Του Γιώργου Λεκάκη
Η Άψαρος[1] κείται
στον 41ο παράλληλο [41°34′23″N 41°34′25″E], στον ανατολικό μυχό του
Πόντου, 15 χλμ. νότια του Βατούμ (τ. Adjara > Ατζαρία), στο στόμιο του
ποταμού Άκαμψι (νυν Chorokhi). – ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης: Γ. Λεκακης «Περίπλους του αρχαίου
Πόντου», στην εφημερίδα «Ελληνική
Γνώμη», σε 10 συνέχειες (Απρ. 2009 – Μάρτιο
2010) στην εφημ. “Ελληνική Γνώμη”
του Ντύσσελντορφ της Γερμανίας.
Ο κ. R.
Karasiewicz-Szczypiorski (από το Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας) και οι συνεργάτες
του ανακάλυψαν μια χρυσή αναθηματική πλάκα στην ακρόπολη της αρχαίας ελληνικής
πόλεως Αψάρου, η οποία στα ρωμαϊκά χρόνια ήταν ένα λιμάνι της Κολχίδος, στην ανατολική
ακτή της Μαύρης Θάλασσας, στην χώρα που καταλαμβάνει νυν η Γεωργία.
Η λεπτή χρυσή πλάκα έχει σχήμα ποντιακής λύρας! Και είναι γραμμένη. Φέρει επιγραφή στα ελληνικά με μια αφιέρωση στον Δία Δολιχηνό,
μια θεότητα – λένε – που ήταν ένας συνδυασμός του θεού Δία του ελληνικού πανθέου και
μιας θεότητας της καταιγίδας και της γονιμότητας από τους Έλληνες της
νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας.
Δολιχός = μακρός[2] > Δολιχαίων
= μακραίων, πολυχρόνιος, αθάνατος.[3] Άρα ο Δολιχηνός Ζευς ήταν ο προστάτης όσων ήταν μακριά από το σπίτι τους.
> Ο Δολιχηνός
/ Δολεχηνός[4] / Δολιχηνάριος[5] ήταν
επίθετο του Διός στην Θράκη[6] – [7], ιθαγενής
θεός στην Συρία[6], Μέγιστος / Μεσίας Ζευς σε Τόμιδα[7] και Αυγούστα
Τραϊάνα, στην
Ιταλία[4], την Κιλικία[5]και την Ιστρία[5]. – ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για τον ΔΟΛΙΧΗΝΟ ΔΙΟ, ΕΔΩ.
Η παρουσία της πλάκας
υποδηλώνει ότι υπήρχε ένας τοπικός ναός αφιερωμένος στον Δία Δολιχηνό, ο οποίος
είναι γνωστόν ότι λατρεύονταν από στρατιώτες σε πολλές φρουρές.
«Αυτό υποδεικνύεται από μια
σειρά από άλλα μικρά ευρήματα, αλλά αυτό το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία»,
εξήγησε ο κ. Karasiewicz-Szczypiorski.
Η ομάδα θα συνεχίσει τις
έρευνες για πιθανό ναό στην περιοχή του οχυρού. Ελπίζουμε ότι η περαιτέρω
έρευνα όχι μόνο θα βρει τον ναό του Δία Δολιχηνού στην Άψαρο, αλλά θα
επιβεβαιώσει επίσης ότι η επιρροή των Ελλήνων της Ανατολής εξαπλώθηκε δυτικά
και βόρεια σε πολλές φρουρές, μεταξύ άλλων και μέσω στρατιωτών που στάθμευαν περιοδικώς
στην Άψαρο…
Τον 14ο αι. μ.Χ. η
πόλις αναφέρεται ως Γώνιο > Γκόνιο[8], στην
γωνιά δηλ. του Πόντου.
ΠΗΓΗ: «’Unique’ Gold Artifact
Discovered at Roman Fort Hints at Lost Temple», Newsweek, 30.12.2024. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 31.10.2024.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Παρόμοιο τοπωνύμιο απαντάται και στην Σογδιανή, «όπου
υπάρχει οχύρωση της Αψάρας».
Η
λέξις a-ps-va > Apsar συνδέεται με την «αυτοονομασία» των Αμπχαζών / της Αμπχαζίας,
από την ρίζα «ps» / “pas” < πάσο, πέρας, πέρασμα.
[2] Βλ. Ομ. Ιλ. Δ.533. «ἐνεύχομαί σοι, Κλωθαίη, πανδώτειρα,
δολιχή» / «Σε ικετεύω, Κλωθώ / κλώστρια, που τα δίνεις όλα μακρά»,
P,IV,2280.
[3] Βλ. Εμπεδ. 131. Fr. Pap.a(2).2), B 23.8.
[4] Βλ. SEG 29.967 (Ιταλία
3ος αι.)
[5] Βλ. ZPE 15.1974.50 (Κιλικία,
imper.),
IHistriae 283 (imper.).
[6] Βλ. IGBulg.5.5587 (3ος αι.), Bull.Epigr.1967.643 (Palestine, imper.),
[7] Βλ. IGBulg.3.1527 (2ος / 3ος αι.), ITomis 158 (2ος/3ος μ.Χ.), SEG 32.1386
(Comagene 1ος αι.), ITomis l.c., SEG l.c., IGBulg.3.1590.2 (Αυγ. Τρ. 3ος αι.).
[8] για πρώτη φορά από τον Τραπεζούντιο Μ. Πανάρετο.

