάτων κεραμικής που είναι γνωστά μο- νάχα από όστρακα 14. Παράλληλα όμως, οι ομοιότητες που παρουσιάζουν τα αγ- γεία αυτά με την κεραμική όχι μόνο της Θήρας και άλλων κυκλαδικών νησιών, αλλά επίσης της Κω, της Σάμου, της Λήμνου, της Τροίας, [….] »

Αναφορικά με τα αγγεία αυτά ο J. Rutter (AJA 1983)40 παρατηρεί : « Αλλά που ήταν οι πληθυσμοί των Κυκλάδων της περιόδου Εarly Βronze 3 (EB3, Πρωτοχαλκή 3) και τι μορφή είχαν τα αντικείμενα (artifactual assemblages) της άδηλης αυτής χρονικής φάσης ; Τα αντικείμενα που ανέσκαψε ο Ντούμας πάνω στη νησίδα Χρι- στιανή, κοντά στη Θήρα έχουν ανατρέψει τη γνώση της επίσημης επιστήμης, κα- θώς δεν μπορούν να χρονολογηθούν στην περίοδο αυτή, διότι τα αντίστοιχα αντι- κείμενα που πρόσφατα δημοσιεύθηκαν από την Αίγινα, δείχνουν πως τα ευρήματα της Χριστιανής είναι της Middle Cycladic (MC) 1 περιόδου, σύγχρονα με την Φυ- λακοπή 1. Και προσθέτει μια εκτεταμένη υποσημείωση (no. 17) για να στηρίξει την άποψή του.

Υποσημείωση 17, σελ. 71: ► Χρήστος Δούμας, «Πρωτοκυκλαδική Κεραμεική από τα Χριστιανά Θήρας», Αρχ. Εφημερίς 1976, 1-11, όπου προτείνεται μια ημερο- μηνία σύγχρονη με την ομάδα Καστρί. Ωστόσο, τουλάχιστον δύο χαρακτηριστικά της κεραμικής από τη Χριστιάνα υποδηλώνουν ότι πρέπει να χρονολογηθεί στις αρχές της Middle Bronze Age (ΜΒΑ) ), με βάση τους στενούς παραλληλισμούς με τα πρόσφατα δημοσιευμένα ευρήματα από την Αίγινα. Η κάθετη ράβδωση τόσο στα αγγεία όσο και στα πιθάρια της Χριστιανής είναι αντίστοιχη με αυτή σε ένα κάθετα ραβδωτό πιθάρι από την ίδια πρώιμη αρχαιολογική θέση της Middle Bronze Age (MBA) περιόδου, στην Αίγινα, που περιείχε την πρώτη κεραμική τύπου Φυλακωπής Ι (Walter and Fel- ten 124, 171-72 αρ. 392, εικ. 108, σελ. 115· βλ. επίσης ανωτέρω αρ. 13) όπως και σε ένα αγγείο από την ίδια τη Φυλακωπή (Atkinson et al., [υπ. αρ. 5] 154 εικ. 138).

Η εμφάνιση στη Χριστιάνα «σημαδιών αγγειοπλαστών» στον κάτω μέρος, ακρι- βώς πάνω από τη βάση σε τουλάχιστον τρία διαφορετικά αγγεία (Δούμας 7, 10-11 αρ. 1837, 1838, 1840) μαρτυρείται για πρώτη φορά στην Αίγινα και πάλι ακριβώς στα ίδια. πλαίσιο που παρήγαγε το ραβδωτό πιθάρι και τους ήδη αναφερόμενους κεραμικούς τύπους Phylakopi I (Walter and Felten 125-26, pls. 124-25). Παρόμοια φάση MH της Lerna V, όπου συνδέονται κυρίως με υλικά που περιέχουν “χρυσό μαρμαρυγία” ως υλικό μετριασμού (tempering) και ταυτοποιούνται ως πιθανώς να έχουν κατασκευαστεί στην Αίγινα (Zerner [infra n. 21] 150, 156). Σημάδια αυτού του είδους δεν απαντούν στα άφθονα αρχαιολογικά υπολείμματα της περιόδου Εarly Ηelladic ΙΙΙ, ούτε στην Αίγινα ούτε στη Λέρνα.

[Δική μας μετάφραση]

  • Doumas–.where a date contemporary with the Kastri group is However, at least two features of the pottery from Christiana suggest that it should be dated to the beginning of the MBA, on the basis of close parallels with the recently published finds from Aigina. The vertical ribbing on both jugs and jars at Christiana is paralleled by that on a vertically ribbed jar from the same early MBA deposit at Aigina which contained the first pottery of Phylakopi I types (Walter and Felten 124, 171-72 no. 392, fig. 108, pl. 115; see also supra n. 13) and on a jar from Phylakopi itself (Atkinson et al., [supra n. 5] 154 fig. 138). The occurrence at Christiana of “potters’ marks” on the lower wall just above the base on no less than three different vases (Doumas 7, 10-11 nos. 1837, 1838, 1840) is first attested at Aigina again in precisely the same context which produced the ribbed jar and Phylakopi I ceramic types

40 Jeremy Rutter, Some Observations on the Cyclades in the Later Third and Early Sec- ond Millennia, American Journal of Archaeology, Vol. 87, No. 1 (Jan., 1983), pp. 69-76 already cited (Walter and Felten 125-26, pls. 124-25). Similar “potters’ marks” located on the ves- sel wall just above the base likewise first appear at Lerna in the earliest MH phase of Lerna V, where they are associated above all with fabrics containing “gold mica” as a tempering material and identified as possibly having been manufactured on Aigina (Zerner [infra n. 21] 150, 156); marks of precisely this kind are not attested in the copious EH III deposits at either Aigina or Lerna.

Διασπορά της ηφαιστειακής τέφρας

Οι χάρτες της διαδικτυακής δημοσίευσης του 2012 με τις παρατηρήσεις που τους συνοδεύουν που δεν είναι πιά προσιτοί (!!) επιβεβαιώνουν όμως τις απόψεις μας, και το γεγονός ότι μια προσεκτική και πλήρης έρευνας της Χριστιανής, μπο- ρεί να ανατρέψει ορισμένες, μέχρι τώρα, επίσημες ακαδημαϊκές απόψεις για την ηφαιστειακή έκρηξη της Σαντορίνης. Μεγάλο μέρος της οποίας κάλυψε μεν την περιοχή του Ακρωτηρίου, αλλά κυρίως φαίνεται πως προσανατολίστηκε ανατολικά.41 (Βλ. χάρτη που ακολουθεί). Με αποτέλεσμα στα Χριστιανά να έπεσαν περιορισμένες ποσότητες ηφαιστειακής τέφρας. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι κάτοικοι είχαν εγκαίρως εγκαταλείψει την Θήρα, μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι έξοδος κατευθύνθηκε δυτικά, στις Κυκλάδες και δεν αποκλείεται, μέρος των διαφυγόντων να έφτασαν μέχρι τα παράλια της Λακωνίας. Κάτι που θα πρέπει να ερευνηθεί για τις επιπτώσεις που είχε στον πολιτισμό της Πελοποννήσου.

41 [Από τη Βικιπαίδεια]: «Το γεγονός ότι στον οικισμό δεν βρέθηκαν καθόλου ανθρώπινοι σκελετοί μαρτυρά ότι μια σειρά από προειδοποιητικούς σεισμούς εξανάγκασε τους κατοίκους να τον εγκαταλείψουν έγκαιρα. Πάντως πριν ταφεί ο οικισμός από την τέφρα της ηφαιστειακής έκρηξης, είχε χτυπηθεί από μεγάλο σεισμό. Κάποιοι κάτοικοι επέστρεψαν αργότερα στον οικισμό για να απεγκλωβίσουν όσους δεν είχαν προλάβει να φύγουν και να συλλέξουν πολύτιμα και προσωπικά αντικείμενα. Άλλα πρόδρομα της ηφαιστειακής εκρήξεως φαινόμενα, όμως, ανάγκασαν τους κατοίκους να ξαναεγκαταλείψουν την πόλη, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι οι εργασίες διάνοιξης των δρόμων δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, ενώ ένας μεγάλος αριθμός από αγγεία βρέθηκαν πάνω σε σωρούς μπαζών, όπου, προφανώς, είχαν τοποθετηθεί αρχικά για να μεταφερθούν σε πιο ασφαλείς θέσεις.[5] Ενδείξεις για το που κατέφυγαν δεν έχουμε. Ο χρόνος, πάντως, μεταξύ του μεγάλου σεισμού και της ηφαιστειακής έκρηξης δεν πρέπει να υπερέβαινε τις λίγες δεκάδες μέρες, ενώ η χρονική διάρκεια από τις πρώτες εκρήξεις μέχρι την δημιουργία της καλδέρας υπολογίζεται σε δύο με τρία εικοσιτετράωρα.[6]

Τα αλλεπάλληλα κύματα της τέφρας παρέσυραν τις στέγες και τα ανώτερα τμήματα των κτηρίων του οικισμού.[7] Μετά την ηφαιστειακή έκρηξη και την απόθεση των ηφαι- στειακών υλικών που οδήγησε στον ενταφιασμό του οικισμού, ακολούθησε καταρρα- κτώδης βροχή, η οποία διέβρωσε την ελαφρόπετρα και την τέφρα και σε πολλές περι- πτώσεις έφτασε μέχρι και το προεκρηξιακό έδαφος. Η βροχή αυτή μετέφερε ρευστή λά- σπη στα ισόγεια των κτιρίων του οικισμού, κάτι που οδήγησε τόσο στη διατήρηση του περιεχομένου τους, όσο και στην παραμονή στη θέση τους των δαπέδων των υπερκείμενων ορόφων.[5]

«Inland outcrops of tephra are rare in the Cycladic Islands, except on volcanic islands themselves, and the regional tephrostratigraphy is mostly based on marine tephra (Keller et al., 1978; Wulf et al., 2020; Kütterolf et al., 2021). The discovery of pumice deposits on the coasts of Ios Island has implication for the dispersal of tephra produced by explosive eruptions of Santorini volcano.[…}»42

Θα προσθέσουμε, στο σημείο αυτό την παρατήρηση της Ανάγια Σαρπάκη, σχε- τικά με την άσπα που βρέθηκε στην Κρήτη στο Δέλφινο «The distance from San- torini to Crete is large enough to doubt the deposition of pumice through the air, the more so because the wind must have blown from the west as concluded from the ash deposits towards western Turkey. Consequently, the pumice in the Delphinos core must have been carried in by the sea. The question is how the pumice arrived in the Delphinos sediment. It is suggested that a tsunami was caused by the eruption, but a tsunami does not transport material. If a tsunami hit the coast near Delphinos the clay deposit would have been disturbed. […] instead one is inclined to think of seawater currents,

42 Raphael Paris et al, «A Minoan and a Neolithic tsunami recorded in coastal sediments of Ios Island, Aegean Sea, Greece» Marine Geology, Volume 452, October 2022.

which took floating pumice over the beach barrier or through the outlet of the Delphinos.»43

Το 2015 οι Tappin, David και Nomikou, Paraskevi σημείωναν με τη σειρά τους: «At Malia the sands are dated at approximately 3,500BP. 100 km to the west of Malia, at Delphinos, there are marine sands dated at 2,800BP, although the younger date here may be attributable to the nature of the material dated. Deposits at both sites are associated with pumice. Although the site at Malia is close to the sea, the site at Delphinos is 340 m inland from the coast, far beyond the reach of storm waves.» – Δημοσίευση 12-17.4.2015 στην Βιέννη.

Οι 3 νησίδες σε διάφορες χρονικές περιόδους σε συνδυασμό με το επίπεδο της θάλασσας (http://mapmistress.blog.com/author/mapmistress/ ★2012)

Η μελέτη της ανά τους αιώνες ανόδου της επιφάνειας της θάλασσας οδηγεί προοδευτικά σε μια νέα θεώρηση της κατοίκησης του Αιγαίου τα τελευταία 12.000 χρόνια, και σε μια ευρύτερη προσπάθεια ανάδειξης των ενάλιων αρχαιο- λογικών χώρων της Ελλάδας, και του ενάλιου τοπίου (seascape – Breen and Lane, 2003). Όμως, όπως παρατηρεί ο Αλέξανδρος Τούρτας (2017)44 στη διατριβή του, «η ελληνική βιβλιογραφία υστερεί σημαντικά σε θέματα διαχείρισης της ενάλιας πολιτιστικής κληρονομιάς.»

Παραθέτουμε στη συνέχεια μια σειρά από χάρτες της ιστοσελίδας Map Mis- tress με δική μας μετάφραση των παρατηρήσεων που τους συνοδεύουν.

Νήσος Χριστιανά : Μεσολιθική ως Νεολιθική εποχή.

Christiana Isle: Mesolithic to Neolithic

Map Mistress 2012 Christiana

Δεν υπάρχουν ακόμη στοιχεία για το αν κατοικήθηκε τα Χριστιάνας στη με- σολιθική ή τη νεολιθική εποχή. Ωστόσο, τα νησιά των Κυκλάδων στα βόρεια και δυτικά αποικίστηκαν (σύμφωνα με τις αρχαίας πηγές), από Κάρες κατά τη μεσο- λιθική φάση. Η Κρήτη, το πλησιέστερο νησί στα νότια της Χριστιάνας, αποικί- στηκε πολύ νωρίς και σίγουρα στα μέσα της 8ης χιλιετίας π.Χ. 45

43 Anaja Sarpaki, Environmental Change in Crete: a 9000-Year Record of Holocene Veg- etation History and the Effect of the Santorini Eruption. Academia.edu, 2003

44 Τούρτας, Αλέξανδρος, Προστασία και ανάδειξη εναλίων αρχαιολογικών θέσεων στην Ελλάδα. Θεωρητική και μεθοδολογική προσέγγιση. Διατριβή ΑΠΘ 2017, με εκτενή βιβί- ογραφία.

45 Wikipedia. «There is no evidence, yet, of inhabitation of Christiana at the meso- lithic or neolithic. However, Cyclades islands to the north and west were colonized by Carians during the mesolithic phase. Crete, the nearest island to the south of Christiana, was definitely colonized by the mid-8th millenium B.C.E.»

[Ανασκαφές το 2008-2009 στον Πλακιά της νότιας Κρήτης έφεραν στο φως ερ- γαλεία χειρός 130.000 έως 190.000 ετών. Γεγονός που αναγκάζει τους ιδικούς να αναθεωρήσουν την προέλευση, τις κινήσεις, καθώς και τις ικανότητες των προϊστο- ρικών ανθρώπων. Στη νήσο Γαύδο (Κόπακα) έχουν επίσης βρεθεί ίχνη κατοίκησης από την Πρώιμη και τη Μέση Παλαιολιθική περίοδο. Wikipedia 2023.]

Τα Χριστιανά την Νεολιθική εποχή (περί το 7000 πΧ) – Map Mistress 2012 Christiana

Κατά τη νεολιθική, (με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας) η Εσχάτη χωρίστηκε από το κύριο νησί για να σχηματίσει το δικό της νησί. Δεδομένου ότι η Εσχάτη είναι πολύ βραχώδες και άνυδρη στη σύγχρονη εποχή, είναι αβέβαιο ποιο θα ήταν το κλίμα στο παρελθόν και κανείς δεν έχει κάνει εδαφολογικές μελέτες στα νησιά για να προσδιορίσει την υγρασία του παρελθόντος κλίματος.46

46 By the neolithic, Eschati separated from the main island to form its own island. Since the island is very rocky and arid in modern times, it is uncertain what the climate would have been in the past and no one has done soil studies on the isles to determine moisture of past climates.

Σχετικά με τις επιπτώσεις της ανόδου της θάλασσας στην ιστορία του Ανθρώπου, αξίζει να παραθέσουμε την εισαγωγή της σύγχρονης (2022) ανακοίνωσης σχετικά με την συλλογική ανακοίνωση για τα παράλια στο Liman Tepe: (δική μας μετάφραση)

Η παγκόσμια άνοδος της στάθμης της θάλασσας από την Τελευταία Μέγιστοη περίοδο των Παγετώνων (LGM; περίπου 30-20 ka BP) άλλαξε δραματικά τις α- κτές παγκοσμίως και είχε σημαντική επιρροή στους προϊστορική κατοίκηση των παράκτιων περιοχών (Bailey and Flemming, 2008; Flatman and Evans, 2014; Flemming et al., 2017· Σακελλαρίου και Γαλανίδου, 2017). Έχει υπολογιστεί ότι παγκοσμίως, περισσότερα από 20.000.000 τ.χλμ2 παράκτιων εκτάσεων πλημμύρισαν καθώς η στάθμη της θάλασσας μετά τον παγετώνα, ανέβηκε από τη μέγιστη χαμηλή στάθμη της περιόδου LGM (~120–135 m κάτω από το παρόν) (Clark et al., 2009; Bailey et al., 2017 ). Αυτές οι καταποντισμένες εκτάσεις ήταν πρώην χερσαία και παράκτια ενδιαιτήματα διαθέσιμα για την προϊστορική ανθρώπινη μετανάστευση, την εγκατάσταση και την συλλογή θαλάσσιων πόρων (Bailey and Flemming, 2008; Harff et al., 2016; Benjamin et al., 2017). Το αρχαιολογικό δυ- ναμικό των καταποντισμένων τοπίων είναι πλέον ευρέως αναγνωρισμένο και έ- χουν γίνει το κύριο επίκεντρο της υποβρύχιας αρχαιολογικής και γεωαρχαιολογι- κής έρευνας (Flatman and Evans, 2014; Flemming et al., 2017; Bailey et al., 2020; Flemming, 2020). Στο Αιγαίο, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας ήταν ένας σημαντικός καθοριστικός παράγοντας για την μελέτη των θέσεων των προϊστο- ρικών παράκτιων οικισμών και λιμανιών (Harff et al., 2016; Benjamin et al., 2017). Κατά τη διάρκεια της πρώιμης μετά τους παγετώνες περιόδου, η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε γρήγορα μέχρι περίπου.4–5 π.χ., όταν οι όγκοι του πάγου σταθεροποιήθηκαν και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας επιβραδύνθηκε (Lambeck, 1995).47

47 Global sea level rise since the last glacial maximum (LGM; ca. 30-20 ka BP) dramatically altered coastlines worldwide and was an important influence on pre- historic settlement in coastal areas (Bailey and Flemming, 2008; Flatman and Ev- ans, 2014; Flemming et al., 2017; Sakellariou and Galanidou, 2017). It has been estimated that worldwide, more than 20 million km2 of coastal landscapes were inundated as postglacial sea levels recovered from the LGM maximum lowstand (∼120–135 m below present) (Clark et al., 2009; Bailey et al., 2017). These drowned landscapes were former terrestrial and coastal habitats available for pre- historic human migration, settlement, and the procurement of marine resources (Bailey and Flemming, 2008; Harff et al., 2016; Benjamin et al., 2017). The archae- ological potential of drowned landscapes is now widely recognized, and they have become a major focus of underwater archaeological and geoarchaeological research (Flatman and Evans, 2014; Flemming et al., 2017; Bailey et al., 2020; Flemming, 2020). In the Aegean, sea-level rise was an important determinant on the location of prehistoric coastal settlements and harbouring sites (Harff et al., 2016; Benjamin et al., 2017). During the early post-glacial, sea levels rose rapidly until ca. 6– ka BP, when ice volumes stabilized, and sea-level rise decelerated (Lambeck, 1995). Quaternary Science Reviews, vol. 276, January 2022, 107293. [επίσκεψη 2023].

Νήσος Χριστιανά : Χαλκολιθική ως την αρχαϊκή εποχή.

Christiana Isle: Bronze Age to Archaic Age

Map Mistress 2012 Christiana

Η νησίδα Χριστιάνα πιστεύεται πως αποικίστηκε από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Αυτό που είναι αβέβαιο είναι ποια ομάδα ανθρώπων αποίκισε το νησί. Ο μόνος που έκανε αρχαιολογική ανασκαφή στο νησί ήταν ο Χρήστος Ντούμας το 1976. [και αργότερα ο Χαράλαμπος Σιγάλας το 1981)48  

48 Christiana islet was colonized by the Early Bronze Age. [άποψη του συντάκτη της ιστοσελίδας.] What is uncertain is which group of people colonized the island. The only person to do an archeology dig on the island was Christos Doumas in 1976.

Ο Ντούμας πίστευε ότι το λατομείο του νησιού το εκμεταλλεύονταν μια ο- μάδα από τη Θήρα και την συνέδεε με τους κατοίκους του Ακρωτηρίου στη Θήρα. Ωστόσο, δεν κατάφερε να δείξει ότι κάποιο υλικό από το Λατομείο Καραγεώργη βρισκόταν στη νήσο Θήρα, η κεραμική πάντως από τη νησίδα Χριστιάνα δεν ταιριάζει με την τεχνοτροπία της κεραμικής του Ακρωτηρίου.49

Νήσος Χριστιανά : γύρω στο 2000 πΧ. Christiana Isle: c. 2000 BCE – Map Mistress 2012 Christiana

49 Doumas believed that the island’s quarry was mined by a group from Thira and he placed them with Akrotiri group on Thira. However, he failed to show that any material from the Karageorghis Quarry was on the island of Thira and the pottery from Christiana islet doesn’t match the pottery style of Akrotiri.

 

 

 

 

 

Μια δεύτερη θεωρία για την προέλευση των κατοίκων της Χριστιανής υπο- στηρίζει ότι η κεραμική τους προέρχεται από την ομάδα της νήσου Κέρου. Μια τρίτη όμως θεωρία για την κατοίκηση της Χριστιανής, πιστεύει πως κεραμική του νησιού είναι από την ομάδα της Αμοργού. Και ακόμα μια τελευταία τέταρτη θε- ωρία, για τους κατοίκων της Χριστιανής είναι ότι, το στυλ κεραμικής τους είναι μοναδικά και δεν φαίνεται να ταιριάζουν με καμία άλλη γνωστή ομάδα των Κυ- κλάδων. Κοιτάζοντας φωτογραφίες της κεραμικής της νησίδας Χριστιάνα από την Εποχή του Χαλκού (που εκτίθεται στο Μουσείο Προϊστορικής Θήρας στη Σαντορίνη), θα πρέπει να συμφωνήσω ότι το στυλ κεραμικής είναι μοναδικό και δεν ταιριάζει πραγματικά με άλλες ομάδες.50

Στα υψώματα της νησίδος, προς τα δυτικά, εντοπίστηκε ένα αρχαίο νταμάρι: το ονομαζόμενο ορυχείο Καραγιώρη.51 Σύμφωνα με τον συγγραφέα της ιστοσε- λίδας «Map Mistress”:

«Φαίνεται πολύ πιθανό πως είτε μια ομάδα δούλων μεταφέρθηκε στο νησί την Εποχή του Χαλκού για να εργαστεί στο λατομείο, είτε μια ομάδα πλήρωνε εργάτες για να εργαστούν στο λατομείο. Αυτό που είναι ασαφές είναι το πού πήγαιναν τα υλικά που εξορύσσοντας από την Χριστιάνα στην Εποχή του Χαλκού;»52

Θα προσθέσουμε (εμείς) ότι σε κάθε περίπτωση ο αριθμός των λατόμων πρέπει να ήταν περιορισμένος. Ταυτόχρονα, λίγοι μπορεί ήταν και εκείνοι που τους έδι- ναν νερό και τροφή, και αξιοποιούσαν ή εμπορεύονταν τα υλικά του λατομείου.

50 A second theory of Christiana’s inhabitants postulates that their pottery is from the Keros group. A third theory of Christiana’s inhabitants postulates that the isle’s pottery is from the Amorgos group. And still a final fourth theory of Christiana’s inhabitants is that their pottery styles are unique and don’t seem to match any other known group. Looking at pho- tos of the pottery of Christiana islet from the Bronze Age (on display in the Museum of Prehistoric Thera on Santorini), I’d have to agree that the pottery style is unique and doesn’t really match other groups.

51 Ορυχείο με το ίδιο όνομα υπάρχει στον οριοθετημένο αρχαιολογικό χώρο «ορυχείων Καραγιώργη», με μεσοκυκλαδικό νεκροταφείο στη θέση “Φτέλλος” της Θήρας.

52 «It seems highly likely that either a slave group was brought to the island in the Bronze Age to work the quarry or one group paid another group to work the quarry. What’s unclear is where did the materials go when exported from Christiana in the “Bronze” Age?»

«Εκείνο που είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι αυτό που εμφανίζεται σε μια δορυφορική εικόνα υψηλής ανάλυσης Google της περιοχής του λατομείου Καρα- γεώργη στη σύγχρονη εποχή. (ανάλυση 50-100 μέτρων.) Στην παραπάνω εικόνα επικάλυψα ό,τι είναι ορατό από το Λατομείο Καραγεώργη από σύγχρονο δορυ- φόρο και πρόσθεσα την ακτογραμμή περί το 2000 π.Χ. Μπορείτε να δείτε σχεδόν κάθε δομή στο νησί. Αν λοιπόν η ηφαιστειακή έκρηξη της Θήρας είχε εκτοξεύσει τέφρα καλύπτοντας άλλα νησιά, τότε γιατί το αρχαίο λατομείο και όλα τα μονοπάτια, τα κοψίματα, τα κανάλια και οι χωματόδρομοί του εξακολουθούν να είναι ορατά στον σύγχρονο δορυφόρο; Συμπεραίνουμε ότι είτε τα όσα λέγονται για την έκρηξη της Θήρας είναι κάπως υπερβολικά και το ηφαίστειο δεν έβγαλε τόση στάχτη όσο ισχυρίζονται. Ή το λατομείο Καραγεώργη παρέμεινε ενεργό μετά την έκρηξη και μέχρι την αρχαιότητα. Ωστόσο, ο Ντούμας που έκανε την πρώτη* αρχαιολογική ανασκαφή στην Χριστιανή ισχυρίζεται πως το λατομείο εγκαταλείφθηκε μετά τη έκρηξη της Θήρας.»53

«Εάν ο Ντούμας έχει δίκιο και οι κάτοικοι της Χριστιανής την εγκατέλειψαν ή ο οικισμός τους καταστράφηκε από την έκρηξη της Θήρας, τότε τίποτα δεν θα έπρεπε να είναι ορατό από τα παλιά κτίσματα από τον δορυφόρου. Όμως σαφώς τα αρχαία υπολείμματα κτισμάτων είναι ορατά, επομένως πρέπει παρέμεινε μια ομάδα μετά την έκρηξη της Θήρας που εργαζόταν ακόμα στο λατομείο. Η μόνη άλλη φορά που κάποιος επιχείρησε τον οικισμό της νησίδας Χριστιάνα ήταν μια ομάδα μοναχών που έχτισαν μια μικρή εκκλησία στη μεσαιωνική εποχή, αλλά φαίνεται πως σύντομα την εγκατέλειψαν λόγω έλλειψης πόρων.»54 

53 «What’s even more interesting is what shows up on a high-resolution Google satellite image of the Karageorghis Quarry in modern times. (50–100-meter resolution/100-200 ft res) In the above image I overlayed what’s visible of the Karageorghis Quarry from modern satellite with a coastline c. 2000 B.C.E. You can see just about every structure on the island. Now if Thira’s volcanic eruption had spewed out ash covering other islands, then why is the ancient quarry and all of its paths, cuts, canals and dirt roads still visible on modern satellite? Either Thira’s eruption has been exaggerated and didn’t put out as much ash as claimed. Or the Karageorghis Quarry was active after the eruption up through antiquity. Yet, the only archeologist to ever do a dig on Christiana islet, Doumas, maintains that it was abandoned after Thira’s eruption.»

54 «If Doumas was right and Christiana’s settlement was abandoned or destroyed by Thira’s eruption, then nothing should be visible of the old settlement by satellite. And clearly the ancient settlement is visible, so there must have been a post-Thira eruption group still work- ing the quarry. The only other time that anyone attempted settlement of Christiana islet was a group of monks who built a small church in medieval times, but soon abandoned it due to lack of resources.»

«Αναπαραστάση της ύστερης Τεταρτογενούς παλαιογεωγραφίας της Ελλάδας και του Αιγαίου δείχνει ότι γύρω στα 16.000 χρόνια π.Χ. το βόρειο Αιγαίο και η βόρεια Αδριατική, σχημάτιζαν εκτεταμένες παράκτιες πεδιάδες που τις διασχίζαν πολλά ποτάμια. Μεγάλες πεδιάδες υπήρχαν επίσης δυτικά της Ηλείας, και στο σημερινό Κορινθιακό κόλπο, όπως και κατά μήκος των ακτών της Μικράς Ασίας. Πολλά νησιά, όπως η Κέρκυρα, η Εύβοια και οι βόρειες Σποράδες, συνδέονταν με την ηπειρωτική χώρα και τα περισσότερα από τα νησιά των Κυκλάδων ήταν ενωμένα σε μια ενιαία κυκλαδική μεγαλόνησο. Η μεταπαγετώδης άνοδος της στάθμης της θάλασσας αρχίζει περίπου. 13.000 π.Χ. και γύρω στα 6.000 π.Χ. η παράκτια γεω- γραφία άρχισε να πλησιάζει στη σημερινή της διαμόρφωση.(δική μας μετάφραση)55

55 T. H. van Andel and J. C. Shackleton, 1982.

Όπως παρατηρούμε στις αναπαραστάσεις αυτές των Χριστιανών τις εποχές που το επίπεδο της θάλασσας ήταν χαμηλότερο, ανάμεσα στην Ασκανία και την Χριστιανή υπήρχε μια σημαντική έκταση που πρέπει να είχε καύσιμη βλάστηση και να προσφέρονταν για μερικές καλλιέργειες.

Παρουσιάζοντας την εικόνα των Χριστιανών όπως είναι σήμερα, ο συντάκτης προσθέτει πως κατά την Βυζαντινή εποχή, με την άνοδο της θάλασσας, η Ασκανία αποσπάται από την Χριστιανή και γίνεται ένα χωριστό νησίδιο. Με τη σειρά της η Εσχατή, είναι πιά σε μεγάλο βαθμό, ένα σύνολο από υφάλους.

«Σήμερα η νησίδα είναι εγκαταλελειμμένη και χρησιμοποιείται κυρίως από ψαράδες και περιοδικούς κυνηγούς. Είναι επίσης προστατευόμενη περιοχή για τους μαυροπετρίτες (Falco Eleonora).56 Γύρω από τις ακτές της Χριστιανής υπάρχουν πολλές μικρές νησίδες, και ρηχά νερά που την καθιστούν επικίνδυνη για μεγαλύτερα σκάφη και κότερα. Ωστόσο, η θαλάσσια λεκάνη που περιβάλλει τα

56 Και τα 3 νησιά είναι ενταγμένα στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών NATURA 2000, τόσο σαν Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (SCI με κωδικό GR4210011) όσο και σαν Ζώνης Ειδικής Προστασίας για τα πουλιά (SPA με κωδικό GR4220022). Ειδικά για τα άγρια πτηνά και σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2009/147/EK, ή Ελλάδα έχει καθορίσει ειδικά μέτρα προστασίας τα οποία ισχύουν για τα Χριστιανά, σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση του 2010 Η.Π. 37338/1807/Ε.103. Στα Χριστιανά καταγράφονται τουλάχιστον 16 είδη άγριων πτηνών, εκ των οποίων αρκετά προστατευόμενα από την εθνική και κοινοτική νομοθεσία (όπως ο Μαυροπετρίτης, ο Θαλασσοκόρακας, ο Αιγαιόγλαρος κ.α.). Υπάρχουν επίσης προφο- ρικές πληροφορίες για την ύπαρξη μεσογειακής φώκιας στα Χριστιανά, από ψαράδες που αλιεύουν την περιοχή.

Χριστιανά, πέφτει βαθιά, κάτω από 500 μέτρα στην ανατολική και δυτική πλευρά των νησίδων, και κάτω από 1000 μέτρα στα νότια προς το μέρος της Κρήτης.»57

Στις διάφορες ιστοσελίδες της Wikipedia, βρίσκουμε (το 2022-23) ορισμένες γενικές αναφορές για την προϊστορική κατοίκηση των νησίδων, χωρίς βέβαια να είναι πάντα σαφές σε ποιό επίπεδο της θάλασσας αναφέρονται.

57 Βλέπε άλλες σχετικές δικτυακές πηγές: • Askania Islet • Christiana Islets • Chris- tiana Islet: Aerial Photo • Christiana Islet Pottery: Amorgos Theory • Christiana Islet Pottery: Keros Theory • Fishing Map of Isles Christiana • Isles Christiana: Falcon Protection Area • Jug from Christiana • “Protokykladike Kerameike apo ta Christiana Theras” από τον Χρίστο Δούμα, στην Αρχ. Εφημερίδα (1976) 1-11.

Τα Χριστιανά, νησιά μακρινά και συνάμα κοντινά

Αύγουστος 4, 2016, v.paravas@gmail.com (blog.paravas.net): «Τα Χριστιανά είναι τρεις νησίδες Νότια Νοτιο-Δυτικά της Σαντορίνης, σε α- πόσταση 9,5 ναυτικών μιλίων περίπου. Εύκολα διακρίνονται στη θεά της Καλ- ντέρας, όντας τα πιο κοντινά νησιά στο ηφαιστειακό σύμπλεγμα της Θήρας, του οποίου αποτελούν τμήμα, καθώς είναι και αυτά κοινής ηφαιστειακής γεωλογικής προέλευσης.

»Η Χριστιανή, η Ασκανία και η Εσχάτη (ή Μέρμηγκας) αποτελούν το σύνολο αυτών των (βρα)χονησίδων. Η τελευταία είναι και η μικρότερη, αποτελούμενη από δύο μικρούς βράχους με μερικά μέτρα απόσταση μεταξύ τους, και από μακριά μοιάζει με πλοίο που ταξιδεύει. Η Ασκανία είναι μεγαλύτερη και αρκετά πιο απότομη με ύψος 144 μ., όπου

με δυσκολία ανεβαίνει κανείς πάνω της. Η Χριστιανή είναι το μεγαλύτερο νησί από τα 3, με συνολική έκταση περίπου 1,5 τετραγωνικού χιλιομέτρου και με υψόμετρο 283 μ. Στο νησί αυτό υπάρχουν εγκαταλελειμμένα δείγματα ανθρώπινης δραστηριότητας και πρόσφατης κατοίκησης (ξερολιθιές, πέτρινες κα- τασκευές, καλντερίμια, χέρσα χωράφια κ.α.).

»Πέρα από το φυσικό περιβάλλον των νησίδων στα Χριστιανά έχουν βρεθεί σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα όπως όστρακα και πήλινα αρχεία που χρονολογούνται από την περίοδο 2600-2200 π.Χ.. Αλλά και πιο πρόσφατα στη Χριστιανή βρισκόταν η σημαντική μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, η οποία σύμφωνα με τον Ματθαίο Ε. Μηνδρινό ιδρύθηκε μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού στον Ελλαδικό χώρο, εξ ου και η ονομασία τους, καθώς μέχρι τότε ήταν ανώνυμα.

»Για τον επισκέπτη των Χριστιανών, πέρα από την ε- ντυπωσιακή ομορφιά και α- γριότητα του τοπίου, αυτό που προκαλεί ιδιαίτερο εν- διαφέρον είναι τα επιβλητικά ερείπια και απομεινάρια αν- θρώπινων κατασκευών και υποδομών που η παρουσία τους ξενίζει σε ένα τόσο άνυ-

δρο και ξερό νησί. Η πρώτη εικόνα που αντικρίζει κανείς στο νησί της Χριστια- νής, στη νότιο-ανατολικές ακτές του είναι το μικρό υπόσκαπτο εκκλησάκι του Αγίου Βασιλείου, πρόσφατα χτισμένου (πάνω σε παλαιότερο ερείπιο) το 1994 από τον Μεγαλοχωριανό ψαρά Μανώλη Καραμολέγκο. Από εκείνη την περιοχή και με βόρειο-δυτική κατεύθυνση ξεκινάει ένα πολύ πλατύ και τοιχισμένο και από τις δύο του πλευρές καλντερίμι, το οποίο διασχίζει για περισσότερο από 500 μέ- τρα την ήπια ανατολική πλαγιά της Χριστιανής, η οποία είναι όλη σχεδόν καλυμ- μένη από χωράφια ξεχωρισμένα με πολύ καλά χτισμένες ξερολιθιές. Το καλντε- ρίμι καταλήγει στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου από την οποία δυστυ- χώς έχουν απομείνει λίγα και δυσδιάκριτα ερείπια. Όσον αφορά στην πρόσφατη κατοίκηση των νησιών, σύμφωνα με μαρτυρίες στη Χριστιανή κατοικούσε η οικογένεια του Βαγγέλη Αργυρού με 4 παιδιά58 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1950, από την οποία δεν έλειπε τίποτα από προϊόντα, καθώς καλλιεργούσαν ότι χρειάζονταν, και διατηρούσαν αιγοπρόβατα.»

»Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι μαρτυρίες της οικογένειας αυτής για τις μεσογειακές φώκιες καθώς έβλεπαν τα ζώα να βγαίνουν σε ανοιχτές παραλίες, και να μην δείχνουν σημάδια φόβου στην ανθρώπινη παρουσία, κάτι που σήμερα είναι πολύ σπάνιο να δει κανείς, καθώς οι φώκιες είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές.

58 Αυτή είναι η μοναδική πληροφορία για τον Βαγγέλη Αργυρό που βρήκαμε στην περίοδο αναζητήσεων 1983-2023.

»Σήμερα τα νησιά είναι ακατοίκητα και χρησιμοποιούνται περιστασιακά για βόσκηση και κυνήγι. Σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των νησιών, τα νησιά Χριστιανή και Ασκανία από το 1971, ανήκουν στον Πέτρο Νομικό του Μάρκου.»

59

Παραθέτουμε αποσπάσματα από διάφορες ιστοσελίδες της Βικιπέδιας (Ιαν. 2023

https://de.wikipedia.org/wiki/Christiana-Inseln 60 Η Χριστιανή ήταν ήδη κατοικημένη κατά την Εποχή του Χαλκού. Αυτό αποδεικνύεται από στρογγυλές οικοδομές61 και εκτενή κεραμικά ευρήματα από τον κυκλαδικό πολιτισμό. Ορισμένα ευρήματα συνδέθηκαν με τον πολιτισμό Κέρου-Σύρου (FK II). Άλλοι θα μπορούσαν να κλείσουν το χρονικό χάσμα μετά τον τερματισμό της οικιστικής συνέχειας στο τέλος του Καστρικού πολιτισμού (FK III) γύρω στο 2200 π.Χ. Κοντά στον μεσοκυκλαδικό πολιτισμό της Φυλακοπής. 62 Στο μουσείο της Θήρας στη Σαντορίνη εκτίθενται ευρήματα. Η μόνη απόδειξη του σημερινού ανθρώπινου πολιτισμού είναι το μικρό ξωκλήσι «Άγιος Βασίλειος» στα βόρεια της Χριστιανής.

59 Βιβλιογραφία: Αντώνης Ε. Καραμολέγκος. 2013, Βραχονησίδες Χριστιανά, Εκδ. Καλλίστη σσ. 53. https://el.wikipedia.org/wiki/Χριστιανά_Θήρας http://natura2000.eea.europa.eu/Natura2000/SDF.aspx?site=GR4220022 http://natura2000.eea.europa.eu/Natura2000/SDF.aspx?site=GR4210011

60 Bereits während der Bronzezeit war Christiani besiedelt. Darauf weisen runde Gebäud- estrukturen[4] sowie umfangreiche Keramikfunde der Kykladenkultur hin. Einige Funde wurden der Keros-Syros-Kultur (FK II) zugeordnet. Andere könnten die Lücke nach dem Abbruch der Siedlungskontinuität am Ende der Kastri-Kultur (FK III) um etwa 2200 v. Chr. zur mittelkykladischen Phylakopi-Kultur schließen.[5][6] Im Museum von Thira auf Santorin sind einige Fundstücke ausgestellt. – Einziges Zeugnis heutiger menschlicher Zi- vilisation ist die kleine Kapelle „Agios Vasilios“ im Norden von Christiani.

61 Ferdinand Fouqué, Alexander R. McBirney: Santorini and Its Eruptions. JHU Press, 1998, ISBN 0-8018-5614-0, S. 495

62 Cyprian Broodbank: An Island Archaeology of the Early Cyclades. Cambridge Univer- sity Press, 2002, ISBN 0-521-52844-5, S. 332.

Eva Alram-Stern: «Die Ägäische Frühzeit.» 2. Serie. Forschungsbericht 1975–2002. Ver- lag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften, 2004, ISBN 3-7001-3268-9.

……………………………………….

Αντίστοιχες αναφορές στην προϊστορική και μεταγενέστερη κατοίκηση της Χρι- στιανής δίνονται στις διάφορες άλλες εκδοχές της Wikipedia (2023).

gr.Wikipedia Σήμερα τα Χριστιανά δεν κατοικούνται, υπάρχουν όμως ερείπια εγκαταστάσεων για συλλογή νερού, που κάνουν εμφανή τα σημάδια ανθρώπινης δραστηριότητας, ακόμη και κατά την Εποχή του Χαλκού, καθώς επίσης και σημά- δια Μεσαιωνικών οικισμών που δείχνουν σαφώς πως για πολλούς αιώνες ήταν πυκνοκατοικημένα.

fr.Wikipedia–L’archipel est aujourd’hui inhabité mais sur Christianí ont été re- trouvés des preuves d’activité humaine tels que de vieux murs de pierre, des bâti- ments et des vestiges agricoles. Des vestiges préhistoriques de la fin du IIIe millé- naire av. J.-C. tels que des poteries ont également été mis au jour.

Μια ακόμα πρόσθετη πληροφορία μας δίνεται από την αγγλική Βικιπέδια.

en.Wikipedia–In the mid-1970s, the largest island, Christiani, was considered by NATO as a military base intended to host a missile silo, but this never came to pass. These islands are privately owned and public access is restricted.

(Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, το ΝΑΤΟ εξέτασε τη δυνατότητα το μεγα- λύτερο νησί, η Χριστιανή, να γίνει στρατιωτική βάση με ένα σιλό πυραύλων, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ. Αυτά τα νησιά είναι ιδιόκτητα και η πρόσβαση του κοινού είναι περιορισμένη.)

de.Wikipedia. Christiana-Inseln

Bereits während der Bronzezeit war Christiani besiedelt. Darauf weisen runde Gebäudestrukturen[5] sowie um- fangreiche Keramikfunde der Kykladenkultur hin. Einige Funde wurden der Keros-Syros-Kultur (FK II) zugeordnet. Andere könnten die Lücke nach dem Ab- bruch der Siedlungskontinuität am Ende der Kastri-Kul-

tur (FK III) um etwa 2200 v. Chr. zur mittelkykladischen Phylakopi-Kultur schlie- ßen.[6][7] Im Museum von Thira auf Santorin sind einige Fundstücke ausgestellt.

Einziges Zeugnis heutiger menschlicher Zivilisation ist die kleine Kapelle „Agios Vasilios“ im Norden von Christiani.

(Η Χριστιανή κατοικήθηκε ήδη κατά την Εποχή του Ορείχαλκου*. Αυτό υπο- δηλώνεται από στρογγυλές οικοδομές[5] και εκτεταμένα κεραμικά ευρήματα κυ- κλαδικoύ πολιτισμού. Ορισμένα ευρήματα ανήκουν στον πολιτισμό Κέρου-Σύρου (FK II). Άλλα (ευρήματα) θα μπορούσαν να καλύψουν το χρονικό κενό μετά τη διακοπή της συνέχειας των οικισμών στο τέλος του πολιτισμού Καστρί (FK III) γύρω στο 2200 π.Χ. π.Χ., και να χρονολογηθούν κοντά στον μεσοκυκλαδικό πο- λιτισμό της Φυλακωπής.[6][7] Ορισμένα ευρήματα εκτίθενται στο Μουσείο Θήρας στη Σαντορίνη. Η μόνη απόδειξη του ΄σύγχρονης ανθρώπινης παρουσίας (sic) είναι το μικρό ξωκλήσι «Άγιος Βασίλειος» στα βόρεια της Χριστιανής.)

▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬▬

Κλείνοντας το πρώτο αυτό μέρος, πιστεύουμε πως μπορούμε και για την περίπτωση των Χριστιανών, να αντιγράψουμε τα θεωρητικά ερωτήματα που βάζει η Κατερίνα Τρανταλίδου63 αναφορικά με την προϊστορία της νήσου Γιούρα, όπου ο Αδ. Σάμψων μελέτησε (1994-95) το σπήλαιο του Κύκλωπα64.

  • Το πρώτο ερώτημα είναι το πότε άνθρωποι άρχισαν να πηγαίνουν στο νησιω- τικό αυτό συγκρότημα της Σαντορίνης, που την Μεσολιθική εποχή ήταν ενιαίο και σχετικά ευρύχωρο. Σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα από τη Μήλο και από το σπήλαιο Φράγχθι, η ανθρώπινη παρουσία στις Κυκλάδες χρονολογείται από την 11η χιλιετία π.Χ., και συνδέεται με την εξόρυξη του οψιανού της Μήλου. Στη πε- ρίοδο της Ολοκαίνου (9.000 ΒΡ) το επίπεδο της θάλασσας ανέβηκε κατά 30 μέτρα και το κλίμα προσφέρονταν για κατοίκηση. (Για τις Σποράδες οι Moundrea- Agrafioti 2003, σ.140; Powell 2003a, σ,178, πιστεύουν πως η ανθρώπινη παρουσία ήταν εποχική.)
  • Εξετάζοντας τις προϋποθέσεις για την ύπαρξη μονίμου οικισμού στα Χρι- στιανά, εκτός από την ύπαρξη ικανής ποσότητας νερού και καυσίμων, καίριο ρόλο έπαιζαν οι δυνατότητες συναλλαγών και ανταλλαγών τόσο με την Θήρα και τις άλλες Κυκλάδες, όσο και με την Κρήτη.
    • Κρίνοντας από τις μελέτες της Α, Σαρπάκη (Sarpaki, Archaeobotanical Seed Remain, κεφ. 8- και την έρευνα απανθρακωμένων υλικών στο Ακρωτήρι Θήρας.65 ) οι κλιματικές συνθή- κες προσφέρονταν για αν- θρώπινη κατοίκηση. Στη διάρκεια της παραμονής μας στη Χριστιανή (1983) είχαμε την εντύπωση πως σε ένα μικρό σπήλαιο που βρίσκονταν χαμηλά, στο επίπεδο της θάλασσας, υπήρχε πολύ υγρασία στο εσωτερικό τοίχωμα, πιθανή ένδειξη εποχικής πηγής.
  • Τόσο οι οψιανοί, όσο και το πλήθος και η ποιότητα των οστράκων μας κάνει να υποθέσουμε πως από νωρίς άρχισε να καλλιεργείται το προϊστορικό, πιο εκτεταμένο νησιωτικό συγκρότημα των Χριστιανών, και να αξιοποιείται η γεωγραφική του θέση βόρεια της Ντίας66 και Αμνισού. Πιστεύουμε πως τα αρχαιολογικά ευρή- ματα του Ντούμα μπορούν επίσης, να στηρίξουν και θαλάσσιες επαφές με την Κέρο και το Δασκαλιό. Το Δασκαλιό, εξ άλλου, έδειξε πόσο σημαντική, αλλά και πόσο αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού της πρώιμης Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο, ήταν η ναυσιπλοΐα.

63 Katerina Trantalidou «From Mesolithic Fishermen and Bird Hunters to Neolithic Goat Herders: The Transformation of an Island Economy in the Aegean».

64 Αδαμάντιος Σάμψων και Μαρία Γκιώνη, Το Σπήλαιο του Κύκλωπα στα Γιούρα της Α- λοννήσου και η Συμβολή του στη Μελέτη της Προϊστορίας του Αιγαίου. 2014 (επίσκεψη 1/2023).

65 Freek Braadbaart, Anaya Sarpaki, Harry Veld, Bertil van Os. Charred Organic Mate- rial, Heated by Anthropogenic Fires and Hot Volcanic Products from the Minoan Erup- tion, Excavated from the Bronze Age Site of Akrotiri on the Cycladic Island of Thera (Greece)

66 Η νησίδα Ντία βρίσκεται σε ευθεία σχεδόν γραμμή από τα Χριστιανά περ. 85 χλμ/53 μίλια (Κόπακα, επιφανειακή έρευνα 2010-12)

………………………………………………

Τα επιστημονικά ζητήματα της αρχαιολογικής έρευνας στη νησίδα Χριστιανή, είναι κατά την γνώμη μας, πολλαπλά και σύνθετα, καθώς καλύπτουν έναν θεμελιώδη στόχο, αυτόν της ανασύνθεσης της προϊστορικής ιστορίας των πρώτων κατοίκων των Κυκλάδων στην περίοδο 10.000-5.000 π.Χ., πριν δηλαδή από την εποχή της Χαλκοκρατίας και της μεταλλουργίας.

Όπως είπαμε, η Χριστιανή είναι σήμερα κυρίως γνωστή από τα πρωτοκυκλαδικά ευρήματα τα οποία συνέλεξε ο Κ. Τσάκος το 1966 και δημοσίευσε ο Χρ. Ντούμας το 1976 στην Αρχαιολογική Eφημερίδα.67

Τον Ιούλιο του 1975 ο Χρ. Ντούμας επισκέφθηκε τα Χριστιανά και συνέλεξε ε- πιφανειακά όστρακα. Ανασκαφική έρευνα εξετέλεσε το 1981 και ο Χ. Σιγάλας. Δεν γνωρίζουμε όμως τα αποτελέσματά της, όπως και το αν έγιναν άλλες αρχαιολογικές έρευνες κατά τα τελευταία δέκα χρόνια (μετά το 1995).

Θεωρούμε βασικό το συμπέρασμα του Χρ. Ντούμα, ο οποίος αναφέρει ότι στην καλλιεργήσιμη επιφάνεια «βρίσκει κανείς πολλά επιφανειακά όστρακα που ανάγονται στην δεύτερη περίοδο του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού (Κέρος-Σύρος ). Υπάρχουν επίσης και σποραδικά υστερομινωικά όστρακα, όμοια με την κεραμεική από το Ακρωτήρι της Θήρας.

Φαίνεται λοιπόν πως το νησάκι αυτό συντηρούσε κάποιο συνοικισμό σ’ ολόκληρη την περίοδο της χαλκοκρατίας.».

Προϋποθέσεις για την ύπαρξη μονίμου οικισμού στην Χριστιανή

Μόνιμη παρουσία ανθρώπων πάνω σε ένα νησίδιο, συνδέεται με ορισμένες προϋποθέσεις και συνεπάγεται την συστηματική εκμετάλλευση των τοπικών πλουτοπαραγωγικών πόρων, όπως και ανταλλαγές βασικών ειδών, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η επιβίωση μιας ανθρώπινης κοινότητας. Στην περίπτωση μάλιστα των πολύ μικρών πληθυσμών, είναι επίσης αναγκαία η επικοινωνία με τον έξω κόσμο για την ενδεχομένη ανταλλαγή συζύγων, έτσι ώστε να αποφεύγεται ή υπερβολική ενδογαμία, η οποία οδηγεί σε βιολογικό εκφυλισμό.

Στο Αιγαίο, βασική προϋπόθεση για την επιβίωση του ανθρώπου, όπως και των κατοικίδιων ζώων, είναι βέβαια η ύπαρξη επαρκούς ποσότητας νερού, ιδίως κατά τις ξηρές θερινές περιόδους.

Αυτό σημαίνει ότι, οι κάτοικοι των άνυδρων νησιών θα είχαν αναπτύξει τις απαραίτητες τεχνολογίες συλλογής και αποθήκευσης του βρόχινου και του πηγαίου νερού, και ταυτόχρονα πρέπει να ήταν σε θέση να διατηρήσουν την ποιότητα του νερού έτσι ώστε να αποφεύγουν το πλήθος των ασθενειών που οφείλονται στην μόλυνση του πόσιμου νερού. Με τη σειρά του το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι όταν κατοικήθηκε η νησίδα, η οποία είχε αρκετά μεγαλύτερη έκταση, υπήρχαν ήδη όλες οι γνώσεις που επέτρεπαν την κατασκευή, τη στεγανοποίηση και τον καθαρισμό των στερνών αποθήκευσης όμβριων (impluνia).

Ερωτήματα γεννά, επίσης, η αναφορά σε σύγχρονους εποχικούς «λιμνάρηδες» που, περί τον μήνα Οκτώβριο, έπιαναν πουλιά, κατασκευάζοντας μικρές λίμνες, για το πως συγκεντρώνουν νερό.

Μια μικρή ανθρώπινη κοινότητα σε νησίδιο, έχει επίσης ανάγκη από επαρκείς ποσότητες καύσιμων, προερχόμενα από την τοπική βλάστηση, και από φρύγανα κοντινών νησίδων. Και στην περίπτωση αυτή η έκταση των Χριστιανών, όπως είδαμε όταν η επιφάνεια της θάλασσας ήταν χαμηλότερη, πρέπει να προσφέρονταν για τη συλλογή φρυγάνων και μάκιας. Υπόθεση που ενισχύεται από την παρουσία καμινιού και από προϊστορικές ενδείξεις αγγειοπλαστικής, όπως προαναφέραμε, αλλά και από τα κακοψημένα αρχαϊκά όστρακα.

67 Χ. Ντούμας, Πρωτοκυκλαδική κεραμεική από τα Χριστιανά Θήρας, ΑΕ 1976, σ. 1 κ.ε.

Επίσης, η μονιμότητα της διαμονής προϋποθέτει και έναν ορισμένο βαθμό α- σφάλειας ή τη δυνατότητα ουσιαστική άμυνας κατά των εξωτερικών εισβολών. Στην περίπτωση των νησίδων οι εξωτερικοί εχθροί έρχονταν από τη θάλασσα με πλοιάρια που, από τις υπάρχουσες ενδείξεις, μπορούσαν να μεταφέρουν περί τους 30-35 άνδρες. Η περιορισμένη έκταση των Χριστιανών αποκλείει εκ πρώτης όψεως, την συνεχή εγκατάσταση και παραμονή σημαντικού αριθμού ανθρώπων ικανού να αμυνθεί σε τέτοιες επιθέσεις.

Στο βαθμό που το νησίδιο διαθέτει, στην καλλίτερη περίπτωση, 300-400 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης, θα πρέπει να δεχτούμε ότι αυτό θα επέτρεπε την παρουσία δεκάδας το πολύ, απλών νοικοκυριών (γονείς με τα παιδιά τους) με μόνιμη γεωργοκομική -κτηνοτροφική και αλιευτική ασχολία, με 500 περίπου αιγοπρόβατα και μιά δεκάδα χοιρινά. Αυτό ελαχιστοποιεί τις δυνατότητες άμυνας, όπως και την πολύμηνη επιτόπια αυτάρκεια μιας τέτοιας κοινότητας.

Είναι γνωστό πως οι προϊστορικοί οικισμοί τόσο στις Κυκλάδες, όσο και στα άλλα μέρη του Αιγίου και της Ελλάδας συνοδεύονταν από κοιμητήρια (Bindliff 1977a). Στη Μήλο χαρακτηριστικά εντοπίστηκαν έξη ζεύγη οικισμών-νεκροτα- φείων. 68 Για την Χριστιανή μόνη αντίστοιχη μαρτυρία μας έδωσε ο Δε Κιγάλας αναφέροντας πως «Το 1850 έτος εύρον δύω αρχαιοτάτους τάφους.» Θα πρέπει, ως εκ τούτου να γίνει, μελλοντικά, προσπάθεια αναζήτησης ίχνη ταφικών υπολειμμάτων.

Διατυπώνουμε λοιπόν την υπόθεση ότι η μόνιμη κατοίκηση μιας μικρονησίδας, όπως είναι η Χριστιανή, κατά την εποχή του πολιτισμού Κέρου-Σύρου, εξαρτάται από τις δυνατότητες συχνής επικοινωνίας και ανταλλαγών με την περιοχή του Α- κρωτηρίου, της Κρήτης και των Κυκλάδων. Αλλά και κάποιας μορφής αμυντικής προστασίας από το Ακρωτήρι, και αργότερα από την ελληνιστική και ρωμαϊκή Θήρα. Υπήρχε όμως και αρκετά συνεχής επαφή με τη νήσο Μήλο, αν κρίνουμε από την πυκνότητα των επιφανειακών ακατέργαστων οψιανών. Ενδείξεις που παραπέ- μπουν σε ύπαρξη-εργαστηρίου εργαλειοτεχνιών από εισηγμένους οψιανούς που στη συνέχεια εξάγονταν.

Όλα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα νησίδια μπορεί να αποτελού- σαν σταθμό ενός ευρύτερου πλέγματος θαλάσσιων επικοινωνιών στο Αιγαίο.

Στο σημείο όμως αυτό θα να αναφερθούμε όμως, στα παλαιότερα συμπερά- σματα της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής, που είχε επιφυλάξεις για την ύ- παρξη αναπτυγμένου ανταλλακτικού εμπορίου οψιανών στις προϊστορικές Κυκλά- δες. Το θέμα αυτό μας οδηγεί στο να ανοίξουμε, στο σημείο αυτό, μιά παρένθεση για να εξετάσουμε την παλαιά αυτή άποψη του Cοlin Renfrew και των συνεργατών του 69 οι οποίοι είχαν αρχικά καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι Κυκλαδίτες μπορούσαν να έχουν άμεση πρόσβαση στα κοιτάσματα οψιανού της Μήλου (direct access theοry) και να τους μεταφέρουν στην Φράγχθη, παραβλέποντας τις εκτεταμένες νησιωτικές περιοχές που ήταν τότε πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και μπορούσαν να προσφέρονταν για ενδιάμεσους σταθμούς.

68 Wagstaff M., Cherry John F., Chapter 11 «Settlement and Population change», p. 137- 38, table 11.2. In An Island Polity. The Archaeology of Exploitation in Melos, 2009.

69 Renfrew Colin “Trade and Culture Process in European Prehistory”, Current Anthropol- ogy, 10 (1969), σελ. 151-169. ▬ Renfrew C. The Emergence of Civilization: The Cyclades

Πρόκειται, κατά την γνώμη μας για ιδεολογικά εδράζουσα θεωρία, ανάλογη με εκείνες του Έβανς, που στις σταδιακές (και συχνά ευκαιριακές του δημοσιεύσεις) τον υπερέβη ο Renfrew. Παραμένει βέβαια το γεγονός ότι αφ’ ενός οι αρχαιολογι- κές σχολές στις οποίες ανήκει ο Renfrew δυσκολεύονταν, μέχρι τις αρχές του 22ου αιώνα, να ενσωματώσουν στις αποδεκτές θεωρητικές συνθέσεις, την αρχαιότητα, έκταση και την σημασία των θαλάσσιων εμπορικών συναλλαγών, όπως και το γε- γονός ότι το χαμηλότερο επίπεδο της θάλασσας είχε σαν αποτέλεσμα σημαντικό μέρος του κατοικημένου κατά την προϊστορία παραθαλάσσιου χώρου, αλλά και στην αρχαιότητα, να είναι σήμερα κάτω από το νερό.

Ιδεολόγημα που κατά την γνώμη μας φαίνεται να σχετίζεται και με την αρχική θεωρία του Malinowski (σύστημα ανταλλαγών Κούλα) η οποία σε συνδυασμό με εκείνη του δώρου του M. Mauss (1950) δεν λάμβανε επαρκώς υπόψη της, τις εμπορικές διαστάσεις των συναλλαγών. Σήμερα η Κούλα αποτελεί το αντικείμενο πολ- λών μορφών θεωρητικής επανεξέτασης.70 Σύνθετα μοντέλα ανταλλαγών71, που περιλαμβάνουν τοπικές συναλλαγές με παρακείμενους οικισμούς καθώς και ορισμέ- νες προνομιακές μακρινές εμπορικές σχέσεις, έχουν τώρα πια τεκμηριωθεί εθνο- γραφικά και αρχαιολογικά σε όλον τον Ειρηνικό Ωκεανό.

Οι υποθέσεις του Cοlin Renfrew

Colin Renfrew “Trade and Culture Process in European Prehistory” – Current Anthropology, Vol. 10 – no 2-3 – Απρ.-Ιουν. 1969

Αυτό το άρθρο έχει ως στόχο να επαναξιολογήσει μία από τις κύριες διαδικασίες που οδηγούν σε πολιτισμικές αλλαγές στην προϊστορία. Η θεωρία της διατοπικής εξάπλωσης (πολιτισμική και δημογραφική διάδοση) αποτελούσε εδώ και πάρα πολύ καιρό την κατευθυντήρια αρχή της ευρωπαϊκής προϊστορίας, η εγκυρότητά της αμφισβητείται εδώ. Η μελέτη του εμπορίου (που ορίζεται σε πρώτη φάση ως η ανταλλαγή ή η διακίνηση υλικών), και συγκεκριμένα η επιστημονική ανάλυση των πρώτων υλών, υποδηλώνει ότι η σημασία της μετανάστευσης και της πολιτισμικής διάδοσης στην ευρωπαϊκή προϊστορία έχει υπερεκτιμηθεί.

and the Aegean in the Third Millennium BC, London, Methuen, 1972. ▬ Renfrew C., “Trade and Craft Specialisation”, εις Theocharis, D.R. (επ.), Νεολιθική Ελλάς, Αθηνα, Εθν. Τράπεζα Ελλάδος, 1973.. ▬ Renfrew C. “Trade as Action at a Distance: Questions of Integration and Communication”, εις Sabloff, J.A. and Lamberg-Karlovsky, C.C. (επ.) Ancient Civilization and Trade, Albuquerque, Univer. Of New Mexico Press, 1975, σελ. 1-60.. ▬ Renfrew C. and Wagstaff – (επ.), An Island Polity, UK, Cambridge Univ. Press 1982.

70 Fr. H Damon, Anthropology of Kula Ring, 2015 Elsevier Ltd. Available from: https://www.researchgate.net/publication/304193403_Kula_Ring_Anthropology_of [ac- cessed Feb 11 2023].

71 Ακόμα και γαμήλιων.

……………………………………………….

Συχνά, η αλλαγή οφείλεται μάλλον στη λειτουργία τοπικών παραγόντων. Υποστηρίζεται η ανάγκη ποσοτικής μελέτης των τοπικών οικονομικών συστημάτων, και ιδιαίτερα των συστημάτων συναλλαγών, για την κατανόηση της πολιτιστικών παραγόντων που ενεργοποιούνται.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το εμπόριο οψιανού στην Εγγύς Ανατολή κατά την 7η και 6η χιλιετία π.Χ. Τελικά, γίνεται προσπάθεια να εξηγηθεί η δημιουργία αστικών κοινοτήτων (δηλαδή μικρών οικισμών) στο Αιγαίο κατά την 3η χιλιετία π.Χ. ως αποτέλεσμα τοπικών πολιτιστικών διεργασιών, χωρίς σημαντική εξωτερική επιρροή. Ο κύριος παράγων αυτών των διαδικασιών ήταν η αύξηση του εμπόριο, που απαιτήθηκε από την άνοδο της τεχνολογίας των μετάλλων. Ο αστικός οικισμός προέκυψε στο Αιγαίο χωρίς άρδευση, χωρίς σημαντική αύξηση του πληθυσμού και χωρίς υψηλό βαθμό συγκεντρωτισμού. Ούτε μια διαχυτική εξήγηση (diffusionist) ούτε αναφορά σε μια πολυγραμμική εξέλιξη (multilinear evolution) παρέχουν ένα επαρκές πλαίσιο για την εξήγησή της.72

Αγγλικό εισαγωγικό κείμενο

Trade is one of the Activities of prehistoric man which has received much less attention than it deserves. Its particular and sometimes crucial importance lies in a dual status: as the indicator for us today that intercultural contact was taking place, and as prime motive, among prehistoric groups, for such contact. In this paper an attempt is made to indicate the unique opportunities which a study of trade holds for the understanding of cultural change. The examples and discussion are limited in scope to European and Near Eastern prehistory, but the underlying principles are general ones and should bear upon the prehistory of any region.

The first point, trade (or at least the transport of goods from one region to an- other) was taking place. In the past, identification of unique products has sometimes been made on the basis of simple inspection. Lapis lazuli, Polish banded flint, Grand Pessigny flint, and Olonetz slate (Clark 1952: 246-47) are examples of raw materials which can very probably assigned to a limited source area on the grounds of visual inspection alone. To these well-known cases can be added, for example, African origin ostrich egg shell and ivory in early Iberia (Renfrew 1967a). Amber (sources in northern Europe, Iberia, southern France, Sicily, Rumania and points east) and Spondylus shell (available in the Adriatic and perhaps the Black Sea as well as the Aegean), however, are commodities whose significance may have been misinterpreted in the past (Navarro 1925; Clark 1952: 242, 263). A proper interpre- tation depends upon the scientific characterization of the material.

72 This paper sets out to re-evaluate one of the chief processes leading towards culture change in prehistory. Widespread diffusion has for too long been the guiding principle in European prehistory; its validity is questioned here. The study of trade (defined in the first instance as the exchange or traffic of materials), and specifically the scientific analysis of raw materials, suggests that the importance of migration and of diffusion in European pre- history have been exaggerated. Change has often been due rather to the operation of local factors. The quantitative study of economic systems, and especially trading systems, for an understanding of the culture process at work is advocated.

It is exemplified by the obsidian trade in the Near East in the 7th and 6th millennia B.

  1. Finally, an attempt is made to explain the formation of urban communities (i.e., of small townships) in the Aegean in the 3rd millennium B. C. as the result of local cultural pro- cesses, without significant outside influence. The chief of these processes was trade, ne- cessitated by the rise of metal technology. Urban settlement arose in the Aegean without irrigation, without a significant rise in population, and without a high degree of centralisa- tion. Neither a diffusionist explanation nor an appeal to multilinear evolution multilinear evolution provide an adequate framework for its explication.

…………………………………………

Trade as a motive for contact in the New World as well as in the Old, is wrapped in confusion. There has been little serious discussion of prehistoric trade mecha- nisms and virtually no attempt to set up the facts on a quantitative basis. Finally, there has been little attention to the role of trade, an important element of economic growth, as a causative factor in cultural change within given regions.

The present paper, in seeking to open up discussion on the role of trade in cul- tural contact and culture development, has three central point to make:

1.- Much of our thinking on the subject of cultural change in the prehistory of Europe and beyond is outdated and inadequate. Too much emphasis has been placed on supposed invasions and diffusion from “Higher centres of civilization” and in- sufficient on the economic and social development of what may have been, for many purposes, essentially independent systems. The evidence for supposed out- side influences must be re-examined and an attempt made to understand the factors which work towards change within society.

2.- If the explanation for an observed change in the prehistoric record is generally to be sought within the community or culture rather than outside it, it implies an understanding, preferably in quantitative terms, of various factors or systems, par- ticularly economic systems, which operate within the cultures. Trade is only one such factor, but one of the easiest to evaluate.

It is her suggested that the economic importance of trade in European prehistory has been misinterpreted in several ways. There has been a tendency to overdrama- tize the scope and range of trade in early periods; to see traders and prospectors from Summer influencing the development of prehistoric Europe, and Mycenaean.

…………………………………………………..

Εξ αυτού, οι ανταλλαγές τις οποίες έκαναν στην συνέχεια, εκείνοι οι οποίοι εί- χαν συλλέξει ή εξορύξει οψιανούς, πιστεύεται ότι, αφορούσαν μόνο πλεονάσματα και μικρές σχετικά ποσότητες. Την ίδια άποψη υιοθέτησε και ο Αδ. Σάμψων, το 1984, γιά το Γυαλί, όπου όμως ο οψιανός είναι κατώτερης ποιότητας, λόγω των φυσαλίδων που περιέχει και δεν προσφέρεται πάντοτε για παραγωγή εργαλείων .73 Η θεωρία αυτή είχε εξ αρχής, κατά την γνώμη μας, σοβαρές πρακτικές προεκτάσεις και κενά που αν αλήθευε θα έπρεπε να αντιστοιχούσε σε μορφές κοινωνικής οργάνωσης που βασίζονται σε ιδεολογήματα τα οποία καλό θα ήταν να διερευνηθούν (επειδή συνεχίζουν να υποφώσκουν στην αρχαιολογική θεώρηση) ώστε να γίνει έλεγχος αν πράγματι μπορεί να υπήρξαν.

73 Σάμψων Αδ. «Ο οψιανός της Νισύρου και η διάδοσή του στο Αιγαίο», Ανθρωπολογικά 5, 1984, σ. 63-74. Για το Γυαλί της Νισύρου υπάρχει και η μελέτη του Terrence R. and Cherry J. F. ‘Archaeological Survey of the Obsidian Source on Giali in the Dodecanese’; 1976.

…………………………………….

Ειδικότερα με την υπόθεση της «άμεσης πρόσβασης», περιορίζει, κατά κάποιο τρόπο, η εμβέλεια των θαλάσσιων μεταφορών και επικοινωνιών στο Αιγαίο, εφ’ όσον υποθέτουμε ότι το ανταλλακτικό εμπόριο δεν ήταν οργανωμένα σε πλαίσια ανάλογα με εκείνα τα οποία ξέρουμε από άλλα μέρη του πλανήτη, και παρέμενε μια οριακή δραστηριότητα, παρ’ όλη την πιστοποιημένη ύπαρξη τεχνολογίας ναυπηγικής και ναυσιπλοΐας, που ανέκαθεν επέτρεπε συχνές και συστηματικές επικοινωνίες με τη Μήλο για την προμήθεια της πρώτης ύλης των οψιανών.

Να σημειωθεί ότι παράλληλα, με τη θεωρία της άμεσης πρόσβασης η σχολή του Renfrew αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην εποχική αλιεία των τονοειδων κατά την νεολιθική εποχή και συνδέει, στις πρώιμες προϊστορικές περιόδους τη συλλογή οψιανών με τις μετακινήσεις των ψαράδων, κάτι που θα επανεξετάσουμε στη συνέχεια.

Ουσιαστικά, πάντως, η θεωρία της αμέσου πρόσβασης οδηγούσε στο συμπέρα- σμα ότι δεν υπήρξε ποτέ κάποια αρκετά ισχυρή «εξουσία» στη Μήλο που να μπορεί να ελέγξει τα κοιτάσματα των οψιανών και να τα ιδιοποιηθεί, κάτι που οι ανασκαφές στη Φυλακοπή (3300-1100 π.Χ.) δεν στηρίζουν. Δεν μας είναι όμως γνωστό το τι συνέβαινε στο Αιγαίο ήδη από την Αρχαιότερη Νεολιθική περίοδο (6800-5800 π.Χ.) και την Μέση Νεολιθική (5800-5300 π.χ.), δεδομένης της παρουσίας οψιανών βορειότερα στο Σέσκλο και στο Διμηνι της Θεσσαλίας.

Εναλλακτικά θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως οι «εξαγωγές» οψιανών γίνονταν αρκετά νωρίς και από τους κατοίκους της Μήλου, ακολουθώντας παράκτιες διαδρομές με ενδιάμεσους σταθμούς στα τότε εκτεταμένα παράλια μέρη του Αιγαίου.

Άλλωστε, σε περίπτωση που κάποια ομάδα μονοπωλούσε τα κοιτάσματα οψια- νού, αυτό θα εξωθούσε τους χρήστες και τους περιοδικούς επισκέπτες της Μήλου να συνασπισθούν στρατιωτικά για να εξασφαλίσουν την ελεύθερή πρόσβαση στους οψιανούς. Κανονικά τέτοιοι συνασπισμοί θα ξεπερνούσαν σε ισχύ τις πολεμικές και τις αμυντικές δυνατότητες των Μηλίων, πριν από της οχύρωση της Φυλακοπής.

Πρόκειται για σημαντικό πόρισμα της υπόθεσης του Renfrew δεδομένου ότι είναι γνωστό ότι υπήρξαν επιθετικοί πόλεμοι στο Αιγαίο την εποχή κατά την οποία χρησιμοποιείτο ο οψιανός γιά την κατασκευή εργαλείων και όπλων. Και φυσικά οι επιτιθέμενοι θα κινούντο στο θαλάσσιο χώρο με πολεμικά, πειρατικά σκάφη, ανά- λογα εκείνων που απεικονίζονται στα τηγανόσχημα της Χαλανδριανής.

Υποθέτουμε όμως ότι αυτό γίνονταν από ομάδες ανθρώπων που συμμαχούσαν ευκαιριακά και δεν συνασπίζονταν σε μόνιμες εξουσίες, κάτι ανάλογο δηλαδή με εκείνο που παρατηρήθηκε στο έδαφος των ΗΠΑ, όπου οι γηγενείς Ινδοαμερικανοί άργησαν να οργανώθηκαν σε αμφικτυονίες για να αντιμετωπίσουν τους Άγγλους και Γάλλους αποίκους.

Παρατηρούμε επίσης ότι στον βαθμό που θα δεχόμασταν ότι δεν υπήρχε οργανω- μένο εμπόριο οψιανών στις προΐστορικές Κυκλάδες, επειδή υπήρχε ελεύθερη ά- μεση πρόσβαση στις πηγές του πρωτογενούς αυτού υλικού, θα πρέπει να δεχτούμε επίσης ότι υπήρχε αξιοσημείωτη κινητικότητα στο Αρχιπέλαγος και ότι οι ψαράδες και οι συλλέκτες πρωτογενών μορφών οψιανού, τροφοδοτούσαν κανονικά και αδιάκοπα στη διάρκεια μερικών χιλιετηρίδων όλες τις ανθρώπινες κοινότητες τις ευρύτερης περιοχής που χρησιμοποιούσαν τον μήλιο οψιανό, ενώ παράλληλα και ταυτόχρονα πρέπει να μετέφεραν παστά και λιαστά ψαρικά. Άποψη που ταυτίζει τους ψαράδες-συλλέκτες με τους συναλλασσόμενους μέσα στο Αιγαίο και στα παράλια του.

Πάντως και περιορισμένης ακόμα κλίμακας συναλλαγές των οψιανών (και των πυριτόλιθων74) θα αφορούσαν αναγκαστικά δίκτυα ανταλλαγών με άλλα αναγκαία ή σπάνια αγαθά, όπως τροφοδοσία σε νερό και τροφές (δημητριακά, ξηροί καρποί, λάδια, μέλι), καυσόξυλα, ναυπηγική ξυλεία, υλικό για καλαφάτισμα. Από νωρίς πρέπει να γίνονταν επίσης συναλλαγές με τα νήματα, τις πρώτες ύλες της ψαθοπλε- κτικής και καλαθοπλεχτικής, τις βαφικές και δεψικές ύλες και οπωσδήποτε ορι- σμένα βιοτεχνικά προϊόντα, όπως τα κεραμεικά που βρέθηκαν στην Χριστιανή. Α- κολούθησαν αργότερα τα μέταλλα: αρχικά μόλυβδος, άργυρος από το Λαύριο και την Σίφνο και στη συνέχεια χαλκός.

Η θεωρητική σύλληψη ενός υποδείγματος ανταλλαγών και κατανομής αγαθών, όπου ένα από τα χρήσιμα ανταλλασσόμενα προϊόντα να είναι «σχετικά ελεύθερο» και άφθονο, ενώ όλα τα υπόλοιπα αποτελούσαν αντικείμενο συναλλαγής, προ- σκρούει σε σοβαρά θεωρητικά προβλήματα. Προϋποθέτει μια ιδιαίτερα «ιδανική» ή θρησκευτική συμπεριφορά των κατόχων του οψιανού, οι οποίοι πρέπει, για πάνω από μία ή δύο χιλιετηρίδες, να τροφοδοτούσαν τους υπόλοιπους Κυκλαδίτες και Ελλαδίτες «βάση των εκάστοτε αναγκών τους», αποφεύγοντας τόσο την υπερπρο- σφορά (πληθωρισμός οψιανού) όσο και τις ανισοκατανομές και την παρακράτηση, η οποία θα ανέβαζε την ανταλλακτική αξία του υλικού αυτού. Τέτοιες υποθέσεις πιστεύουμε πως αποτελούν ιδεολογήματα και «θεολογήματα», ανάλογα με εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν για τις παλαιές εθνολογικές ερμηνείες των συναλλαγών των νησιωτών του Ειρηνικού Ωκεανού.

Πιστεύουμε δηλαδή ότι η ιδεολογική αυτή άποψη αυτή στηρίζεται σε μια παλαιότερη θεωρία για τον τρόπο λειτουργίας των «δακτυλίων κούλα» της Μελανησίας όπου παρέβλεψαν την «χρηματική» και «αποταμιευτική» αξία των αντικειμένων που ανταλλάσσονταν στα πλαίσια των συγγενικών δικτύων που υποστήριζαν τους «ανταλλακτικούς δακτυλίους». Πρέπει μάλιστα να υποθέσουμε ότι η «άψογη αυτή διαγωγή» διατηρήθηκε και στις εποχές, κατά τις οποίες διάφορες ομάδες Κυκλαδιτών χρησιμοποιούσαν τον οψιανό για την κατασκευή όπλων, και πολεμούσαν με- ταξύ τους προσπαθώντας να αλώσουν και τους κεντρικούς ακόμα οικισμούς.

Τέτοιες συμπεριφορές που τηρούνται στη διάρκεια πολλών γενναίων και σε ευ- ρύτατη γεωγραφική έκταση, στο βαθμό που είναι πιθανό να υπήρξαν, εάν δεν επι- βάλλονται από κεντρικές εξουσίες, ρυθμίζονται, από ισχυρούς κοινά αποδεκτούς θρησκευτικούς κανονισμούς και απαγορεύσεις (ταμπού), μνήμες των οποίων θα έπρεπε να είχαν διατηρηθεί στους μύθους και σε ορισμένα αρχετυπικά κοινωνικά πρότυπα, ανάλογα με εκείνα που ώθησαν πολλές χριστιανικές και σοσιαλιστικές θεωρίες στο να αποστρέφονται το εμπόριο και τους εμπόρους.

Καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η έλλειψη επαρκών ενδείξεων αρχαϊκού εμπορίου στο Αιγαίο, υποδηλώνει αυτάρκεις νησιωτικές κοινωνίες, ο Renfrew προ- σπαθεί να ξεπεράσει πολλές από τις πρακτικές αυτές δυσκολίες αυτές δεχόμενος ύπαρξη εκτεταμένων συναλλαγών. Θα μας ήταν άλλωστε δύσκολο να δεχτούμε, σαν πιθανοφανές, ότι οι προϊστορικοί Κυκλαδικοί και Μινωικοί πολιτισμοί στα νη- σιά του Αρχιπελάγους, οι οποίοι επιβίωσαν σε μια χρονική διάρκεια αρκετών χι- λιετιών, αποτελούμενες από ένα σύνολο μικρών αριθμητικά κοινοτήτων θα ζούσαν στα νησιά τους σε κατάσταση αυτάρκειας, βασιζόμενοι ουσιαστικά μόνο στα προϊ- όντα που παρήγαγαν επί τόπου.

74 Επιφανειακά, είχαμε βρει δύο αρκετά μεγάλα ξέστρα πυριτολίθων στη Φτελιά της Μυ- κόνου, πριν από τις ανασκαφές του Σάμψων.

Είναι γεγονός, ότι σε ορισμένα περιπτώσεις όπως είναι η Νάξος, η Πάρος και η Άνδρος είναι δυνατόν να φανταστούμε ολιγάριθμες κοινότητες που να μπορούν – παρ’ όλες τις κλιματικές διακυμάνσεις και τις τοπικές ελλείψεις ποικιλίας πόρων – να επιζήσουν άμεσα εξαρτημένες από την φέρουσα ικανότητα της καλλιεργήσιμης γης και των βοσκοτόπων (carrying capacity) του νησιωτικού τους οικοσυστήματος. Μας είναι όμως αδύνατο να φανταστούμε ότι αυτό συνέβαινε και στην περί- πτωση των οικισμών της Κέρου, των Κουφονησίων, και νησιδίων του τύπου της Χριστιανής ή του Σάλιαγκου όταν το επίπεδο της θάλασσας άρχισε να ανεβαίνει. Τα ίχνη άλλωστε ανθρώπινης παρουσίας και στις μικρότερες ερημονησίδες απο- δεικνύει ότι υπήρχε συνεχής κινητικότητα από στεριά σε στεριά σε μια προσπάθεια εκμετάλλευσης όλων των υπαρχόντων πόρων (καύσιμα, χορτάρι, τρόφιμα, θηρά- ματα και καταφύγια ψαράδων)

Έχουμε άλλωστε αναδείξει στα πλαίσια των συλλογικών μελετών που έγιναν από την Ουνεσκο, ότι ένα σύστημα οιωνοί-κλειστών νησιωτικών συστημάτων θα πα- ρουσίαζε μεγάλη αστάθεια, γιατί όπως έχει διαπιστωθεί, διαχρονικά και διατοπικά, σε πλήθος άλλων περιπτώσεων, τα μικρά νησιά είναι οικολογικά εύθραυστα. Και παρουσιάζουν ένα τριπλό πλέγμα «εύθραυστων ασταθειών». Και μόνο οι διακυ- μάνσεις των βροχοπτώσεων από χρόνο σε χρόνο, και μέσα στον ετήσιο κύκλο των εποχών, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην βλάστηση.

Επίσης, πολύ κλειστά συστήματα θα ήταν ευπαθή σε εξωγενείς ασθένειες. Ξέ- ρουμε αντιθέτως ότι οι μικρονησιωτικές κοινωνίες, των μέσων και των νεότερων χρόνων, ακμάζουν κάθε φορά που λειτουργούν ως ανοικτά συστήματα και διαχει- ρίζονται με επιτυχία τις εύθραυστες (fragile) συνθήκες στις οποίες ζούν.75

Σημειώνουμε ακόμα ότι το κοινωνικό υπόδειγμα των αρχαιολόγων της Βρετανι- κής Σχολής δέχεται ότι οι Κυκλαδίτες ήταν άριστοι ναυτίλοι και ότι οι ψαράδες,

τουλάχιστον, είχαν τις γνώσεις και τις τεχνολογι- κές δυνατότητες που προϋποθέτει η αλιεία και η παγίδευση των αποδημητικών ειδών όπως οι τόν- νοι και οι σκόμβροι. Θα επαναλάβουμε εδώ την παρατήρηση μας ότι τα τηγανόσχημα αγγεία της Χαλανδριανής μας διέσωσαν μορφές πλοίων με πολυάριθμους κωπηλάτες, τα οποία αναμφίβολα θα χρησιμοποιούντο για πολεμικές επιχειρήσεις και για εμπορικές ανταλλαγές.

Άλλωστε, καιρός είναι να διατυπωθεί με σαφή- νεια το γεγονός ότι ομάδες 20-30 μετακινούμενων «κυνηγών συλλεκτών» όταν βρίσκονται εκτός έδρας και δεν έ- χουν πια τροφή και νερό, εξωθούνται σε ληστρικές ενέργειες για να μπορέσουν να επιζήσουν, και ενδεχομένως αναζητούσαν και γυναίκες.

75 Vernicos Nic., «Sporades Septentrionales (Essai d’application d’une recherche integrée pour l’étude de l’écologie humaine des untités microinsulaires», Επιθεώρηση Κοινωνικών Επιστημών, ειδικό τεύχος 1982, σελ. 104-121.

Στο σημείο αυτό θα παρατηρήσουμε ότι ο πόλεμος και επιδρομές για πλιάτσικο συνεπάγεται επίσης και κάποιο είδος εμπορίου αιχμαλώτων. Θυμίζουμε ότι, ο Εmile Benveniste, στις γλωσσολογικές του έρευνες, έδειξε ότι το ουσιαστικό «αλφή» και το ρήμα «αλφάνω» σήμαιναν αρχικά την ανταλλακτική αξία ανθρώπων οι οποίοι ήταν αντικείμενα εμπορίας, πιθανόν αφού «πέρασαν» την θάλασσα (Ιλιάδα 21, 79. Οδύσ. 15, 453). Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι : «η αγορά ήταν αρχικά πράξη εξαγοράς, επειδή με τον τρόπο αυτό απελευθερώνονταν ένας άνθρωπος που, όπως οι αιχμάλωτοι πολέμου, βρίσκονταν σε συνθήκες αβεβαιότητας».

Παράλληλα ο Benveniste διαπίστωσε ότι οι πέντε ελληνικές λέξεις: δώς, δώρον, δωρεά, δόσις και δωτίνη χρησιμοποιούντο για να διακρίνουν «συναλλακτικές υπο- χρεώσεις, που επέβαλλαν ως καθήκον σύμφωνα, συμμαχίες, φιλίες και φιλοξενίες (ξενία)» 76

Πρόκειται για έναν συγκεκριμένο κύκλο συναλλαγών που μελετά η κοινωνική αν- θρωπολογία. Ο κύκλος αυτός περιλαμβάνει επίσης τις ανταλλαγές νυμφίων, όπως και το ποτλάτς (pοtlatch). Ρυθμίζεται από αυστηρούς κανόνες και απαγορεύσεις (ταμπού), και συνεπάγεται μαγικό-θρησκευτικά δρώμενα και τελετουργίες. Παρ ‘όλον ότι ο Benveniste ερεύνησε μόνον τον λεγόμενο «ινδοευρωπαΐκό γλωσσικό χώρο»77, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι τέτοιοι «κύκλοι» ανταλλαγών πρέπει να ήταν, εξ αρχής, γνωστοί στο προϊστορικό Αιγαίο, όπως και στις περιοχές των Μικρασιατικών και Ελληνικών ακτών με τις οποίες οι νησιώτες ήταν σε συνεχή επαφή. Στις μελέτες πάντως των συναλλαγών, συμπεριλαμβανόμενων και εκείνων με οψιανούς και πρώτες ύλες μετάλλων, είναι απαραίτητο να υπολογίζουμε τους σταθμούς και τους ενδιάμεσους (middlemen) μέσω των οποίων προωθούντο τα αγαθά/προϊόντα, πριν φτάσουν στους τελικούς προορισμούς τους. Η μελέτη των ενδιάμεσων σταθμών εξαρτάτο, βέβαια και από το επίπεδο της θάλασσας.

Ιδιαίτερη σημασία είχε ανέκαθεν η αλιεία των Σκόμβρων για την ανθρώπινη διατροφή. Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να παρατηρήσουμε «[…] ότι η οικολογία και η βιολογία των τόννων (Thummuς thymmuς) στο Αιγαίο, δεν μας είναι επαρκώς γνωστή. Θεωρούμε ότι είναι απόλυτα απαραίτητη την γνώση αυτή78 για να μπορέ- σουμε να στηρίξουμε την άποψη ότι γινόταν συστηματική αλιεία, του είδους αυτού στο προϊστορικό Αρχιπέλαγος, όπως προκύπτει από τα ευρήματα στη νησίδα Σά- λιαγκο της Αντιπάρου (4300 – 3700 π.Χ.)79, κάτι που ενδιαφέρει άμεσα και τους κατοίκους των Χριστιανών, καθώς σήμερα στις νότιες περιοχές του Αιγαίου, και στο Κρητικό πέλαγος, μπορούν να πιαστούν προπάντων τόννοι κοπαδιού από πέντε έως σαράντα κιλά, τοννάκια και όρκινα.80

76 Εmile Benveniste, Le Vocabulaire des institutions indo-européennes, Paris, Ed. de Mi- nuit, 2 τόμοι. Κεφ. 5: Dons et échanges σ. 65-79. Κεφ. 10: Achat et rachat, σ. 129-137. Όπως και το κεφάλαιο 11, σ. 139-147, όπου ο Benveniste διατείνεται πως δεν υπάρχει γλωσσική παράδοση «στα ινδοευρωπαϊκά» εμπορικών δραστηριοτήτων επειδή “[le com- merce] est une occupation qui ne répond à aucune des activitées consacrée et traditionelles» σ.145. Κάτι που σήμερα ξέρουμε πως δεν ευσταθεί δεδομένης της βαθιάς αρχαιότητας των θαλασσίων, αλλά και επίγειων συναλλαγών.

77 Στα ετυμολογικά λεξικά της ελληνικής του P. Chantraine και του

«Η τρέχουσα έρευνα (της Δ. Μυλωνά) έχει επανεξετάσει την αλιεία των τόννων και την οικονομική και πολιτιστική της σημασία στο παρελθόν (π.χ., Lytle 2006; 2016b; Μυλωνά 2008; Marzano 2013; Felici 2018; Θεοδωροπούλου 2018). Ωστόσο, οι λεπτομέρειες της αλιείας τόννου, η τεχνολογία που απαιτείται, η οργά- νωση που χρειάζεται για τη σύλληψη των ψαριών, και η ενσωμάτωση όλων αυτών των παραγόντων στην οικονομία και στον πολιτισμό είναι λιγότερο γνωστές, ειδικά στο πλαίσιο της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου Πελάγους

»[…] Μεσαίου μεγέθους (bluefin) κυανόπτεροι τόννοι (των 30-100 κιλών), συ- ναντιούνται σε πολλά σημεία των ακτών του Αιγαίου στη διάρκεια όλου του χρό- νου. Αντιθέτως τόννοι (πάνω από 100 κιλά) αφθονούν μόνο μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου (Mather et al. 1995: 66, 67).

Φαίνεται πιθανό ότι η πρώτη κατηγορία αντιπροσωπεύει τα ψάρια που τρέφο- νται στην περιοχή, ενώ η δεύτερη κατηγορία είναι τα ψάρια έρχονταν σε διαδρομή αναπαραγωγής, και επισκέπτονται την περιοχή για να γεννήσουν. Εκτός από την εποχή του έτους και την παράκτια ή υπεράκτια τοποθεσία των αλιευτικών δραστη- ριοτήτων, η σεληνιακή φάση φαίνεται να είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας στην αλιεία τόννου. Έχει παρατηρηθεί ότι η πιθανότητα σύλληψης ερυθρού τόννου παρουσιάζει μια περιοδικότητα που συμπίπτει με τον σεληνιακό κύκλο και συνδέ- εται με την αρπακτική συμπεριφορά τους.

»Οι ψαράδες στο Αιγαίο αναφέρονται σε ορισμένα πλούσια αλιεύματα ως «παν- σέληνος του τόννου του Μαΐου» (Δαμαλάς & Μεγαλοφώνου 2012). Επιπλέον, Έλ- ληνες και Τούρκοι ψαράδες στις αρχές του 20ου αιώνα, απηχώντας τον Αριστοτέλη (Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 598b), ανέφεραν ότι ο ερυθρός τόννος μεταναστεύει έχοντας στο δεξί τους μάτι την ακτή (Ninni 1923), έτσι ώστε τα κοπάδια τους να κινούνται αριστερόστροφα κατά μήκος των ακτών. Αυτή η παρατήρηση είναι ζω- τικής σημασίας για την πρόβλεψη της εμφάνισής τους σε διαφορετικές τοποθεσίες, καθώς και για την κατασκευή αλιευτικών εργαλείων τόννου (βλ. «Επιπτώσεις της φυσιολογίας των Scombridae στην αλιεία τους στην αρχαιότητα»). Σχετική επίσης με τη φύση της αλιείας τόννου στην περιοχή (όσον αφορά στην τοποθεσία και στα αλιευτικά εργαλεία) είναι η παρατήρηση ότι, εάν βρεθεί κοπάδι τόννου σε ρηχές παράκτιες περιοχές, είναι πιο πιθανό να είναι μεγάλο (Δαμαλάς & Μεγαλοφώνου 2012 )»

78 Dimitra Mylona, January 2021, Anthropozoologica 56(2)    Fishing for tunas in the Aegean goes back several millennia. Their bones are found in archaeological excavations and their biology, capture, processing and consumption are described in written sources of the historical era. The archaeology of tuna fishing, however, is still poorly understood and its economic importance in Eastern Mediterranean has only recently been explored. […] 79 Bindliff, J.L., Natural Environment and Human Settlement in Prehistoric Greece, Ox- ford, British Archaeological Reports, suppl. Series, no. 28, 1977, σελ.117-125 και 538-543. 80 https://elmare.webnode.gr/news/i-megali-syrti-toy-tonnoy/

Υπενθυμίζουμε πάντως τις μεγάλες δυσκολίες που παρουσιάζει η αλιεία των τόννων, τις γνώσεις και τις τεχνικές που απαιτεί όπως και την κοινωνική οργάνωση που προϋποθέτει και που θα πρέπει να επιβεβαιωθεί ότι υπήρχαν την εποχή του πολιτισμού Κέρου-Σύρου, και να ενσωματωθεί στο θεωρητικό ερμηνευτικό πλαί- σιο της 81

Όσο για τους ενδιάμεσους παράκτιους σταθμούς που ενδεχομένως είχαν από την προϊστορία οι ψαράδες, θυμίζουμε πως την Ρωμαϊκή εποχή λειτουργούσε ένα δίκτυο από cetariae (εγκαταστάσεις όπου πάστωναν τα αλιεύματα.82

Θα προσθέσουμε πως από προσωπικές πληροφορίες και εμπειρίες, ξέρουμε πως κοντά στην παραλία της περιοχής Εμπορειός, στα δυτικά της πόλης της Σύμης, εί- δαμε το καλοκαίρι έναν τόννο να κολυμπάει στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Στην ίδια περίοδο στη νήσο Χάλκη οι ψαράδες αλίευαν τόννους στην ευρύτερη περιοχή, τους έβαζαν στο ψυγείο του συνεταιρισμού, και τους εξήγαγαν στην Ιαπωνία.

Στην ίδια συλλογιστική, θα πρέπει να περιληφθούν ορισμένες γενικές υποθέσεις για το Θρησκευτικό πλαίσιο που ρύθμιζε τις ανθρώπινες σχέσεις, και μέσα στο οποίο πρέπει απαραίτητα να ενέπιπταν ανέκαθεν όλες οι επικοινωνίες και οι συναλλαγές των Κυκλαδιτών.

Υπενθυμίζουμε άλλη μια φορά ότι, είναι αρχαιολογικά τεκμηριωμένο πως υπήρ- ξαν πολεμικές δραστηριότητες στις Κυκλάδες. Ήταν έργο ομάδων ανθρώπων οι οποίοι μετακινούντο με πλοία, πολιορκούσαν και κατελάμβαναν πόλεις. Η θρη- σκεία των Κυκλάδων θα έπρεπε λοιπόν εκτός από τον πόλεμο να ρυθμίζει και τα τελετουργικά της φιλοξενίας, που είναι ο αντίποδας του πολέμου και της πρακτικής να αιχμαλωτίζονται οι ξένοι.

Είναι, επίσης, κοινά αποδεκτό ότι οι αλιείς, τουλάχιστον, μετακινούντο συστημα- τικά από νησί σε νησί αναζητώντας «τη τυχερή ψαριά». Όπως λέγετε και σήμερα ψάρεμα δίχως τύχη δεν γίνεται, ωστόσο η αλιεία είχε ανέκαθεν ειδικευμένες γνώ- σεις και τρόπους παρατηρήσεων που αποτελούσαν βασικό τμήμα του πολιτισμικού υπόβαθρου όλων των ναυτικών-αλιευτικών κοινωνιών, οι οποίες είναι κατά βάση ψαράδες-θηρευτές. Και βέβαια στο θέμα αυτό τα κρίσιμα στοιχεία, στην κλιματική ζώνη του Αιγαίου ήταν, όπως και είναι πάντα, εκτός από τους τοπικές κλιματολο- γικές συνθήκες, το πόσιμο νερό και η «καύσιμη» χλωρίδα.

Παράλληλα, η προϊστορική θρησκεία πρέπει να κάλυπτε όλο το φάσμα των δει- σιδαιμονιών και των εμπειρικών αστρονομικών ή μετεωρολογικών γνώσεων που απαιτούνται.

81 Cetariae. Botte 2009: 53-57; Bernal-Casasola 2016:198; Bernal-Casasola et al. 2016. Moulherat c., Spandidaki Y. & Tzachili I. (2004). — Υφάσματα, δίχτυα, σπάγκοι, κλωστές από το Ακρωτήρι Θήρας. Αράχνη 2: 15-19.in the Aegean – anthropozoologica2021v56a2. Available from: https://www.researchgate.net/publication/349139730_Tunas_in_the_Ae- gean_-_anthropozoologica2021v56a2 – pdf [accessed Jan 22 2023].

82 Trakadas, A. D. Bernal-Casasola, D. Malfitana, A. Mazzaglia, J.J. Díaz: Le cetariae el- lenistiche e romane di Portopalo (Sicilia). Primi resultati da ricerche interdisciplinari /. Jor. Mari Arch 17, 635–638 (2022). https://doi.org/10.1007/s11457-022-09340-5

Η Πρωτοελληνική θρησκεία στο Αιγαίο, θα αντιμετώπιζε, εξ άλλου, και τα ζητήματα που προκύπτουν κατά την ανταλλαγή συζύγων, να απαγόρευε ή να περιόριζε τις εκφυλιστικές ενδογαμίες, και φυσικά να μεριμνούσε για την εξασφάλιση της γονιμότητας της φύσης και των γυναικών.

Οι σκέψεις αυτές, όπως και η γενικότερη απροθυμία να δεχτούμε ότι στα μικρά νησιά του Αιγαίου μπορεί να λειτούργησαν για μία χιλιετηρίδα αυτάρκεις κοινω- νίες σε κλειστό σύστημα, κάτι που απετέλεσε κυρίαρχο ιδεολόγημα πολλών ιστορικών σχολών (κυρίως αγγλοσαξονικών με πολιτικό υπόβαθρο), μας κάνει να πιστεύουμε ότι οι ναυτικές και ναυπηγικές γνώσεις των νησιωτών χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα για συναλλαγές. Τέτοιες άλλωστε προϊστορικές συναλλαγές, σε μεγάλες μάλιστα αποστάσεις, είναι σήμερα πιστοποιημένες σε ένα πλήθος από μέρη, συμπεριλαμβανομένου του Ινδικού Ωκεανού, της Ινδονησίας και του Ειρηνικού Ωκε- ανού. Επειδή είναι γεγονός ότι, εκτός από τον οψιανό και τα κεραμικά, ελάχιστα είναι τα εισαχθέντα αντικείμενα που η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φώς ή που δημοσιευτήκαν, τείνουμε να πιστέψουμε ότι πολλά βασικά προϊόντα και τα τε- χνουργήματα που ανταλλάσσονταν στις προϊστορικές Κυκλάδες και στο Αιγαίο γε- νικότερα, δεν άφηναν ευδιάκριτα ίχνη.

Τέτοια ανταλλάξιμα είδη είναι, όπως ήδη προαναφέραμε, οι άνθρωποι, τα ζώα και τα ζωικά προϊόντα, τα δημητριακά και τα τρόφιμα, η καύσιμη ξυλεία, η ναυπή- γησή ξυλεία, τα λάδια και αρωματικά υλικά, όπως διάφορα άλλα δευτερεύοντα φθαρτά προϊόντα υφαντουργίας και καλαθοπλεχτικής. Πρόκειται για είδη τα οποία μπορούσαν να περιληφθούν και σε στα πλαίσια τελετουργικών ή συγγενικών α- νταλλαγών. Είναι όμως παράλληλα βέβαιο πως οι συναλλαγές περιλάμβαναν και διάφορα βιοτεχνικά αντικείμενα (υφάσματα, δερμάτινα, κεραμικά, κοσμήματα).

Ήδη, μέσα στις υποθέσεις του Renfrew και του Bindliff, περιλαμβάνεται το εν- δεχόμενο να αντάλλαζαν οι ψαράδες τα αλιεύματά τους, στα νησιά όπου κατέφευ- γαν, με τροφές, νερό και άλλα τοπικά υλικά. Υποθέτουμε επίσης ότι για να διατη- ρήσουν τα ψάρια θα τα πάστωναν και θα τα ξέραιναν στον ήλιο στη διάρκεια του περίπλου, σταθμεύοντας σε ενδιάμεσους παράλιους σταθμούς, με την ανοχή βέ- βαια των ντόπιων.

Χωρίς αυτή την ανοχή και χωρίς κοινά αποδεκτούς και θεσμοποιημένους κανό- νες φιλοξενίας και δικαιώματος καταφυγίου στους ναυτικούς δεν βλέπουμε πως θα ήταν δυνατή η ποντοπλοΐα στο Αιγαίο83 και στη Μεσόγειο, όπου είναι δεδομένη η ανάγκη συνεχών σταθμών και ναυτικών καταφυγίων τις εποχές των μελτεμιών και των τρικυμιών.

Σε ένα τέτοιο ευρύτερο πλαίσιο τοποθετούμε και την λειτουργία ενός μόνιμου οικισμού στην Χριστιανή. Η νησίδα, στα ανοικτά του Ακρωτηρίου, πρέπει να λει- τουργούσε και ως ενδιάμεσος σταθμός κάποιου ευρύτερου συστήματος ναυσιπλο- ΐας στην περιοχή του Βόρειου Κρητικού πελάγους και των Νοτίων Κυκλάδων. Έτσι άλλωστε εξηγούμε και την παρουσία των κεραμικών, ευρημάτων που είναι αδύ- νατο να πιστέψουμε ότι όλα κατασκευάστηκαν επί τόπου. Αυτή άλλωστε είναι και η άποψη του Χρ. Ντούμα και όλων όσων μελέτησαν τα αγγεία αυτά.

83 Το ίδιο πιστεύουμε πως ίσχυε και σε όλες τις άλλες περιοχές της γης όπου οι θαλάσσιες επικοινωνίες και συναλλαγές ήταν απαραίτητες για την επιβίωση των νησιωτικών κοινωνιών.

Η Χριστιανή στους ναυτικούς δρόμους του Νοτίου Αιγαίου 

Ο μεγάλος αριθμός μικρών κομματιών οψιανού όπως και τα κεραμικά που βρέ- θηκαν από τις αρχαιολογικές αποστολές, ή που συναντήσαμε επιφανειακά περπα- τώντας πάνω στην Χριστιανή δημιουργούν, όπως είπαμε, την εντύπωση μιάς έντο- νης ανθρώπινης παρουσίας. Μας οδηγούν επίσης, στη σκέψη ότι οι μεγάλες ποσό- τητες των υλικών αυτών οφείλεται σε μακροχρόνια, σταθερή ανθρώπινη παρουσία πάνω στη νησίδα. Σε κάθε περίπτωση, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η νησίδα Χριστιανή δεν λειτούργησε μόνο ως εξάρτημα του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης, όπως συνέβαινε κατά την σύγχρονή εποχή, αλλά μπορεί να έπαιζε και το ρόλο ναυ- τικού καταφυγίου και ενδιάμεσου σταθμού για εξαγωγές προς την Ντία και την Χερσόνησο της Κρήτης.

Προϋπόθεση όμως για να είχε τέτοιο ρόλο η Χριστιανή είναι βέβαια η ύπαρξη ενός ασφαλούς καταφυγίου για τα αλιευτικά και τα άλλα πλοία. Εδώ θα υπενθυμί- σουμε ότι το απαιτούμενο είναι κυρίως ένα μέρος στον τότε γιαλό, όταν το επίπεδο της θάλασσας ήταν χαμηλότερο του σήμερα, όπου να μπορούν τα πλεούμενα να προσαράξουν και να τραβηχτούν στη στεριά, μακριά από τα κύματα που, όπως ξέ- ρουμε το χειμώνα φτάνουν σε αρκετό βάθος καλύπτοντας την ονομαζόμενη ζώνη χειμερίου κύματος.

Είναι, άλλωστε, γνωστό ότι, στην αρχαιότητα τα πλεούμενα δεν τα αγκυροβο- λούσαν μόνο, αλλά κατά κανόνα τα «εξόκελλαν» στην παραλία για ασφάλεια (Οδ. 10.511: «νήα κέλσαι, νήα μεν αυτού κέλσαι.» Οδ. 9.546, «νήα εκέλσαμεν εν ψαμά- θοισιν.»)

Παραπέμπουμε επίσης στο ρήμα κέλλω (οκέλλω), αόρ. έκελσα – «το εις γην εκτι- θέναι την ναυν, και εξοκέλλειν», που αναφέρει ο Ησύχιος, όταν περιγράφει με ακρί- βεια την ναυτική αυτή πρακτική.

Συνεχίζουμε άλλωστε και σήμερα να τραβούμε στη στεριά τις βάρκες και τα μι- κρότερα πλοιάρια, χρησιμοποιούμε δε για το τράβηγμα των πλεούμενων, μικρές εγκαταστάσεις με «εργάτες και ράουλα».

(Η έννοια των διασυνδέσεων στο νησιωτικό χώρο -intercοmmunicatiοns- μας ε- πιτρέπει να συνδέσουμε την συλλογιστική μας με ορισμένες γενικότερες θεωρητι- κές αναλύσεις των συστημάτων και της θεωρίας των πληροφοριών. Θεωρούμε, με άλλα λόγια, ότι όταν δύο ανθρώπινες ομάδες έρχονται σε επαφή με την βοήθεια κάποιου τρόπου ή μέσου επικοινωνίας, αποκτούν παράλληλα και ένα κοινό «κεφά- λαιο πληροφοριών».

Στην περίπτωσή μας, τέτοιες κοινές «πληροφορίες» μπορεί να είναι γνώσεις, υ- λικά, τεχνουργήματα (artifacts); ή και άνθρωποι ακόμα αν γίνονταν ανταλλαγές συζύγων ή αν διακινούντο μερικοί «τεχνίτες» και σκλάβοι. Στην περίπτωση της Χριστιανής κάθε επικοινωνία περνάει απαραίτητα από την θάλασσα (όπως επίσης από φωτεινά σήματα που μπορεί να μετέδιδαν βίγλες και φρυκτωρίες από τα υψώ- ματα). Υπάρχει η πιθανότητα μια κυκλικά διαμορφωμένη κορυφή της Χριστιανής να έπαιζε τέτοιο ρόλο.

Αξίζει να προσθέσουμε ότι κατά την διάρκεια των διαδικασιών αλληλοεπικοινωνίας (iηtercοmmuηication) δεν χρησιμοποιούνται πάντα όλες οι μεταδιδόμενες (μεταφερόμενες ) πληροφορίες. Ούτε όσοι γίνονται κοινωνοί των μεταδιδόμενων τα χρησιμοποιούν με τον ίδιο τρόπο. Αν όμως γίνει χρήση των μεταφερθέντων στοιχείων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση μίμησης μορφής και τεχνικής κεραμικών αντικειμένων που έχουν συγκεκριμένη κοινωνική λειτουργικότητα, τότε έχουμε ένα «γεγονός» (factum) που μας επιβάλει περαιτέρω διερεύνηση.

Πρέπει, κατά πρώτο λόγο να αναρωτηθούμε για αν το γεγονός μπορεί να υπο- νοεί ύπαρξη κάποιων αντιστοιχιών στις κοινωνικές συμπεριφορές και στην οργά- νωση της κοινωνίες και της «οικονομίας» των δύο ομάδων. Έχουμε δηλαδή την ευκαιρία να διερευνήσουμε το κατά πόσον προκύπτει από την αλληλεπικοινωνία, ότι είναι δυνατόν οι δύο ανθρώπινες ομάδες να έχουν «κοινό πληροφοριακό κεφά- λαιο» και γνώσεις, στάσεις, οργανωτικά πρότυπα εξουσιών και κοινωνικών λει- τουργιών, όπως και ενδεχομένως αντίστοιχες «ανάγκες».

Θα προσθέσουμε ότι σύμφωνα με φυτογεωγραφικά δεδομένα (Dimopoulos & al. (2018), στην περιοχή των Κυκλάδων 168 είδη (taxa), 9,4% του συνόλου των φυ- τών, θεωρούνται από τους βοτανολόγους ως ενδημικά των νησιών. Εννέα όμως είδη είναι ενδημικά σε δύο άλλες φυτογεωγραφικές περιοχές, γεγονός που αποτε- λεί ένδειξη επαφών/συναλλαγών (Georghiou & Delipetrou, 2010 και οδηγεί στην υπόθεση χωρολογικών σχέσεων ανάμεσα στα νησιά της Σαντορίνης, το Ανατολικό Αιγαίο και την Κρήτη.

Τα επιφανειακά ευρήματα της Χριστιανής

Θέλουμε να υπογραμμίσουμε πως βρεθήκαμε στην Χριστιανή τελείως απρόβλεπτα και για τον λόγο αυτόν είμασταν απροετοίμαστοι για κάθε είδους συστηματική έρευνα, με αποτέλεσμα να μην διαθέτουμε ούτε καν αρκετό φωτογραφικό φίλμ.

Εξ άλλου οι δύο μας επισκέψεις στο εσωτερικό της νησίδας είχαν σκοπό να συγκεντρώσουν παρατηρήσεις που ενδιαφέρουν τις γενικότερες νησιωτικές μελέτες μας και την διερεύνηση του γενικότερου περιβάλλοντος που προσφέρουν τα νησιά. Πιο συγκεκριμένα θέλαμε, μέσα από την οπτική της Ανθρώπινης Οικολογίας να σχηματίσουμε μια γενική εικόνα των επιπτώσεων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε ένα περιφερειακό ερημονήσι με περιορισμένη έκταση σε μια περιοχή χωρίς μεγάλες βροχοπτώσεις αλλά που επωφελείται, το καλοκαίρι τουλάχιστον, από την υγρασία που προσφέρει το πρωινό καλοκαιρινό πούσι. Στο θέμα αυτό άλλωστε αρ- γότερα μας βοήθησε εξαιρετικά η αεροφωτογραφία που διαθέτουμε σήμερα.

Όταν όμως προχωρήσαμε στο εσωτερικό των περιτοιχισμένων χωραφιών και ε- ξετάσαμε την επιφάνεια του εδάφους, που προδίδει ακόμα και σήμερα, την φρο- ντίδα με την οποία είχε καλλιεργηθεί, μείναμε έκπληκτοι από τον αριθμό των ο- ψιανών και των ψιλοτεμαχισμένων οστράκων που συναντούσαμε σε κάθε μας βήμα. Στη συνέχεια θα περιοριστούμε στην περιγραφή μερικών οψιανών, δώδεκα θραυσμάτων κεραμικών. Ας σημειωθεί επίσης ότι είδαμε ένα μικρό κυλινδρικό κομμάτι από μαλακό μέταλλο, μερικούς κυνηγετικούς μικρούς κάλυκες παλαιού τύπου όπλων γράδων, και ένα κομμάτι λευκής κίσσηρης της οποίας οι κρύσταλλοι είχαν πάρει ινώδη μορφή.

Β. Οψιανοί: οι επιφανειακοί μικρόλιθοι οψιανού στη Χριστιανή

Πριν προχωρήσουμε στην αναφορά του μεγάλου πλήθους επιφανειακών μικρο- λιθικών οψιανών που συναντήσαμε στην καλλιεργημένη περιοχή της νησίδας είναι χρήσιμες μερικές γενικές εισαγωγικές σκέψεις. Αναφορές που βασίζονται στα αρχαιολογικά δεδομένα της δεκαετίας του 2020, σχετικά με την ανθρώπινη παρουσία στην ΝΑ Ασία και ειδικότερα στην ναυσιπλοΐα στην ευρύτερη περιοχή της Wallacea. Πιστεύουμε πως μια συστηματική αρχαιολογική έρευνα θα μας δώσει πλη- ροφορίες, τόσο για της απαρχές ανθρώπινης παρουσίας στο συγκρότημα των τριών νησίδων, όσο και για το ενδεχόμενο να ήταν ένας ενδιάμεσος σταθμός της προς νότο μεταφοράς κατεργασμένων και ακατέργαστων οψιανών. Η μελέτη της πρώτης αυτής ύλης για την κατασκευή εργαλείων μας δίνει τη δυνατότητα να απαντήσουμε σε ερωτήματα σχετικά με τη μετανάστευση και την ανταλλαγή μεταξύ των προϊ- στορικών κοινοτήτων: οψιανού.

Επικεντρωνόμαστε στην εκμετάλλευση και τη μεταφορά οψιανού επειδή η πο- λύπλοκη γένεσή του, η διακριτή κατανομή των πηγών του και η συγκριτική ευκο- λία της γεωχημικής ανάλυσης καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση της κοινωνι- κής αλληλεπίδρασης μέσω του χώρου και του χρόνου στις απαρχές της ανθρώπινης παρουσίας σε μια περιοχή.84

Mailinta Tsampiri

«Ο οψιανός ή οψιδιανός που αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο (77 μ.Χ.), στο βιβλίο του «Naturalis historiae», αποτελεί ένα σημαντικό ημιπολύτιμο λίθο στην ιστορία της ανθρώπινης ανάπτυξης. Πρόκειται για σκληρό η- φαιστειακό πέτρωμα με υαλώδη μορφή και στιλπνό μαύρο χρώμα.

»Στον ελλαδικό χώρο κοιτάσματα οψιανού έχουν εντοπιστεί σε ορισμένα νησιά όπως: Μήλο, Αντίπαρο και Γυαλί. Εξαιτίας της σύστασης και της ανθεκτικότητάς του, ιδιαίτερα ο οψιανός της Μήλου, χρησιμοποιήθηκε ήδη από τα τέλη της Ανώτερης Παλαιολιθικής περιόδου (11η χιλιετία π.Χ.) για την κατασκευή λεπίδων με κοφτερές ακμές, που χρησίμευαν ως μαχαίρια, ξυράφια, βέλη, ακίδες κτλ.

»Τα πρωιμότερα δείγματα εργαλείων και απορριμμάτων επεξεργασίας πυρήνων οψιανού βρέθηκαν στο σπήλαιο Φράγχθι, στην Αργολίδα. Έτσι, τα ευρήματα αυτά αποτέλεσαν την αρχαιότερη μαρτυρία για την ναυσιπλοΐα στην Ανατολική Μεσόγειο και για την ανθρώπινη παρουσία στη Μήλο και τις Κυκλάδες γενικότερα, ήδη από το τέλος της Παλαιολιθικής περιόδου. Κατά την Ύστερη Νεολιθική Περίοδο (περίπου 5300-3200 π.Χ.), όταν αναπτύχθηκε η συστηματική κατοίκηση των Κυκλάδων, η με- ταφορά οψιανού ενσωματώθηκε σταδιακά στα αναπτυσσόμενα εμπορικά δίκτυα του Αιγαίου. Η χρήση του στον Ελλαδικό χώρο χρονολογείται κυρίως μέχρι την Ύστερη εποχή του Χαλκού (1600-1200/1100 π.Χ.), όπου μειώθηκε λόγω της αυξανόμενης δημοτικότητας των μετάλλων, παρακμάζοντας τελείως κατά τους Κλασσικούς χρόνους (5ος-4ος αι. π.Χ.). Τέλος, κατά τη Ρωμαϊκή εποχή ο οψιανός χρησιμοποιήθηκε σποραδικά στην κατασκευή ψηφιδωτών, καθώς και διακοσμητικών αντικειμένων, όπως καθρέφτες.»

84 obsidian Archaeological science is well situated to contribute signicantly to this discourse. Here, we present the archaeological record of a pristine raw material with the potential to answer questions about migration and exchange between communities: obsidian. We concentrate on obsidian exploitation and transportation because its complex genesis, the discrete distribution of its sources and the comparative ease of geochemical analysis make it possible to track social interaction through space and time. Mailinta Tsampiri1, Archaeologist, S&B Industrial Minerals S.A. Collaborator of the Ephorate of Antiquities of Cyclades in excavations in Melos.

Το πλήθος των οψιανών που συναντήσαμε μας δημιούργησε ερωτήματα για τον λόγο για τον οποίο συγκεντρώθηκαν στο νησίδιο. Παντού βλέπει κανείς μικρά ακατέργαστα κομμάτια ( σε μορφή χαλικιών ) και ανάλογο αριθμό θραυσμάτων ή απολεπισμάτων. Χωρίς αμφιβολία έχουν εισαχθεί, δεν πρόκειται δηλαδή για τοπι- κές μαύρες σκληρές πέτρες και δεν προέρχονται γεωλογικά από το τμήμα του νη- σιού που επισκεφθήκαμε. Όπως δε ήταν, στην πλειοψηφία τους αιχμηρά, δεν έ- μοιαζαν να ήταν υπολείμματα από παλιές σβάρνες, που αφέθηκαν και δεν ξανα- χρησιμοποιήθηκαν. Παρ ‘όλον ότι, εμείς τουλάχιστον, δεν συναντήσαμε πυρήνες οψιανών (cοres), οι επιφανειακές ποσότητες ξεπερνούν τις ανάγκες του όποιου α- ριθμού των οικιστών. Πρέπει να προσθέσουμε ότι από τις καλλιεργημένες επιφά- νειας έχουν απομακρυνθεί όλες οι σχετικά μεγάλες πέτρες, και ίσως αυτό να εξηγεί το γιατί και όλοι οι οψιανοί που είδαμε είχαν μικρό μέγεθος.

Στην επιφάνεια του εδάφους παρατηρήσαμε την παρουσία δύο ή τριών ποιοτήτων οψιανού όπως και μιας μαύρης σκληρής πέτρας. Τα επτά θραύσματα που απεικο- νίζονται στην φωτογραφία είναι αντιπροσωπευτικά των υλικών που συναντήσαμε. Όσο για την σκληρή πέτρα, μήκους 3 εκ. (0,03 μ), έχει σπάσει σε σχήμα που θυμίζει αιχμή βέλους μέρος του οποίου αποκόπηκε.

Είδαμε επίσης και αρκετές λεπίδες που ήταν κατά κανόνα σε πολύ κακή κατά- σταση, εξαίρεση αποτελούσαν τα τέσσερα κομμάτια που φωτογραφίσαμε. Τρία από αυτά (Εικ. 2, α-β-γ) έχουν μια λεπτή επίπεδη λουρίδα στο πάνω μέρος, έτσι που η τομή τους να μοιάζει με λεπτή επίπεδη κόλουρη πυραμίδα (πρισματική λεπίδα).

(α) τμήμα λεπίδας από μαύρο στιλπνό οψιανό μήκους 0,023 μ.

(β) τμήμα λεπίδας οψιανού ιδίου τύπου μήκους 0,01 μ. Το θραύσμα αυτό έχει την μια της κόψη άριστα ακονισμένη και λειτουργεί ακόμα και σήμερα σαν ξυράφι. Την είδαμε μέσα στην αρχαιολογική τομή που έχει ανοιχτεί σε καλλιεργημένο έδαφος με ελάχιστη άσπρη ελαφρόπετρα και σε βάθος περίπου 60 εκατοστών στο τοίχωμα, σε σημείο όπου ένα κουνέλι είχε ανοίξει τρύπα στα πλάγια.

(γ) λεπίδα πλάτους 9 χιλιοστών, από διάφανο μαύρο οψιανό, που όταν φωτίζεται παρουσιάζει λεπτές κατά μήκος ραβδώσεις. Από το αρχικό αντικείμενο έχει απομείνει μήκος 0,027 μ

(δ) τμήμα λεπίδας πλάτους 0,013 μ και μήκους 0,023 μ από μαύρο οψιανό με τριγωνική τομή. Το τέταρτο αυτό θραύσμα είναι διαφορετικής, πιο πρωτόγονης κατασκευής. Εκτός από την τριγωνική του τομή, παρουσιάζει προχωρη- μένη φθορά με πλήθος σπασίματα που δίνουν στις κόψεις εμφάνιση πριονιού.

Παρ’ όλον ότι πρόκειται για εργαλεία και για υλικά γνωστά σε όλο τον χώρο του Αιγαίου και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για πέτρωμα της Μήλου, θα ήταν καλό να εξακριβώναμε με σύγχρονους φυσικό-χημικούς τρόπους την ακριβή τοπο- θεσία των οψιανών και της μαύρης πέτρας που συναντούμε πάνω στην Χριστιανή. Με τον τρόπο αυτό θα επιβεβαιώναμε τις υποθέσεις μας για τις εξωτερικές διασυν- δέσεις των κατοίκων της νησίδας και για το κυκλαδικό δίκτυο επικοινωνιών και ανταλλαγών μέσα στο οποίο αυτοί λειτουργούσαν.

Κλείνοντας θεωρούμε απαραίτητο να γίνει μελλοντικά μια συστηματική έρευνα και μελέτη των τεχνικών απολεπίσματος, επειδή πιστεύουμε πως στη νησίδα γινό- ταν επεξεργασία των εισαγόμενων από τη Μήλο πυρήνων οψιανού και οι λεπίδες εξάγονταν μάλλον ή κυρίως στην Κρήτη.

  1. Όστρακα κεραμικών με αποτυπώματα

Αν εξαιρέσουμε δύο ή τρεις περιπτώσεις, οι περιορισμένες μας γνώσεις δεν μας επιτρέπουν να συνεισφέρουμε ουσιαστικά στην επιστημονική περιγραφή των ο- στράκων που εντοπίσαμε. Για τον λόγο αυτό θα περιοριστούμε σε απλή αναφορά τους. Είναι όμως απαραίτητο να υπενθυμίσουμε ότι επιλογή που κάναμε ανάμεσα στα χιλιάδες όστρακα που συναντήσαμε δεν μπορούσε να είναι αντιπροσωπευτική, μια και η πλειοψηφία των μικρών οστράκων πού είχαμε την ευκαιρία να συναντή- σουμε ήταν μελανόχρωμα.

Όστρακο 1 διαστάσεων 0,09 χ 0,06. Τμήμα κυκλικής βάσης διαμέτρου 0,104 μη στιλβωτού αγγείου, με παχύτατα τοιχώματα, που θα μπορούσε να ήταν πρόχους ή σφαιρικό αγγείο. Πηλός τεφρός με κάποια καστανή απόχρωση που ίσως να οφείλεται σε καστανό επίχρισμα της εσωτερικής επιφάνειας. Ο πηλός είναι ακαθάριστος και το ψήσιμο μέτριο μας κάνει να υποθέσουμε ότι κατασκευάστηκε επί τόπου.

Αξιοσημείωτο είναι το αποτύπωμα ψάθας που σκεπάζει το τμήμα της κάτω επι- φανείας. Η εκτύπωση (με πλαστελίνη) δείχνει καθαρά πως ήταν κατασκευασμένη η ψάθα και είναι αρκετά εύκολο να αναπαραστήσουμε την πλέξη.

Σημειώνουμε ότι αποτύπωμα ψαθιού υπάρχει και στην βάση του ευρύστομο αγγείου υπ αρθ. 1824 (Ντούμας, ΑΕ, 1976, εικ. 7, σελ. 4, πιν. 2γ-2δ-2ε, βλέπε επίσης εδώ, στο παράρτημα το σχέδιο μας). Το αγγείο αυτό έχει δυό παρειές στο λαιμό με ανάγλυφα αυτάκια και διάφορα ανοίγματα που θυμίζουν προσπάθεια απόδοσης κάποιας μορφής.

Αυτό οδήγησε τον Ντάκο να κάνει συσχετισμούς με πρότυπα του Ανατολικού Αιγαίου όπου υπήρχε τάσης μίμησης ανθρωπίνων ή ζωικών μορφών στα σχήματα των αγγείων. Το αγγείο «1824» είναι κατασκευασμένο από ρόδινο ακαθάριστο πηλό, σχετικά καλά ψημένο άλλα με τρόπο άνισο, σ’ αυτό ίσως οφείλονται οι με- λανές κηλίδες που υπάρχουν πάνω στην αστίλβωτη επιφάνεια. Αναφέρεται ακόμα ότι το αγγείο έχει επιφάνεια που μοιάζει να έχει πλυθεί «με σφουγγάρι»- (αν υπο- νοείται με τη λέξη αυτή ύπαρξη σπογγαλιεία στην Πρωτοκυκλαδική εποχή η πα- ρατήρηση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία και δεν πρέπει να μείνει στο περιθώριο διότι συνεπάγεται παράλληλα και την αλιεία μερικών μαύρων κοραλλιών.).

Στην περίπτωσή μας πάντως έχουμε μια πλήρη εικόνα ενός φθαρτού αντικειμένου πρωτοκυκλαδικής βιοτεχνικής κατασκευής, που έχει φτιαχτεί από ίνες ή στελέχη κάποιου φυτού που συγκεντρώνονται σε δέσμες ανά δύο, τρία ή τέσσερα και πλέ- κονται εναλλάξ. Αγνοούμε βέβαια την ακριβή φυτική ύλη που χρησιμοποίησε ο τεχνίτης. Χωρίς άλλο ψαθί, όπως και βούρλα υπάρχουν στις Κυκλάδες, δεν απο- κλείεται όμως η ψάθα του αποτυπώματός μας να έγινε με επιτόπια άχυρα ή και με χόρτα που φύτρωναν στις επιφάνειες που έχει καλύψει η θάλασσα.

Έχοντας υπ΄ όψιν μας ανάλογοι αποτύπωμα από το σπήλαιο της Φράγχθης, θεωρούμε ως δεδομένο το ότι η ψαθοπλεκτική και η καλαθοπλεχτική ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη τόσο στην εποχή των Πρωτοκυκλαδικών πολιτισμών, όσο και σε αρ- κετά αρχαιότερες εποχές (οι ανακαλύψεις του λιμναίου οικισμού της λίμνης Marmotta στην Ιταλία το επιβεβαιώνουν).

Δεν είναι μάλιστα τυχαίο ότι διάφορα νεολιθικά, αλλά και παλαιολιθικά ακόμα, γεωμετρικά διακοσμητικά μοτίβα απαντούν σε ψάθες και σε καλαμόπλεκτα σημε- ρινών οικοτεχνιών πολλών περιοχών του κόσμου (Αμερική, Αφρική Μαρόκκο, Νοτιο-ανατολική Ασία, Ινδονησία, Μελανησία, Πολυνησία).

Στην Αρχαία Τενέα Κορινθίας υπάρχουν Βάσεις πίθων με αποτυπώματα Ψάθας.

Έχουμε επίσης την γνώμη ότι η «αρχέτυπη» ψαθοπλεκτική θα μπορούσε να καλύψει και καλλιτεχνικές ανάγκες με την χρήση δίχρωμων ή τρίχρωμων υλικών και με αναζητήσεις πλαστικών σχημάτων όπως είναι οι κύκλοι, τα ελλειψοειδή, τα πολύγωνα οι σπείρες, που είναι μοτίβα τα οποία απαντούν στη φύση πάνω στα θαλάσσια οστρακοειδή και στα φυτά, και που τελευταία διαπιστώθηκε ότι απεικονίζονται και σε παλαιογραφίες.

Ακολουθώντας το παράδειγμα του Σπ. Μαρινάτου, ο οποίος αντλούσε στις μελέ- τες του συγκριτικά στοιχεία από τον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο του Μαγκρέμπ (κτενίσματα και χρώσεις κεφαλής στις τοιχογραφίες της Θήρας) θα αναφέρουμε στις θολωτές καλαμόπλεκτες και ψάθινες καλύβες που είδαμε στην πόλη Ben Slimane στην περιοχή της Καζαμπλάγκας του Μαρόκκου.

Επρόκειτο για κατασκευή, εκπληκτικής αισθητικής, ύψους ως τέσσερα μέτρα στο κέντρο του θόλου, εξ ολοκλήρου ψάθινη και καλαμένια με τρίχρωμη γεωμετρική διακόσμηση στο εσωτερικό της. Την είδαμε την άνοιξη του 1976 σε αγροικία, που ήταν η κατοικία γυναίκας συζύγου, πράγμα που καθιστούσε αδιανόητη και ανοί- κεια κάθε προσπάθεια φωτογράφησης. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για τύπο «κα- λύβας» αρκετά διαδεδομένο στην Βόρεια Αφρική και στην Αίγυπτο, που δείχνει ότι η καθαλοπλεκτική με την ψαθοπλεκτική, μπορούν να μας δώσουν «μνημεια- κών» διαστάσεων κατασκευές.

Κάτι το ανάλογο συμβαίνει στις περιοχές των βάλτων του νότιου Ιράκ, εκεί που αναπτύχθηκαν οι πρώτοι πολιτισμοί της Σουμερίας, αλλά και στη λίμνη Τάνα της Αιθιοπίας, όπως και στα έλη των εκβολών του ποταμού Χελμέντ στο Ιρανικό Σιστάν.

Σημαντική είναι η ποικιλία των πρώτων υλών για την ψαθοπλεκτική και την καλαθοπλεκτική που προσφέρει η ελληνική χλωρίδα. (Β. Πανάρετος, Κυπριακή Γεωργική Λαογραφία απ’ όπου οι παραπομπές σελίδων.) Εκτός από το Ψαθί (τύφη, Thypha latifοlia και Typha angustata ) και τα γνωστά μας Βούρλα που απαιτούν υγροτόπους ή υφάλμυρα έλη (Juncus maritimus).

Γενικότερα παραδοσιακά χρησιμοποιούντο και τά ακόλουθα φυτά :

Λυγαριά (Vitex agnus castus, σ. 262 ), Ιτιά (Salix alba, σ. 262), Αμπελίνα (κλη- ματίς, Clematis cirrhοsa, σ. 267 ), Μυρτιά (μερσινιά, μύρτον, Myrtus cοmmunis, σ.282 ), Στύραξ (αστύρακας, Styrax οfficinalis, σ. 290), και φυσικά οι μίσχοι και τα μακρόστενα φύλλα των καλαμιών, και της φοινικιάς (βάγια), όπως και τα σπάρτα.

Πιθανολογούμε ότι οι προϊστορικοί άνθρωποι χρησιμοποιούσαν και μερικά άλλα φυτά. Σημειώσαμε έτσι, την ύπαρξη του επιθέτου μολόχινον (πρβλ. Liddell-Scοtt λέξη μολόχη, μαλάχη) και της αναφοράς σε «μολόχινα ιμάτια» που μπορεί να δη- λώνει χρήση ινών μολόχας για την κατασκευή κάποιου είδους πλεκτού υφάσματος ή (όπως επίσης πιστεύεται) το χρώμα των ρούχων.

Στο σύνολο τους τα ίχνη ψαθιών στις βάσεις των προΐστορικών αγγείων δεν φαί- νεται, από την βιβλιογραφία, να είναι ιδιαίτερα σαφή ώστε να επιτρέπουν την ανα- παράσταση του ψαθόπλεκτου αντικείμενου. Σε μια μάλιστα περίπτωση σε εύρημα από το Παρθένι της Λέρου όπου βλέπουμε αποτυπώματα ψαθιών σε βάσεις cheesepοts (Δ. Σαμψων), έχουμε την εντύπωση ότι πρόκειται για ίχνη που προέρχονται από επαφή με στρώμα «ψαθόχορτων» και όχι σε πραγματική ψάθα.

Όστρακα με αποτυπώματα ψαθιών περιλαμβάνονται σε χαρακτηριστικά ευρή- ματα όπως στο επιφανειακό εύρημα στα μεταλλεία της Σίφνου. Εξ άλλου, αποτύπωμα φύλλου αμπέλου (ή συκιάς) που υπάρχει σε μικρό αγγείο που βρίσκεται στο μουσείο του Cambridge (UK), αποτελεί πάντα την πρώτη στα αρχαιολογικά χρονικά, ένδειξη που είχαμε για πιθανή πρώιμη καλλιέργεια του ενός από τα δύο αυτά φυτά στα νησιά του Αιγαίου.

Ο χρωστήρας

Ένα ενδιαφέρον εύρημα είναι τα ίχνη χρωστήρα που εντοπίσαμε πάνω σε ένα όστρακο. Στοιχεία για χρωστήρες πάνω σε ελληνικά προϊστορικά αρχαιολογικά ευ- ρήματα δεν έχουμε. Αυτό μας οδήγησε στο να κάνουμε μερικές δικές μας υποθέσεις.85 

85 Βλέπε σχέδια προϊστορικών χρωστήρων στο Chuck Kritzon, How to paint a Mamouth (επίσκεψη 2.2.2023.).

ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 1.2.2022.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Small Cycladic Islands Project is a diachronic survey of the very smallest of the Aegean islands (επίσκεψη 2023 = με εκτενέστατη βιβλιογραφία.)

Horizon: A Colloquium on the Prehistory of the Cyclades. McDonald Institute Monographs 2008, Bryn Mawr Classical Review (BMCR) 2010.11.38. The book is the publication of a 2004 colloquium on Cycladic prehistory. It com- prises 43 chapters with an introduction by C. Renfrew.

1st National Workshop on Climate Change and Sea Level Rise in the Mediterra- nean Sea, Compendium of Abstracts, Rome, 5-6 july 2018 – ENEA, Lungote- vere, Thaon di Revel, 76.

Mediterranean Pilot, vol. IV, London. Hydrographical Department Admiralty. 1941 edition, p. 132 and Admiralty Chart.

Vlachopoulos, G. Andreas (ed.), ΧΡΩΣΤΗΡΕΣ. Paintbrushes Wall-Painting and Vase-Painting of the Second Millemmium BC in Dialogue. Proceeding of the International Conference… Thera 24-26 May 2013.

ΧΡΩΣΤΗΡΕΣ. Η Τοιχογραφία και η Αγγειογραφία της 2ης χιλιετίας π.Χ. σε Διά- λογο / PAINTBRUSHES. Wall-Painting and Vase-Painting of the 2nd millen- nium BC in dialogue.– Ακρωτήρι Θήρας, 24-26.May, 2013.

Bindliff, J.L., (1977). Natural Environment and Human Settlement in Prehistoric Greece. Oxford, British Archaeological Reports, suppl. Series, no. 28.

Broodbank Cyprian. (2002). An island Archaeology of the Early Cyclades. – Cam- bridge: Cambridge University Press. [Οn Christiani there was a human settle- ment the vestiges of which date back to the Bronze Age.]

Coleman, J. E., ‘The Chronology and Interconnections of the Cycladic Islands in the Neolithic and Early Bronze Age’, AJA 78 (1974) 333–43. CrossRef Google Scholar.

Damalas, D., Megalofonou, P. (2012). «Discovering where bluefin tuna, Thunnus thynnus, might go: using environmental and fishery data to map potential tuna habitat in the eastern Mediterranean Sea». Scientia Marina, 76(4): 691-704.

Eastwood, W.J., Pearce, N.J.G., Wetsgate, J.A. and Perkins, W.T. 1998a: Recognition of Santorini (Minoan) tephra in lake sediments from Gölhisar Gölü southwest Turkey, by laser ablation ICP-MS. Journal of Archaeological Science 28, 677–87

Kapsimalis V, Pavlopoulos K, et al., «Geoarchaeological challenges in the Cycla- des continental Shelf (Aegean Sea)”. Z. Geomorph. N.F., 53, suppl. 1, 2009, 169-190.

Λεγάκη, Ε., ‘Η αρχαιολογική έρευνα για την Προ-νεολιθική, Νεολιθική και Πρω- τοκυκλαδική Νάξο ως προνομιακός μοχλός ανάπτυξης’, Ναξιακά Γράμματα 1:2.

Μαρθάρη Μαρίζα, (1982) «Ανασκαφή στη θέση Φτέλλος Θήρας», Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών, XV (1982), τεύχος 1, σελ. 86-100. {βλ. σελίς 97 και σημ. 16, όπου γίνεται σύγκριση μεταξύ του ελλειψοειδούς χώρου 1 του Φτέλ- λου και του υπόσκαπτου της Χριστιανής.]

Μαρθάρη, Μαρρίζα. (2001). «Η Θήρα από την Πρώιμη στη Μέση Εποχή του Χαλκού. Τα Αποτελέσματα των Ανασκαφών στον Φτέλλο και τον Άγιο Ιω- άννη τον Ελεήμονα», στο Ι. Μ. Δανέζης (επιμ.), Σαντορίνη: Θήρα, Θηρασιά, Ασπρονήσι, Ηφαιστεία, Αθήνα, 2001.

Mario Mineo (Editor); Juan Gibaja (Editor); Niccolò Mazzucco (Editor)

Mavor J,W. (1974). Voyage to the Atlantis, NY, σελ. 165-170 (Σε παραπομπή για τον Χ. Ντούμα όπου αναφέρεται η τυχαία ανακάλυψη από τον Αμερικανό Ed- wad Loring των αγγείων της Χριστιανής.)

Mineo M., Gibaja J., Mazzucco N. (editors), The Submerged Site of La Marmotta (Rome, Italy): Decrypting a Neolithic Society. [April 2023] – 10. Caroline Hamon, Marta Portillo. «Restoration of wooden and textiles artefacts at La Marmotta».

Μηνδρινός Ματθαίος (1970) Η Εν Θήρα Ιερά Μονή Τού Προφήτου Ηλίου, Η Ιστο- ρία Και Το Έργον Της. Αθήνα.

Moulherat C., Spandidaki Y. & Tzachili I. (2004). — Υφάσματα, δίχτυα, σπάγκοι, κλωστές από το Ακρωτήρι Θήρας. Αράχνη 2: 15-19.

Mylona Dimitra. (2020). — Marine resources and coastal communities in the Late Bronze Age southern Aegean: a seascape approach. American Journal of Ar- chaeology 124 (2): 179-213. https://doi.org/10.3764/aja.124.2.0179

Ντούμας, Χρ. (1976). Πρωτοκυκλαδική κεραμεική από τα Χριστιανά Θήρας, Αρ- χαιολογική Εφημερίς, 1976,τόμος 115, σ. 1-11. [5 fig. 6 pl. 3γ ] Χ. Ντούμας, 1976, Πρωτοκυκλαδική κεραμική από τα Χριστιανά Θήρας, ΑΕ

Ντούμας, Χρ. (1983). Thera: Pompeii of the Ancient Aegean, London: Thames and Hudson.

Doumas, Chr. (2008). ”Chambers of Mystery” in N. Brodie, J. Doole, G. Gavalas, and C. Renfrew (επιμ.), ORIZON. A Colloquium on the Prehistory of the Cyc- lades, Cambridge.

Philippson Alfred., (d. Kirsten, E. 1959). Die griechischen Landschaften, IV. Das ägäische Meer und seine seine Inseln. Frankfort am Main, Klosterman.

Jeremy B. Rutter, (1979). Ceramic change in the Aegean Early Bronze age : the Kastri group, Lefkandi I, and Lerna IV : a theory concerning the origin of Early Helladic II ceramics/ Los Angeles; UCLA Institute of Archaeology 5.

Παναγιωτόπουλος Π. (1914). Αλιεία και βιομηχανία των τόννων και άλλων συγγε- νών ειδών. Αθήναι, Τυπογραφείο Μαντζεβελάκη, σ.66.

Raus Th., Karadimou E. & Dimopoulos P. (2019). Taxonomic and functional plant diversity of the Santorini-Christiana Island group (Aegean Sea, Greece). – Willdenowia 49: 363–381. https://doi.org/10.3372/wi.49.493082 December 2019.

Riddick N.L., Boyce J.I., Ktezoscki G.M., et al,”Palaeoshoreline reconstruction and underwater archaeological potential of Liman Tepe: A long-occupied coastal prehistoric settlement in western Anatolia, Turkey.” Quaternary Science Reviews, vol. 276, 01/202, 107293.

Rutter J. (1983). “Some Observations on the Cyclades in the Later Third and Early Second Millennia”, American Journal of Archaeology, Vol. 87, No. 1 (Jan., 1983), pp. 69-76

Σμπόνιας K. & Ι. Τζαχίλη (επιμ. 2021) Θηρασία ΙΙΙ. Αρχαιολογική Έρευνα και Ιστο- ρία του Τοπίου μιας Νησιωτικής Κοινωνίας. Αθήνα 2021, εκδ. Ta Pragmata.

Σωτηρακοπουλου, Π (1999), Ακρωτήρι της Θήρας, Η Νεολιθική και η Πρώιμη Ε- ποχή του Χαλκού επί τη βάσει της κεραμικής, Αθήνα.

Σωτηρακοπούλου, Π ( 2001).”Οι Αρχαιολογικές Μαρτυρίες για την Πρώτη Κα- τοίκηση της Θήρας” στο Ι. Μ. Δανέζης (επιμ.), Σαντορίνη: Θήρα, Θηρασιά, Α- σπρονήσι, Ηφαιστεία, Αθήνα.

Sampson Adamandios. (ed.), The Cave of the Cyclops. Mesolithic and Neolithic Networks in the Northern Aegean, Greece.

Samson Ad. (ed.) 2011. Vol. 2: The Cave of the Cyclops. Bone Tool Industries, Dietary Resources and the Paleoenvironmental and Archaeometrical Studies. IN- STAP Academic Press (coll. Prehistory Monographs; 31), Philadelphia.

Sperling, J.W. Thera and Therasia, Athens, Ancient Greek Cities series, τόμος 22, Athens Technological Organization, Athens 1973, σελ.41-42 και 122.

Televantou, Christina A. (2013). «The Roots of Pictorial Art in the Cyclades. From Strophilas to Akrotiri in Paintbrushes» εις ΧΡΩΣΤΗΡΕΣ, σελ. 43-66.

Tjeerd H. van Andel and Judith C. Shackleton, “Late Paleolithic and Mesolithic Coastlines of Greece and the Aegean”, Journal of Field Archaeology, 1982, vol 9, no. 4 (Witner 1982, pp. 445-454)

Τσάκος, Κ. «Θήρα», Αρχαιολογικόν Δελτίον, Χρονικά, 22. Β2 (1967), σελίς 464 και πίνακες 340-341.

Tsampiri, Mailinda (2018 ) Obsidian in the prehistoric Aegean: Trade and uses – Bulletin of the Geological Society of Greece, 53(1), 28–49. https://doi.org/10.12681/bgsg.18588.

Τσαντήλας, Αντώνης εργασία στο μάθημα: Το νησιωτικό Αιγαίο κατά την 3η χιλιετία π.Χ. «Η Θήρα κατά την 3η Χιλιετία», επιβλέπων καθηγητής: Ανδρέας Βλαχόπουλος.

** Trantalidou, Katerina. From Mesolithic Fishermen and Bird Hunters to Neolithic Goat Herders: The Transformation of an Island Economy in the Aegean, in Sam- son Ad. (ed.) 2011. Vol. 2: pp. 53-150.

μικρονησι ΧΡΙΣΤΙΑΝΗ / ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ Θηρας Σαντορινης Κυκλαδων, αρχαια αρχαιο αρχαιος ΠΡΩΤΟΚΥΚΛΑΔΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Βερνικος μικρονησια ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ Θηρα Σαντορινη Κυκλαδες ΚΥΚΛΑΔΙΚΗ κυκλαδικα 

author avatar
Γιώργος Λεκάκης

Σχετικά Άρθρα

Το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΘΝΟΣ ΔΕΝ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ το 1821, αλλά ΑΝΑΓΕΝΝΗΘΗΚΕ – Η γενετική συνέχεια των Ελλήνων

Του ομοτίμου καθηγητή Γενετικής και Γενετικής του ανθρώπου, Τμήμα...

ΑΝΑΤΡΟΠΗ: Πριν 300.000 χρόνια, δυο ομάδες ανθρώπων (ηλικίας 1.500.000 χρόνων) ήλθαν σε επιμειξία και γεννήθηκε ο Homo Sapiens…

Του καθηγητή Γενετικής ΑΠΘ, Κωνσταντίνου Τριανταφυλλίδη ΝΕΑ ΘΕΩΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ...

ΑΝΑΤΡΟΠΗ: Η γλωσσική ικανότητα των ανθρώπων εξελίχθηκε πριν 210.000 χρόνια!

Του καθηγητή Γενετικής ΑΠΘ, Κωνσταντίνου Τριανταφυλλίδη Πότε εμφανίστηκε η γλωσσική...