Του Γιώργου Λεκάκη
Ο Δήμος Σκαλτσάς[1] (ή
Σκαλτσοδήμος) ήταν οπλαρχηγός της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821.
Εγεννήθη στην Αρτοτίνα[2] Φωκίδος.
Νέος υπηρέτησε στην αυλή του
Αλή Πασά.
Εξεκίνησε την επανάσταση στις
28 Μαρτίου του 1821 στην ιδιαίτερη πατρίδα του – μαζί με τους Αναγνώστη
Λιδωρίκη και παπα-Γιώργη Πολίτη.
Τον Μάιο 1821, ύστερα από την
Μάχη της Γραβιάς, μαζί με τους Γιάννη Γκούρα και Αντρίτσο Σαφάκα, κατέλαβε την
θέση Αετός, ίνα κτυπήσει τους Τούρκους στην Υπάτη. Εκυκλώθη, όμως, με τους
άνδρες του, από 1.500 Τουρκαλβανούς και αναγκάσθηκε να υποχωρήσει.
Στις 2 Απριλίου 1822, μαζί με
τους Σαφάκα, Δυοβουνιώτη και Δημήτρη (Μήτσο) Κοντογιάννη, ενίκησε τον Δράμαλη κοντά
στην Υπάτη.
Είχε κι αυτός (όπως και ο
Κωνσταντάρας ή Ζαχαριάς, ο Καλύβας) ένα από τα κρησφύγετα – ορμητήριά του, την
ΙΜ Παναγίας Βαρνάκοβας[3], ένα από
τα ιστορικότερα μοναστήρια της Ελλάδος, την «Αγία Λαύρα της Ρούμελης», στο
νοτιοδυτικό άκρο του νομού Φωκίδας, 25 χλμ. βορειοανατολικά της Ναυπάκτου, στον
παλαιό δρόμο του Λιδωρικίου, στις παρυφές των Βαρδουσίων Ορέων.
Ο Σκαλτσοδήμος διακρίθηκε και
στην Μάχη της Άμπλιανης, από την οποία γράφει σε αυτόγραφη επιστολή, με την ὑπογραφή
του («Δῆμος σκαλτζάς») πρός τόν Γεώργιο [Αἰνιάν] στα Σάλωνα (Άμφισσα):
«ἐξοχώτατε Κύριε Γεώργιε…
…Ἐγώ τρεῖς τέσσαρας ἡμέρας ἔχω
ἀκόμι ὀλίγην δουλειάν· μόνον λάβε ἕν γράμμα τοῦ στ. καραϊσκάκη, καί ἕνα κοινῶς ὅλων
τῶν στρατηγῶν ἀπό τά ὁποῖα πληροφορεῖσαι, καί ἔπειτα τούς τά δίδεις, και εἰπέ
καί τῶν στρατηγῶν νά κάμουν σφίξιν νά δυναμώσουν τά ταμπούρια, ὅτι ἦρθε καί ὁ
μουστάμπεγης, καί ὁ σοῦλτζες, καί κάννουν μίαν ἑτοιμασίαν οἱ τοῦρκοι φοβερήν
καί νά εὐγοῦν ἐπάνω εἰς τά ταμπούρια, νά μή ξεσφίγγουν καί σκορποῦν τό ὀρδί, και
χαλασθῶμεν ἀπάνω εἰς τό ἕτοιμον, ταῦτα και μένω…».
Στο υστερόγραφο γράφει: «Τόν
στρατηγόν σαφάκα τόν ἀσπάζομαι ἀδελφικῶς, καί πές του, δεῖξαι του καί τό γράμμα
μου καί νά πάγει ἐπάνω εἰς τά ταμπούρια, ὅτι βλέπουν μερικούς ὁποῦ κάθονται μέσα,
καί κάθονται καί οἱ ἄλλοι…»…
Λιδωρίκι, 3 Οκτωβρίου 1824.
Ήταν μια σελίδα, 215 x 156
mm. Σφραγίδα [Μαζαράκης 1214].
Γιος του ήταν ο πολιτικός
Βασίλειος Σκαλτσοδήμος. Ανεψιός του ο στρατηγός Κωνσταντής Καλύβας, υπαρχηγός
στο σώμα του.[4]
ΠΗΓΗ: Βέργος, ΑΡΧΕΙΟΝ
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 9.5.2021.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
– Ακαδημία Αθηνών «Ελληνική
Επανάσταση και συγκρότηση του Ελληνικού Κράτους», βλ. επιστολή Δήμου Σκαλτσά
προς Ιωάννη Κωλλέτη και επιστολή Δήμου Σκαλτσά προς Γεώργιο Δυοβουνιώτη.
– Γιαννακοπούλου Ελ. «Η
διαμόρφωση του κοινωνικού ιστού στο Βραχώρι (19ος – α΄ μισό του 20ού
αιώνα».
– Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς
Μπριτάνικα.
– Λεκάκης Γ. «Σύγχρονης Ελλάδος
περιήγησις».
[1] Γνωστός και ο Ασημάκης Σκαλτσάς, καπετάνιος του 1821,
με καταγωγή από τα Άνω Σουδενά Καλαβρύτων Αχαΐας.
[2] Πατρίς πολλών γενναίων οπλαρχηγών και καπεταναίων της
Επαναστάσεως του 1821: Λουκάς Καλιακούδας (συμπολεμιστής του Λάμπρου Κατσώνη),
Δήμος Σκαλτσάς, Ιωάννης Ρούκης, Αντρίτσος Σαφάκας, Γιάννης Σαφάκας, Γεράντωνος (Αντώνης Κοντοσόπουλος),
κ.α. Ίσως και του Αθανασίου Διάκου. Ελέγετο και το «καπετανοχώρι της Δωρίδος».
[3] Βερνίκοβα, Βερνίκωβα, Βερνικώ, μονή αφιερωμένη στην
Κοίμηση της Θεοτόκου. Ιδρύθηκε στην μεσοβυζαντινή περίοδο, τον 11ο αιώνα (έτος
1077), από τον όσιο Αρσένιο τον Βαρνακοβίτη.
[4] Επήρε μέρος σε πολλές μάχες, κυρίως στην Ανατολική
Στερεά Ελλάδα. Ιδιαίτερα διακρίθηκε στην Μάχη των Βασιλικών Φθιώτιδος (25-26.8.1821),
καθώς και κατά την εκστρατεία του Κιοσέ Μεχμέτ (Οκτώβριος 1822). Συμμετείχε
επίσης στον αγώνα του Μεσολογγίου, στην τελευταία πολιορκία. Μετά τον θάνατο
του θείου του, ανέλαβε την αρχηγία του σώματός του και ακολούθησε τον Γ.
Καραϊσκάκη στην Αράχωβα, όπου και διακρίθηκε, και στην Αττική. Πέθανε τον
Ιανουάριο του 1828.