Του
καθηγητή Χρίστου Γούδη
Εισαγωγή, που έχει ως τίτλο το
«Υπαινιγμοί», από το βιβλίο για τον Ηράκλειτο:
Όταν
μια μεγάλη έκρηξη καταστρέφει έναν πολιτισμό, όπως για παράδειγμα συνέβη με τον
κρητομινωικό, ή όταν μια μικρότερη έκρηξη μετατρέπει σε συντρίμμια ένα έργο
Τέχνης, ένα άγαλμα για παράδειγμα, πολλοί είναι εκείνοι που, μετά από καιρό,
μόλις συνειδητοποιήσουν την έκταση και το βάθος της απώλειας, σπεύδουν να
συλλέξουν τα θραύσματα και τα υπολείμματά τους σε μια προσπάθεια να
ανασυστήσουν αυτά που χάθηκαν. Αυτό κάνουν για παράδειγμα οι αρχαιολόγοι του
πεδίου που επιχειρούν να συναρμόσουν ένα άγαλμα από τα διασκορπισμένα
σπαράγματα, μέλη, και θραύσματα, που φέρνουν στο φως οι ανασκαφές τους. Το
ίδιο, σε πιο πεζή έκδοση, επιχειρούν και οι φανατικοί κυνηγοί της ανασύστασης
μιας εικόνας μέσα από τις ψηφίδες ενός παζλ.
Και
ενώ όλα αυτά στον χώρο της ύλης επιδέχονται μιας μοναδικής λύσης (έστω και με
κάποιες υποκειμενικές παρεμβάσεις για την πλήρωση των κενών από σπαράγματα που
δεν βρέθηκαν ποτέ), στον χώρο του πνεύματος η όποια επανασυναρμογή των
διάσπαρτων ψηφίδων ενός απολεσθέντος πνευματικού έργου της αρχαιότητας
επιδέχεται μια πολλαπλότητα λύσεων ή μάλλον αναπαρουσιάσεων αυτού του έργου, οι
οποίες όμως ποτέ δεν θα μπορούσαν να αναπληρώσουν το πρωτότυπο. Και αυτό διότι
κάθε τέτοια προσπάθεια απαιτεί ένα είδος συνέλιξης μεταξύ του πνεύματος του συγγραφέα
και της αντιληπτικότητας την οποία έχει περί αυτού ο τολμών την ανασύσταση του
έργου. Στην καλύτερη περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι κάτι ανάλογο με εκείνο το
πλατωνικό έργο το αναφερόμενο στα λεχθέντα από τον Σωκράτη, με ότι αυτό
συνεπάγεται για τον βαθμό αυθεντικότητας που επιτυγχάνεται με μια τέτοια
προσπάθεια.
Ηράκλειο
λοιπόν το έργο της ανασύστασης του περί Φύσεως θεόπνευστου έργου του Ηρακλείτου
και ταυτόχρονα ηρακλείτειο αναφορικά με τη διατήρηση και προβολή της πρωτότυπης
αινιγματικότητάς του.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ για τον ΗΡΑΚΛΕΙΤΟ, ΕΔΩ.
Σε
ένα σενάριο εργασίας που υιοθετήσαμε στο παρόν έργο, τα πνευματικά θραύσματα
που κληρονομήσαμε από το έργο του Ηρακλείτου – αυτά που διασώθηκαν μέσα από την
ελληνική γραμματεία και τα πολύ λιγότερα από την λατινική – πολλά εκ των οποίων
είναι βαθύτατα αινιγματικά, θεωρούνται ότι δεν ήσαν παρά χρησμοί του Λοξία
Απόλλωνα των Δελφών, τους οποίους εν προκειμένω ο Ηράκλειτος, σε μια σύγχρονη
εκδοχή του, επεξεργάζεται προσπαθώντας να ερμηνεύσει, να φωτίσει, και να
νοηματοδοτήσει, κατατάσσοντας τους, κατά οργανικό τρόπο, σε καίρια πεδία του
επιστητού.
Είναι
μία μέθοδος διαλεκτικής φύσεως με την οποία ελπίζεται να αναδειχθεί, κατά τρόπο
αβίαστο, το νόημα, η συμβατότητα και η επικαιρότητα του έργου και του Λόγου του
Ηρακλείτου, μέσα από τις προκλήσεις, τις αντιθέσεις, και τις αντιφάσεις του,
στην τρέχουσα καθημερινότητα της ζωής μας.
«Λόγος-έργο-νόημα»
λοιπόν, κατά την ποιητική έκφραση του Διονυσίου Σολωμού, για να φανούν οι
πικρές αλήθειες του χθες και του σήμερα, οι οδηγίες πλεύσεως στον διαρκή αγώνα
της ζωής, η επιστημονική θέαση και το βαθύτερο μεταφυσικό υπόβαθρο των
εννοιών, των προβλημάτων, και των αναζητήσεων που απασχόλησαν, απασχολούν και
θα απασχολούν αέναα τον ανθρώπινο νου, όλα αυτά δηλαδή που μας προσέφερε ένας
τιτάνας του ελληνικού, και συνεπώς του οικουμενικού πνεύματος, ο οποίος
διέλαμψε γύρω στο 500 π.Χ. και που από τότε φώτισε και εξακολουθεί να φωτίζει
τον δρόμο όσων έχουν οφθαλμούς για να δουν, αυτιά για να ακούσουν και νου για
να κατανοήσουν.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 12.5.2022.