Του Γιώργου Λεκάκη
Οι
γνωστοί σχολάρχες[1]
της Ακαδημίας Πλάτωνος είναι οι:
Παλαιά Ακαδημία
Πλάτων
Αθηναίος (387-347 π.Χ.)
Σπεύσιππος
(408 – 339 / 338 π.Χ.): Αθηναίος φιλόσοφος και μαθηματικός (σχολάρχης 347 – 339
π.Χ. – ο πρώτος σχολάρχης της Πλατωνικής Ακαδήμειας).[2]
Ξενοκράτης[3]
(396 / 395 – 314
π.Χ.): Φιλόσοφος και μαθηματικός από την Χαλκηδόνα Βιθυνίας (ο πρώτος εκλεγμένος[4]
σχολάρχης, 339 – 314 π.Χ.)
Πολέμων[5]
(;-270 π.Χ.): Αθηναίος φιλόσοφος (σχολάρχης 314 – 270 π.Χ.).
Κράτης του Αντιγένους (; – 268 / 265 π.Χ.): φιλόσοφος Αθηναίος (σχολάρχης 270 – 267 π.Χ.)[6]
ΒΑΝΔΑΛΟΙ ΣΤΗΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΠΛΑΤΩΝΟΣ.
Μέση ή Δεύτερη ή Σκεπτική
Ακαδημία
Αρκεσίλαος
(316 / 315 – 241 / 240 π.Χ.) φιλόσοφος από την Πιτάνη Αιολίδος
Μικράς Ασίας (σχολάρχης 265 – 241 π.Χ.)[7]
Λακύδης
ο Αλεξάνδρου, από την Κυρήνη Λιβύης (σχολάρχης[8]
241-215 π.Χ.)[9]
Τηλεκλής (;- 167 π.Χ.)[10] και Εύανδρος[11],
οι Φωκαείς (συν-σχολάρχες, 215 – 205; π.Χ.)
Ηγησίνους
ή Ηγησίλαος, φιλόσοφος από την Πέργαμο (σχολάρχης 160;-155 π.X.)[12]
Καρνεάδης (214 / 213 – 129 / 128 π.Χ.) από την
Κυρήνη Λιβύης (σχολάρχης 155 – 129 π.Χ.) [13]
Νέα Ακαδημία
Κράτης από
την Ταρσό (σχολάρχης 129 – 127 π.Χ.).[14]
Κλειτόμαχος,
από την Καρχηδόνα (σχολάρχης 127 – 110 π.Χ.).[15]
4η Ακαδημία
Φίλων (159 / 158 – ; π.Χ.), από την Λάρισα (σχολάρχης 110 – 88 π.Χ.).[16]
5η Ακαδημία
Αντίοχος
(130 / 120 – 68 π.Χ.) από την Ασκαλώνα (σχολάρχης 84 – 68 π.Χ.)[17]
Άριστος
(120 / 110 – 46 / 45 π.Χ.), αδελφός του προηγούμενου, επίσης από την Ασκαλώνα (σχολάρχης
68 – 51 π.Χ.) – για τον οποίον δεν γνωρίζουμε τίποτε.
Θεόμνηστος,
από την Ναύκρατι (σχολάρχης 51 – 44 π.Χ.) – για τον οποίον δεν γνωρίζουμε
τίποτε.
Αμμώνιος,
ο επονομαζόμενος και ακαδημαϊκός (σχολάρχης 55 – 65 μ.Χ.) – για τον οποίον δεν
γνωρίζουμε τίποτε.
Καλοζείδωρος(;),
από τον Ταύρο (σχολάρχης 120 – 135) – για τον οποίον δεν γνωρίζουμε τίποτε,
ούτε εάν αυτό είναι το σωστό όνομά του!
Αττικός,
ο επονομαζόμενος Πλατωνικός (σχολάρχης 160 – 180) – για τον οποίον δεν
γνωρίζουμε τίποτε.[18]
Θεόδοτος,
χριστιανίζων
γνωστικός (σχολάρχης 230 μ.Χ.)[19]
Κάσσιος
Λογγίνος, από την Εμέσα ή την Αθήνα (σχολάρχης 250 – 267).[20]
Μεγάλη Ακαδημία
Εύβουλος,
από την Έφεσο (265 μ.Χ.).[21]
Πρίσκος,
από την Ήπειρο (305;
– 396 μ.Χ.) νεοπλατωνικός φιλόσοφος (σχολάρχης 350 μ.Χ.).[22]
Πλούταρχος του Νεστορίου, ο επονομαζόμενος «των Αθηνών» (350; –
430) νεοπλατωνικός φιλόσοφος (σχολάρχης
431 μ.Χ.).[23]
Συριανός
του Φιλόξενου, ο επονομαζόμενος και «Μέγας» (; – 457; μ.Χ.), από την Αλεξάνδρεια
(σχολάρχης 432 – 450 μ.Χ.)[24].
Πρόκλος
(412 – 485 μ.Χ.), από την Λυκία, εξ ου και Λύκιος (σχολάρχης 450
– 485 μ.Χ.).[25]
Μαρίνος
(440 – 😉 Σαμαρείτης από την Νεαπόλη[26]
Παλαιστίνης (σχολάρχης 485 – ;).[27]
Ισίδωρος,
από την Γάζα (Γαζαίος) ή από την Αλεξάνδρεια (450; – 520;) ο τελευταίος Έλλην
θεοψυχολόγος (σχολάρχης ; – 490 μ.Χ.).[28]
Ηγίας[29]
Ζηνόδοτος
– για τον οποίον δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε.[30]
Δαμάσκιος
(458 – αρχές 6ου
αι.), από την Δαμασκό της Συρίας (ο τελευταίος σχολάρχης, 515; – 529 μ.Χ.)[31].
ΠΗΓΗ:
Γ. Λεκακης «Λεξικο των Παραδοσεων» (απόσπ.). Γ. Λεκακης «Συγχρονης Ελλαδος περιηγησις». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.3.2015.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Δεν
σημειώνονται σχολάρχες της Ακαδημίας για τις χρονικές περιόδους 66 – 119, 136 –
159, 181 – 230, 266 – 359 και μετά τον θάνατο του Πρίσκου, από το 396 μέχρι το
430 μ.Χ.
[2] Ανεψιός
του Πλάτωνα από την αδελφή του, Πωτώνη. Πατέρας του ο Ευρυμέδων ο Μυρρινούσιος.
Είχε συνοδεύσει τον Πλάτωνα στο ταξείδι του στην Σικελία (361 π.Χ.). Τα έργα
του Σπευσίππου έχουν χαθεί. Διασώζονται μόνον ένα εκτεταμένο τμήμα έργου του
σχετικό με τους πυθαγόρειους αριθμούς, ορισμένα αποσπάσματα από τα υπόλοιπα και
αναφορές του σε άλλους φιλοσόφους. Το έργο του «Όμοια» μια συγκριτική μελέτη
φυσιολογίας φυτών και ζώων (θεωρείται αντάξιο με το αντίστοιχο έργο του
Αριστοτέλη «Περί ζώων ιστορίαι»). Θεωρείται επίσης ως ο πιθανός συγγραφέας του
φιλοσοφικού λεξικού «Όροι» (αντί για τον Πλάτωνα).
[3] Μέχρι την ηλικία των 30 διήγε
βίον άσωτον. Αλλά όταν εισήλθε στην Ακαδημία Πλάτωνος άλλαξε, και έχαιρε της
αμέριστης εκτίμησης των Αθηναίων, αν και Χαλκηδόνιος, ως άνδρας ηθικός και
εγκρατής (απέκρουσε τις ερωτικές προτάσεις δύο εκ των ωραιοτέρων εταίρων της
εποχής: Της Λαΐδος και της Φρύνης!). Έγραψε 72 έργα που δεν διεσώθησαν στο
σύνολο τους. Μόνο λίγα αποσπάσματα γνωρίζουμε. Θέματά του η Λογική, η
Γνωσιοθεωρία, και τα Μαθηματικά – όχι φυσική και πολιτική φιλοσοφία. Ήταν ο
πρώτος που ανέδειξε την τριμερή διάκριση της Φιλοσοφίας (λογική – φυσική –
ηθική). Ασχολήθηκε κυρίως με την φύση των θεών και την σχέση τους με τα ουράνια
σώματα. Με την Ηθική και τις προεκτάσεις της στην καθημερινή ζωή. Έκλινε προς
την Πυθαγόρεια διδασκαλία και αυτό τον επηρέασε, ώστε να διατυπώσει τα
πλατωνικά δόγματα με πυθαγόρεια λογική. Μαθητές του ήταν ο Πολέμων (τον
διαδέχθηκε το 314 π.Χ. στην Ακαδήμεια), ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ο Επίκουρος, ο
Κράτης ο Αθηναίος, κ.ά.
[4] Εκλέχθηκε από τα γραμμένα μέλη.
Συνυποψήφιοί του ήταν, ως επί το πλείστον, ξένοι (μη Αθηναίοι πολίτες).
Διαδικασία πρωτόγνωρη, αφού ο προηγούμενος (Σπεύσιππος) ορίσθηκε απ’ ευθείας
από τον Πλάτωνα. Η εκλογή του είχε ως αποτέλεσμα την έντονη αντίδραση του
Αριστοτέλη, που επίσης δεν ήταν Αθηναίος, που αποχώρησε και ίδρυσε μια νέα δική
του φιλοσοφική σχολή, την Περιπατητική.
[5] Απέδιδε μεγαλύτερη σημασία στην
Ηθική Φιλοσοφία, παρά στην διαλεκτική. Η ηθική πράξη αποτελεί το πρώτιστο
καθήκον του ανθρώπου. Συμφος πλήρως με την εντολή των στωικών «κατά φύσιν ζην»,
η οποία περιελάμβανε κάθε έννοια αρετής. Από τα έργα του δεν διεσώθη τίποτε…
(πηγή γι’ αυτά, αναφορ’ες του Διογένη Λαέρτιου). Το σημαντικότερο έργο του, ήταν
το «Περί του κατά φύσιν βίου», όπου ισχυρίζεται ότι η ευδαιμονία προέρχεται αφ’
ενός από την αρετή και αφ’ ετέρου από την απόλαυση των αγαθών που προσφέρει η
φύση στον άνθρωπο (επιρροή από τους Διαλόγους του Πλάτωνος και την Περιπατητική
Σχολή επί Θεοφράστου, που συνίσταται σε τρία είδη αγαθών: ψυχικό – σωματικό –
κοινωνικό.
[6] Από τον αρχαίο δήμο Θριασίων.
Μαθητής, και φίλος του Πολέμωνος . Σε επίγραμμα του ποιητή Ανταγόρα οι δυο
φίλοι ετάφησαν σε κοινό τάφο. Οι σημαντικότεροι από τους μαθητές του Κράτητος ήταν
οι: Αρκεσίλαος, Θεοδώρειος (ιδρυτής ομώνυμης αίρεσης), ο Βίων ο Βορυσθενίτης,
κ.ά. Τα έργα του έχουν χαθεί. Έγραψε φιλοσοφικά θέματα, κωμωδίες και ρητορικούς
λόγους – οι τελευταίοι αποδίδονται και στον ομώνυμο ρήτορα από τις Τράλλεις.
[7] Στην Πιτάνη ήταν μαθητής του
μαθηματικού Αυτόλυκου. Μέσω Χίου, έφτασε στην Αθήνα. Έγινε μαθητής του
Θεόφραστου, όταν ο Κράντωρ τον προσκάλεσε στην Ακαδημία και γνώρισε τον
Πολέμωνα και τον Κράτη. Του φάνηκαν: «Θεοί τινες ἢ λείψανα τοῦ χρυσοῦ γένους»!
Η επίδρασή τους όπως εύκολα κατανοέι κανείς, ήταν τεράστια.
Αντέδρασε στον δογματισμό των στωικών, στους
περιπατητικούς, και στους σκεπτικούς. Λάτρης της σωκρατικής φιλοσοφίας /
διαλεκτικής και των τους πλατωνικών διαλόγων. Πρόβαλε επιχειρήματα για να
ενισχύσει ή να αναιρέσει κάθε θέση, χωρίς να καταλήγει πουθενά. Μόνη σωστή
στάση ήταν η «εποχή», το να «επέχει» δηλαδή κάποιος, χωρίς ποτέ να καταλήγει σε
οριστική κρίση – όπως ακριβώς εδίδασκε ο Πύρρων. Υιοθέτησε ο,τι προφυλάσσει την
επιστήμη από τις προκαταλήψεις. Η σοφία δεν είναι η γνώση των πάντων, αλλά η
έρευνα και η προσπάθεια της απελευθέρωσης από την πλάνη. Αμφιβάλλει εάν ο
άνθρωπος μπορεί να φτάσει στην έγκυρη γνώση. Διότι, οι αισθήσεις αποτελούν
φορείς αναξιόπιστων πληροφοριών, εφ’ όσον στον κόσμο των αισθήσεων επικρατεί η
διαρκής αλλαγή και η ρευστότητα, και ο Νους με τους συλλογισμούς δεν μπορεί να
εξασφαλίσει ασφαλή και έγκυρη γνώση. Μάλλον δεν άφησε κανένα σύγγραμμα.
[8] Ήταν ασθενικός και αναγκάστηκε
να παραιτηθεί λόγω προβλημάτων υγείας.
[9] Εδίδασκε σε έναν κήπο παρακείμενο
της Ακαδημίας, που χορήγησε ο Άτταλος Α΄ ο Σωτήρ και τον ονόμασε Λακύδειον. Ο
βασιλιάς της Περγάμου Άτταλος Α΄ τον είχε προσκαλέσει στην αυλή του, αλλά ο
Λακύδης δεν είχε αποδεχτεί την πρόταση, γιατί «οι εικόνες πρέπει να φαίνονται
από μακριά».
Μαθητές του, ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος, ο Τηλεκλής, ο
Εύανδρος, ίσως και ο Χρύσιππος, κ.ά. Έζησε φτωχικά. Φίλος της Σκεπτικής
φιλοσοφίας.
[10] Από την Φώκαια ή την Φωκίδα.
Διαδέχτηκε τον δάσκαλό του, Λακύδη, χωρίς τις τυπικές διαδικασίες εκλογής. Δεν
ξέρουμε τίποτε μέχρι σήμερα για τα γραπτά και τις απόψεις του…
[11] Επίσης, από την Φώκαια ή την
Φωκίδα. Επίσης, δεν ξέρουμε τίποτε μέχρι σήμερα για τα γραπτά και τις απόψεις
του…
[12] Ο Περγαμηνός είχε μαθητή και
διάδοχό του ήταν ο Καρνεάδης τον Κυρηναίος. Πιθανότατα ανήκε στην Σχολή των
Σκεπτικών. Επίσης δεν γνωρίζουμε σήμερα τίποτα για τα έργα του.
[13] Λάτρης της διδασκαλίας ων
Στωικών – ειδικώς με το έργο του Χρυσίππου. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα
σχετικά με την διαλεκτική από τον Διογένη τον Σελεύκιο ή Βαβυλώνιο, επί κεφαλής
της Στωικής Σχολής Αθηνών.
Το 155 π.Χ. επισκέφθηκε την Ρώμη ως πρέσβυς των Αθηνών
(μαζί με τον Κριτόλαος τον Περιπατητικό και τον στωικό σχολάρχη Διογένης
Σελεύκιο) για να διαπραγματευτούν ένα πρόστιμο 500 ταλάντων, το οποίο είχε
επιβληθεί στην πόλη των Αθηνών για την καταστροφή και λεηλασία του Ωρωπού. Εκεί
εισήγαγαν με διαλέξεις τις φιλοσοφικές τους ιδέες. Ο Καρνεάδης στην Ρώμη έδωσε
δύο διαλέξεις με θέμα την δικαιοσύνη. Στην πρώτη την εγκωμίαζε, ενώ στην
δεύτερη την κατέκρινε. Έτσι απέσπασε τον θαυμασμό της ρωμαϊκής νεολαίας.
Αποτέλεσμα ήταν η μείωση της ποινής σε 100 τάλαντα! Όπου ‘εδινε διαλέξεις και
κάθε δημόσια εμφάνισή του, προσέλκυε μεγάλο κοινό. Η ρωμαϊκή Σύγκλητος, μέσω
του Κάτωνος του Πρεσβύτερου, τον επίεσε να απομακρυνθεί από την Ρώμη, για «να
μη διαφθείρει την νεολαία» (κατηγορία με την οποία συκοφάντησαν και τον
Σωκράτη)…
Διακήρυττε την αποτυχία της μεταφυσικής. Καυτηρίαζε όλα
ανεξαιρέτως τα φιλοσοφικά δόγματα και τις φιλοσοφικές σχολές. Αρνείτο την
ύπαρξη φυσικού νόμου. Θεωρούσε ασαφή και απροσδιόριστη την έννοια της
δικαιοσύνης και οιουδήποτε νομικού συστήματος. Επίστευε στην γνωσιολογική
ακαταλληλότητα και των αισθήσεων, και της λογικής. Συστηματοποίησε τις
διδασκαλίες του Αρκεσίλαου. Η απόλυτη γνώση είναι μία ψευδαίσθηση. Οι άνθρωποι
δεν κατέχουν, ούτε μπορούν να κατέχουν, κανένα κριτήριο αλήθειας. Άρα δεν
γίνεται ποτέ να είναι πραγματικά βέβαιοι για οτιδήποτε, παρά μόνον δέσμιοι
πιθανοκρατικών γνωσιολογικών ενδεχομένων. Η εύρεση των πιο ευλογοφανών
ενδεχομένων είναι ένα ακανθώδες μονοπάτι, το οποίο ελίσσεται ανάμεσα στην
απόλυτη αμφισβήτηση και τον παρακινδυνευμένο δογματισμό. Με τον Καρνεάδη η
Ακαδημία του Πλάτωνος πέρασε σε μία νέα φάση σκεπτικισμού, που απορρίπτει κάθε
δόγμα και μέσον προσέγγισης της απόλυτης αλήθειας. Δεν άφησε μάλλον γραπτά.
Πολλές από τις απόψεις του είναι γνωστές μέσω του διαδόχου του στην Ακαδημία
Κλειτομάχου.
[14] Με χαρακτηριστικό τον έντονο
σκεπτικισμό, ως προς την αποδειξιμότητα των φιλοσοφικών προτάσεων. Δεν
θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός.
[15] Πραγματικό όνομα Ασδρούβας. Είχε
διδάξει στην Καρχηδόνα. Ακόλουθος της σκεπτιστικής σχολής. Από το 129 π.Χ.
πιθανότατα και με την χρήση βίας ήταν ο ουσιαστικός σχολάρχης της ακαδημίας,
ώσπου αυτοκτόνησε. Θεωρούσε ότι «τα πάντα διέπονται από την τύχη»: «Κλειτόμαχος
Καρχηδόνιος. οὗτος ἐκαλεῖτο μὲν Ἀσδρούβας καὶ τῇ ἰδίᾳ φωνῇ κατὰ τὴν πατρίδα ἐφιλοσόφει.
ἐλθὼν δ᾽ εἰς Ἀθήνας ἤδη τετταράκοντ᾽ ἔτη γεγονὼς ἤκουσε Καρνεάδου: κἀκεῖνος ἀποδεξάμενος
αὐτοῦ τὸ φιλόπονον γράμματά τ᾽ ἐποίησε μαθεῖν καὶ συνήσκει τὸν ἄνδρα. ὁ δὲ εἰς
τοσοῦτον ἤλασεν ἐπιμελείας, ὥστε ὑπὲρ τὰ τετρακόσια βιβλία συνέγραψε. καὶ
διεδέξατο τὸν Καρνεάδην καὶ τὰ αὐτοῦ μάλιστα διὰ τῶν συγγραμμάτων ἐφώτισεν. ἀνὴρ
ἐν ταῖς τρισὶν αἱρέσεσι διαπρέψας, ἔν τε τῇ Ἀκαδημαϊκῇ καὶ περιπατητικῇ καὶ
στωικῇ» (Ιω. Στοβαίος). Έγραψε 400 βιβλία πάνω στον σκεπτικισμό, κ.ά. Από αυτά
γνωρίζουμε σήμερα για τον Καρνεάδη.
[16] Της φιλοσοφικής σχολής των
σκεπτικών. Έργα του δεν διασώθηκαν. Δάσκαλος του Αντίοχου του Ασκαλωνίτη. Κατά
την διάρκεια του Α΄ Μιθριδατικού Πολέμου και μετέβη στην Ρώμη.
[17] Ακολούθησε τον δάσκαλό του στην
Ρώμη (88 π.Χ.), όπου κέρδισε την φιλία του Ρωμαίου Λούκουλου.
Επέστρεψε ως σχολάρχης της Ακαδημίας στην Αθήνα, και είχε
μαθητή τον μεγάλο Κικέρωνα (ο οποίος στα έργα του αναφέρεται συχνάκις στον
Αντίοχο).
Στην Ακαδημία αγωνίσθηκε κυρίως για να την απαλλάξει από
την επίδραση του Σκεπτικισμού και να την επαναφέρει στον ίδιο δρόμο, την γνήσια
πλατωνική παράδοσή της. Ήρθε σε σύγκρουση ακόμα και με τον δάσκαλό του, Φίλωνα
(μαθητή του Καρνεάδη, που την είχε εισαγάγει)! Χαρακτηριστικά είχει πει: «Είναι
αντίφαση να «βεβαιώνει» κανείς πως τίποτε δεν μπορεί να «βεβαιωθεί» και
παράλληλα να «αποδεικνύει» πως τίποτα δεν μπορεί να «αποδειχθεί»!
Στο «Πρόβλημα της Αλήθειας» εδέχθη την θέση του στωικού
Χρύσιππου για την «παράσταση έννοιας», ως μέσον για την γνώση. Στο «Πρόβλημα
της Ευτυχίας» είχε ως ιδανικό την απάθεια (από τους παλαιότερους στωικούς). Σε
μια έκθεσή του, της Ακαδημαϊκής, της Περιπατητικής και της Στωικής φιλοσοφίας,
κατέληξε ότι οι τρεις σχολές διαφέρουν περισσότερο στην διατύπωση, παρά στην
ουσία. Ήταν ένας εκλεκτικός. Αυτός άνοιξε τον δρόμο για την εξέλιξη του
πλατωνισμού προς τον νεοπλατωνισμό.
Μαθητής του, ο περιπατητικός φιλόσοφος Αρίστων ο
Αλεξανδρινός, συγγραφέας των έργων: «Λογικά σχήματα» και «Εξήγησις των
κατηγοριών».
[18] Ασχολήθηκε με την σαφή οριοθέτηση, μεταξύ της πλατωνικής και της
αριστοτελικής φιλοσοφίας. Μαθητής του ο Αρποκράτης από το Άργος. Από τα έργα του
Αττικού σώθηκαν μόνο θραύσματα, τα οποία παρέδωσε κυρίως ο Ευσέβιος Καισαρείας («Praeparatio
evangelica»). Τα περισσότερα από αυτά προέρχονται από τα Σχόλια του Αττικού
στον διάλογο του Πλάτωνος «Τίμαιος». Έγραψε πραγματεία εναντίον όσων θέλουν να
εξηγήσουν τις διδασκαλίες του Πλάτωνα μέσω αυτών του Αριστοτέλους. Και ένα
σχόλιο στον διάλογο του Πλάτωνα «Φαίδρος». Και μια πραγματεία για την ψυχή (ή
για την παγκόσμια ψυχή). Ήταν πρώτα και κύρια ένας ευσυνείδητος φιλόλογος. Έμεινε
αυστηρά στην διατύπωση του σχολιασμένου κειμένου, αντί να ξεκινά από τις δικές του
φιλοσοφικές εικασίες.
Ο αντίκτυπος της φιλοσοφίας του Αττικού ήταν σημαντικός και διαρκής, με την
κοσμολογία του και την θεωρία της ψυχής, επηρέασε και έναν διάσημο σύγχρονό
του, τον ιατρό Γαληνό, ο οποίος, ωστόσο, απέρριψε την άποψή του για το
σχηματισμό του εμβρύου. Ο Αττικός έλαβε επίσης μεγάλη προσοχή από τους χριστιανούς,
επειδή η ιδέα του για τον Θεό είναι σχετικώς συμβατή με την χριστιανική και η
ερμηνεία του για την αφήγηση του Πλάτωνος, για την δημιουργία, είναι επίσης κοντά
στο χριστιανικό δόγμα της δημιουργίας.
[19] Οπαδός του Βαλεντίνου(*). Η
συλλογή θέσεών του υπάρχει στο «Επιτομαί εκ των Θεοδότου» (Κλήμης
Αλεξανδρείας). Αν και από τα συνολικά 86 αποσπάσματα μόνον 4 φέρουν το όνομα
του Θεοδότου, πιστεύεται του ανήκουν πιο πολλά. Έχει δική του ορολογία
(επίδραση από τον Βαλεντίνο): Ο Θεός αποκαλείται «Βυθός», η σύντροφός του
«Σιγή» ή «Έννοια». Αναφέρει τους όρους «Πλήρωμα» (= 30 Αιώνες), «Ογδοάς»,
«Σοφία». Με στοιχεία της χριστιανικής Εκκλησίας: Τα μυστήρια του Βαπτίσματος,
της Θείας Ευχαριστίας και του Χρίσματος είναι απαραίτητα μέσα για την λύτρωση
του ανθρώπου από την κυριαρχία των «πονηρών» δυνάμεων.
(*) Ο Ουαλεντίνος ήταν γνωστικός εξ Αιγύπτιου, του 2ου
μ.Χ. αιώνα, ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους του χριστιανίζοντος
γνωστικισμού, ιδρυτής του βαλεντινιανισμού. Μορφώθηκε στην Αλεξάνδρεια, όπου
και εδίδαξε. Στην Ρώμη (135 μ.Χ.), προσπάθησε να εισέλθει στην Εκκλησία χωρίς
επιτυχία. Και εδημιούργησε την ιδική του εκκλησία και σχολή, στην οποία εδίδαξε
μέχρι την εποχή του Ανίκητου (154 – 165 μ.Χ.). Μετά πήγε στην Κύπρο, συνέστησε
ισχυρή ομάδα μαθητών, και πέθανε. Προσπάθησε να συγκεράσει ελληνική φιλοσοφία
και χριστιανισμό, και χρησιμοποίησε την Καινή Διαθήκη! Έκανε κηρύγματα με θέμα
την κατάλυση του θανάτου («απ’ αρχής αθάνατοι έστε και τέκνα ζωής έστε αιωνίας
και τον θάνατον ηθέλετε μερίσασθαι εις εαυτούς, ίνα δαπανήσητε αυτόν και
αναλώσητε, και αποθάνη ο θάνατος εν ύμίν») και την παρουσία της αλήθειας στα
αρχαία κείμενα, καθώς και μια ομιλία με θέμα τον Αδάμ!!! Έγραψε Επιστολές,
Ομιλίες, Ψαλμούς, κ.ά. από τα όποια σώζονται μόνον αποσπάσματα. Ένα γνωστικό
κείμενο, που ανακαλύφθηκε στο Ναγκ Χαμαντί της Αιγύπτου, το 1945 / 1946
ταυτίζεται με το Ευαγγέλιο της Αληθείας, το οποίο, οι οπαδοί του, θεωρούσαν σαν
5ο Ευαγγέλιο (βλ. Ειρηναίος «Κατά Αιρέσ.», 3.11.9). Ίσως όντως
γράφτηκε στα μέσα ή προς το τέλος του 2ου αιώνα, ίσως από κάποιο
μέλος της σχολής του Βαλεντίνου αν όχι από τον ίδιο. Αρχικώς, κατ’ αυτό,
προϋπήρχε ο Αιών (τα ενδιάμεσα πνευματικά όντα, που γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ
Θεού και ανθρώπου), ο Προπάτωρ (που συνυπήρχε με την Έννοια ή Σιγή αποτελώντας
την πρώτη συζυγία), από την οποία προήλθε η συζυγία Νους – Αλήθεια. Από αυτήν
προήλθε το δίπολο Λόγος – Ζωή και από αυτό, ο Άνθρωπος – Εκκλησία.
[20] ΄Έκανε μεγάλα ταξείδια και
γνώρισε σημαντικούς φιλοσόφους, όπως ο Αμμώνιος Σακκάς στην Αλεξάνδρεια. Προώθησε,
άλλοτε θετικά και άλλοτε αρνητικά, τις πνευματικές ανταλλαγές της πλατωνικής
Ακαδημίας στην Αθήνα με τον νεοπλατωνικό κύκλο του Πλωτίνου. Μαθητές του, ο
Πορφύριος, κ.ά. Το 268 μ.Χ. εδέχθη την πρόσκληση της βασίλισσα της Παλμύρας
στην Συρία, Ζηνοβίας, την οποία και στήριξε στην αντιρωμαϊκή πολιτική της.
Γι΄αυτό και εκτελέστηκε εκεί, με διαταγή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αυρηλιανού.
Έγραψε ερμηνευτικό έργο, πάνω στα πλατωνικά κείμενα,
κυρίως επεξηγήσεις γλωσσικού και υφολογικού χαρακτήρα. Ήταν πηγή του Πρόκλου.
Έγραψε έρευνα πάνω στον Όμηρο: Απορρήματα Ομήρου, Προβλήματα Ομήρου και λύσεις
και Ει φιλόσοφος Όμηρος. Αλλά δεν διεσώθη τίποτε. Το μοναδικό σωζόμενο έργο του
είναι η «Ρητορική τέχνη», και το περίφημο δοκίμιο «Περί ύψους», το οποίο όμως
μάλλον έχει γραφεί 2 αιώνες πριν, από έναν ομώνυμό του συγγραφέα τον Λογγίνο ή
Διονύσιο Λογγίνο.
[21] Ήταν υιός του Καλλικράτη. Υπήρξε
μαθητής του Λακύδη και του Βοήθου από τον Μαραθώνα.
[22] Εσπούδασε στην νεοπλατωνική
σχολή της Περγάμου κοντά στον Αιδέσιο. Εδίδαξε εκεί για ένα σύντομο χρονικό
διάστημα. Περί το 350 μ.Χ. εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου και ανέλαβε την
διεύθυνση της Πλατωνικής Ακαδημίας. Εκεί είχε ανάμεσα στους μαθητές του τον
(άγιο ή μέγα κατά τους χριστιανούς) Βασίλειο, τον Ιουλιανό (τον κακώς λεγόμενο
Παραβάτη), τον Λιβάνιο, κ.ά.! Το 361 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη ως
σύμβουλος του Ιουλιανού. Επί των διαδόχων του, πέρασε από δίκη ως συνεργάτης
του, στην προσπάθειά του για την επαναφορά της εθνικής θρησκείας, αλλά
αθωώθηκε. Επανήλθε στην Αθήνα και συνέχισε το διδακτικό έργο του στην Ακαδημία.
Σκοτώθηκε στην επιδρομή των Βησιγότθων στην Ελλάδα και την καταστροφή του
εθνικού θρησκευτικού κέντρου της Ελευσίνος, το 396 μ.Χ. Έγραψε ηθικά και
ερμηνευτικά προβλήματα της φιλοσοφίας. Εκτιμάτο ιδιαιτέρως για την σοφία και το
ήθος του. Πηγή για το πρόσωπο και το έργο του αποτελεί η βιογραφία του,
γραμμένη από τον Ευνάπιο και ορισμένες επιστολές προς αυτόν του Ιουλιανού και
του Λιβάνιου.
[23] Πατέρας της Ασκληπιγένειας και
του Ιέριου. Έγραψε σχόλια στο «Περί Ψυχής» του Αριστοτέλη και στον Πλάτωνα.
Θεωρείται το πρόσωπο που επανεγκαθίδρυσε την Ακαδημία σε νεοπλατωνική
κατεύθυνση. Μαθητής του, ο Συριανός, ο Πρόκλος, κ.ά. Η συνεισφορά του στο
αριστοτελικό corpus, μαζί με εκείνην του Αλεξάνδρου
Αφροδισέως είναι από τις σημαντικότερες.
[24] Γνωρίζουμε ελάχιστα για την
προσωπική του ζωή. Ήλθε στην Αθήνα και σπούδασε με μεγάλο ζήλο κοντά στον
Πλούταρχο τον Αθηναίο, ο οποίος τον αντιμετώπισε με μεγάλο θαυμασμό και στοργή
και τον όρισε διάδοχό του. Είναι σημαντικός ως δάσκαλος του Πρόκλου, του Ερμεία
και του Δομνίνου (από την Λάρισα, ο οποίος έγραψε μια εισαγωγή στην Αριθμητική).
Ο Πρόκλος τον αντιμετώπισε με την μεγαλύτερη λατρεία και έδωσε οδηγίες να ταφεί
στον ίδιο τάφο με τον Θεμίστιο κατά τον θάνατό του.
Ελάχιστα σώζονται από τα γραπτά
του: Σχόλια στην Μεταφυσική του Αριστοτέλη, σε δύο ρητορικά έργα του Ερμογένη,
διαλέξεις για τον Φαίδρο του Πλάτωνα (μέσω Ερμεία) και εντελώς χαμένα τα Σχόλια
για τα De Caelo και De Interpretatione του Αριστοτέλη. Έγραψε επίσης έργα για
την Θεολογία και για την Αρμονία του Ορφέα, του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα, Σχόλια
για τον Όμηρο (σε 7 βιβλία), για τους θεούς στον Όμηρο, ένα βιβλίο συμφωνίας
μεταξύ Ορφέα – Πυθαγόρα – Πλάτωνα, σχετικά με τους χρησμούς (10 βιβλία), Σχόλια
για την Πολιτεία του Πλάτωνα (4 βιβλία) έναν ύμνο στον Αχιλλέα, κ.ά.
Ο Θεόδωρος Μελιτενιώτας, στο Προοίμιο του στο
«Αστρονομία», αναφέρει σχόλιά του στην Μεγάλη Σύνταξη του Πτολεμαίου. Αρκετά
έργα του Συριανού, εμπλέκονται με έργα του Πρόκλου.
Στα σχόλιά του στην Μεταφυσική εξηγεί την άποψή του για
την Μονάδα και τη Δυάδα σε πολλά σημεία. Η διαισθητική αντίληψη των μεταφυσικών
γεγονότων είναι υψηλότερη από την πνευματική δραστηριότητα των μαθηματικών. Το
Ένα ακολουθείται αμέσως από μια υπέρτατη μονάδα και δυάδα. Η μονάδα είναι
αρσενικό και η δυάδα θηλυκό. Υπάρχουν δύο κοσμικές αρχές. Έτσι εξηγείται η
προέλευση του κακού. Αρνείται ότι υπάρχουν πλατωνικές μορφές πραγμάτων που
είναι κακές ή ευτελείς. Η δυάδα είναι έμμεσα υπεύθυνη για το κακό. Αποδίδει την
ύπαρξη του κακού στην ετερότητα και την πολλαπλότητα, την οποία πιστεύει ότι η
δυάδα είναι άμεσα υπεύθυνη για την δημιουργία. Θεμελιώδης αρχή του είναι ότι το
ίδιο δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί και να απορριφθεί ταυτόχρονα. Ό,τι με
οποιαδήποτε έννοια περιλαμβάνει την αλήθεια, είτε της επιβεβαίωσης, είτε της
άρνησης μιας πρότασης, ισχύει μόνον για τα υπάρχοντα πράγματα, αλλά όχι για
αυτά που υπερβαίνουν τον λόγο και την γνώση. Γιατί αυτά δεν δέχονται ούτε
επιβεβαίωση, ούτε άρνηση.
[25] Ο Λύκιος ή Διάδοχος γεννήθηκε
στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μεγάλωσε στην Ξάνθο Λυκίας. Σπούδασε στην
Αλεξάνδρεια ρητορική, φιλοσοφία και μαθηματικά, για να γίνει δικαστής, όπως ο
πατέρας του. Αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Στην Πόλη άρχισε να εργάζεται
ως δικηγόρος. Αλλά δεν του άρεσε και επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, όπου άρχισε να
μελετά τον Αριστοτέλη, με δάσκαλο τον Ολυμπιόδωρο. Επρότεινε ένα από τα πιο
ανεπτυγμένα συστήματα του νεοπλατωνισμού. Επηρέασε σημαντικά την μετέπειτα
δυτική φιλοσοφία, καθώς και την ισλαμική σχολή σκέψης.
Πολυγραφότατος: Το συγγραφικό του έργο είναι τεράστιο:
Έγραψε Σχόλια στον Πλατωνα (Τίμαιο, Πολιτεία, Αλκιβιάδη, Παρμενίδη, Κρατύλο,
θεολογία). Επίσης Σχόλια στον Ευκλείδη (α΄ βιβλίο), στα «Έργα και Ημέρες» του
Ησιόδου, στα «Χαλδαϊκά λόγια», στις «Εννεάδες» του Πλωτίνου (απόσπ.), στα
«Χρυσά έπη» του Πυθαγόρα(απόσπ.), κ.ά.
Ακόμη: Στοιχείωσις θεολογική. Περί των δέκα προς την πρόνοιαν απορρημάτων. Περί
προνοίας και ειμαρμένης. Περί της των κακών υποστάσεως. Υποτύπωσις αστρονομικών
υποθέσεων. Υποτύπωσις φυσική. Σφαίρα. Περί της καθ’ Έλληνας ιερατικής τέχνης.
Παράφρασις εις την Πτολεμαίου συγγραφή. Εις την τετράβιβλον Πτολεμαίου
εξήγησις. Περί αιδιότητος Κόσμου (σώζεται στο «Κατά Πρόκλου» από τον Φιλόπονο).
Εις το πρώτον και το δεύτερον της Νικομάχου αριθμητικής εισαγωγής (έργο που
είχε αποδοθεί στον Φιλόπονο). Σώζονται αποσπάσματα από και από λειτουργικούς
ύμνους του (Ηλίου, Αφροδίτης, Μουσών, θεών, Λύκιας Αφροδίτης, Εκάτης, Ιανού,
Αθηνάς).
[26] Νυν Ναμπλούς.
[27] Ο Πρόκλος του αφιέρωσε τον
σχολιασμό του στον Μύθο του Ηρός του Πλάτωνα. Ο Πρόκλος ανησυχούσε διότι ήταν
λεπτής υγείας. Τότε οι καθηγητές της αρχαίας ελληνικής θρησκείας υπέστησαν
διωγμούς από τους χριστιανούς. Ο Μαρίνος αναγκάσθηκε να καταφύγει στην Επίδαυρο,
όπου και πέθανε, σε άγνωστη ημερομηνία. Τα σωζόμενα έργα του είναι μια εισαγωγή
στα Δεδομένα του Ευκλείδη, ένας Βίος του Πρόκλου και δύο αστρονομικά κείμενα –
το ένα αναφέρεται στον Γαλαξία. Στα χαμένα έργα του περιλαμβάνονται Σχόλια στον
Αριστοτέλη, στον Θέωνα της Αλεξάνδρειας και σε μερικούς από τους διαλόγους του
Πλάτωνος. Μάλιστα κατέστρεψε το σχόλιό του στον Φίληβο του Πλάτωνος, με την
συμβουλή ενός μαθητή του, του Ισίδωρου. Όταν ο Μαρίνος έδειξε στον μαθητή του
το κείμενο, ο Ισίδωρος του συνέστησε να το καταστρέψει, υποστηρίζοντας ότι ο
«θείος» Πρόκλος είχε γράψει ένα σχόλιο, που ήταν η τελευταία λέξη για το θέμα!
Ίσως αυτή η συμβουλή να προέκυψε από φόβους ότι ο σχολιασμός του Μαρίνου, θα
πρόδιδε ίχνη υλικού, που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν το κυρίαρχο νεοπλατωνικό
δόγμα.
[28] Στην Αθήνα εσπούδασε κοντά στον
Πρόκλο και έμαθε την φιλοσοφία του Αριστοτέλη από τον Μαρίνο. «Ο Ισίδωρος
ένιωσε δέος στην θέα του Πρόκλου, που ήταν αξιοσέβαστος και θαυμαστός. Ενόμιζε
ότι έβλεπε μέσα του το ίδιο το πρόσωπο της αληθινής φιλοσοφίας, καθώς το
κατείχε η θεϊκή και γεμάτη από την φιλοσοφική ζωή του» (Δαμάσκιος). Η πρώτη του
σύζυγος λεγόταν Υπατία. Η δεύτερη σύζυγός του Δόμνα, πέθανε 5 ημέρες μετά την
γέννηση του γιου τους τον οποίο ονόμασαν Πρόκλο. Επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια
συνοδευόμενος από τον Σαλλούστιο, όπου εδίδαξε φιλοσοφία. Ήταν καλός άνθρωπο
και στοχαστής (Δαμάσκιος) και ενθουσιώδης. Είχε συλλογισμό επικουρικών και
προτίμησε τις θεωρίες του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα από την μη φανταστική λογική
και την πρακτική ηθική των στωικών και των αριστοτελικών. Είχε χαλαρώσει την
θεοσοφική θεωρία και έδωσε μεγάλη σημασία στα όνειρα και τα αφυπνιστικά
οράματα, τα οποία συνήθιζε να εξευμενίζει στις δημόσιες ομιλίες του. Δεν
εκράτησε την θέση του σχολάρχου για πολύ, γιατί αποσύρθηκε στην Αλεξάνδρεια.
[29]
Εγγονός η δισεγγονός του Πλούταρχου των Αθηνών. Μαθητής του Πρόκλου στην
Αθήνα.
Αντιπαρατέθηκε (μαζί με τον Ισίδωρο) κατά του Μαρίνου, διάδοχου
του Πρόκλου. Ήταν «ένα πολύ δυσμενές φως στην ζωή του Ισιδώρου» (Δαμάσκιος). Ετόνισε
έντονα το θρησκευτικό τελετουργικό, «θέλοντας να είναι, πάνω απ όλα, ιερό, […]
άλλαξε τον ζήλο του, πολλά από παλαιά καθιερωμένα πράγματα». Η μετέπειτα ζωή
του είναι άγνωστη…
[30] Ο Πρόκλος είχε εναποθέσει μεγάλες ελπίδες στον Ζηνόδοτο. Αν ο Ζηνόδοτος
διηύθυνε ποτέ την σχολή είναι αμφιλεγόμενο.
[31] Σημαντικός νεοπλατωνικός.
Ασχολήθηκε με τα βασικά ζητήματα της οντολογικής ιεραρχίας, της σχέσης του
όντος με το εν και της θέσης της ψυχής μέσα στην οντολογική αλυσίδα. Εφοίτησε
στην Αλεξάνδρεια ρητορική με τον Θέωνα και φιλοσοφία με τον Ερμεία, τον Αμμώνιο
και τον Ηλιόδωρο. Στην Αθήνα ήταν μαθητής του Μαρίνου, του Ζηνόδωτου και του
Ισίδωρου. Έκλεισε τη Σχολή γιατί εκδιώχθηκε από τον Ιουστινιανό το 529. Μαζί με
τους μαθητές του Σιμπλίκιο, Ευλάμπιο τον Φρύγα, Πρισκιανό τον Λυδό, Ερμεία και
Διογένη από την Φοινίκη και Ισίδωρο τον Γαζαίο, εγκαταστάθηκαν στην Αυλή του
Πέρση βασιλιά Χοσρόη. Εν συνεχεια οι 7 μετέβησαν στην όαση Σίβα, στο ιερόν του
Άμμωνος Διός, όπου και συνεχίσαν τη φιλοσοφική τους δράση…
Έγραψε «Απορίαι καὶ λύσεις περὶ τῶν πρώτων ἀρχῶν» (με
οντολογικά μεταφυσικά ερωτήματα, όπου υποστηρίζει ότι το Εν (= ο Θεός) (όπως το
εννοούν Πλωτίνος και Πρόκλος) συνδέεται με το Ον και τον Νου, και ότι δεν είναι
κάτι απόλυτο σε έναν ανώτερο κόσμο. Σώζεται ακόμα το σύγγραμμα «Εις τον
Πλάτωνος Παρμενίδην απορίαι και λύσεις», και κάποια σχόλιά του σε έργα του
Αριστοτέλη και του Πλάτωνος (στον Φαίδωνα, στον Φίληβο). Ενώ χαμένα έργα του
είναι: Τα Σχόλια στον Τιμαιο, τον Αλκιβιάδη Α´ και άλλους πλατωνικούς διαλόγους
καθώς και Σχόλιά του σε αριστοτελικά έργα, επίσης το «Η Ζωή του Ισιδώρου», το
«Λόγοι Παράδοξοι», κ.ά. Έγραψε και «Φιλοσοφική Ιστορία» (παλαιότερα ονομαζόταν
Vita Isidori).
Ένα επίγραμμά του σώθηκε στην Παλατινή Ανθολογία (VI 553)
και την Ανθολογία του Μ. Πλανούδη.
σχολαρχες Ακαδημιας Πλατωνος, αρχαια ελληνικη φιλοσοφια χαμενα εργα βιβλια Λεκακης σχολαρχης Ακαδημια Πλατωνα, αρχαιο χαμενο εργο βιβλιο Πλατωνας Πλατων