Του Γιώργου Λεκάκη
Η χερσόνησος της Μάνης είναι
μια περιοχή «κλειδί» KAI για την περίοδο Gravettian της Ελλάδας (περίπου 34.000 – 24.000
χρόνια πριν από σήμερα).
Οι τοποθεσίες στο Οίτυλο Λακωνίας παρουσιάζουν διαφορετικούς ρυθμούς εκμετάλλευσης των πόρων και μοτίβα
κινητικότητας. Παρουσιάζουν ισχυρές συγγένειες με το λεγόμενο Gravettoidal των
Κεντρικών Βαλκανίων!
Οι τεχνολογικές επιλογές
υπαγορεύονταν κυρίως από την λειτουργία του χώρου και την εφήμερη χρήση των
σπηλαίων.
Όλες οι τοποθεσίες
υποδεικνύουν εξειδικευμένη παραγωγή λεπίδων και μικρολεπίδων.
Η χρονική περίοδος Gravettian
ή Gravettoidal στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από πολλές χρονικές και
επαγγελματικές διακοπές. Σε νέα μελέτη, παρουσιάσθηκαν οι «λιθοβιομηχανίες» από
τέσσερα σπήλαια, που βρίσκονται στο νοτιότερο άκρον της ηπειρωτικής Ελλάδος, την
Νότια Πελοπόννησο, την Χερσόνησο της Μάνης.
Τα σπήλαια:
– Τριψανα[1]
– Σκοινί 3 και 4 και
– Μελιτζιά[2]
Οι χρονολογίες υποδηλώνουν
ότι τα τυπικά Gravettian στοιχεία αρχίζουν να εμφανίζονται εδώ πριν από 31.000
χρόνια περίπου. Ταυτοχρόνως οι τοποθεσίες παρουσιάζουν έντονες συγγένειες με τα
Κεντρικά Βαλκάνια, όσον αφορά τις χρονολογίες και την λίθινη παραγωγή. Τα ευρήματα
κυριαρχούνται από μονές ευθείες λεπίδες με πλάτη και σημεία στήριξης,
υποδηλώνοντας μια εξαιρετικά εξειδικευμένη χρήση και εκμετάλλευση των τοποθεσιών
γύρω από τον κόλπο του Οιτύλου. Ωστόσο, η χρονική περίοδος μεταξύ 31.000 και 24.000
παραμένει ασαφής, υποδηλώνοντας μια μάλλον καθυστερημένη άφιξη των κυνηγών τροφοσυλλεκτών
της Gravettian στην περιοχή, σε σύγκριση με την Κεντρική Ευρώπη και την
Βορειοανατολική Πελοπόννησο (λ.χ. σπήλαιο Κλεισούρας I) καταλήγει η έρευνα.
ΠΗΓΗ: P. Litsios «The Gravettian
of the Southern Balkans revised: The stone industries from Tripsana, Skoini 3,
Skoini 4 and Melitzia caves (Mani Peninsula, Southern Greece)», Journal of
Archaeological Science, Volume 59, Νοέμβρ. 2024, 104747. Γ. Λεκακης “Λακωνων Γη”. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 30.10.2024.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Το σπήλαιο το οποίο ευρίσκεται στην βόρεια ακτή του
όρμου του Οιτύλου, περίπου 100 μ. από την ακτή και 15 μ. επάνω από την
επιφάνεια της θάλασσας. Το σπήλαιο είναι μικρό (2,3 μ. πλάτος, 4 μ. βάθος και 3
μ. ύψος) και ανοίγει προς τα νότια. Έγινε δοκιμαστική ανασκαφή. Βρέθηκαν δύο
κύρια αρχαιολογικά στρώματα, με σποραδικά κατάλοιπα ανάμεσά τους. Ευρήματα από
όλα τα επίπεδα υποδηλώνουν σποραδική χρήση του σπηλαίου κατά την Ανώτερη
Παλαιολιθική. Ένας σημαντικός αριθμός ευρημάτων προήλθε από την επιφάνεια όπου
τα είχαν μεταφέρει ζώα.
Σε
βάθος περίπου 1 μ. από τη σύγχρονη επιφάνεια, οι ολισθήσεις του σπηλαίου έχουν
απότομη κλίση προς τα μέσα, υποδηλώνοντας ότι το σπήλαιο ήταν αρχικά πολύ στενό
(πιθανώς πολύ στενό για κατοίκηση). Όταν τα συσσωρευμένα ιζήματα ανύψωσαν το
δάπεδο σε ένα επίπεδο περίπου 0,8 μ. κάτω από την παρούσα επιφάνεια, άνοιξε
ένας χώρος περίπου 2,5 x 4 μ., επαρκής για να φιλοξενήσει μια μικρή ομάδα.
Τα
διαγνωστικά υπολείμματα οστών (948 από ένα σύνολο 1.826 δειγμάτων) προέρχονται
από τα ακόλουθα μεγάλα θηλαστικά: Vulpes vulpes, Felis sp., Martes sp., βλ. Mustela, Lepus
europaeus, Canis βλ. λύκος, Canis sp., Sus scrofa, Capra sp., Ovis/Capra, Boss
p., Cervus elephus, Dama dama. Το ελάφι
και ο αίγαγρος ήταν τα κυρίαρχα είδη, με πυκνή συγκέντρωση λαγών, ιδιαίτερα σε
επιφανειακά επίπεδα. Η κατάσταση του οστού υποδηλώνει μακρά έκθεση στην
επιφάνεια, με σπάσιμο σε προχωρημένο στάδιο αφυδάτωσης. Σε συνδυασμό με την
πολύ μικρή ποσότητα κομμένου ή καμένου οστού, αυτό επιβεβαιώνει την πολύ
περιορισμένη ανθρώπινη χρήση του σπηλαίου, πιθανώς ως προσωρινό καταφύγιο.
Τόσο
χερσαία όσο και θαλάσσια κογχύλια είχαν εναποτεθεί πυκνά. Ένα μεγάλο δείγμα
Pecten jacobaeus θα μπορούσε να αποκατασταθεί σχεδόν πλήρως. Βρέθηκαν πέντε
θραύσματα οστέινων εργαλείων (δύο σουβλιά ή σημεία με ίχνη επεξεργασίας, ένα
ελαφοκέρατο σχισμένο στην μέση και δύο κομμάτια μακρού οστού με ίχνη επεξεργασίας).
Τα
πέτρινα εργαλεία (269 τεμάχια) είναι όλα της Gravetian/Epigravettian
microblades. Καλύτερα αναπαριστώνται μικρές λεπίδες με ραβδωτή πλάτη, ενώ λείπουν
γεωμετρικοί μικρολίθοι κλπ., επιβεβαιώνοντας μια χρονολογία πριν από την Τελική
Παλαιολιθική. Αν και η απόλυτη χρονολογία παραμένει δύσκολη, μια χρονολογία μεταξύ
24.000 και 15.000 π.Χ. είναι πιθανή.
Βρέθηκε
ένα κομμάτι αιματίτη. Το υλικό αυτό βρίσκεται σε όλα τα σπήλαια της Μάνης με
ενδείξεις δραστηριότητας της Ανώτερης Παλαιολιθικής και πιθανότατα
χρησιμοποιήθηκε ως χρωστική ουσία (ώχρα).
ΠΗΓΗ:
Α. Ντάρλας / Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδος / ΕΠΣΝΕ,
C. Morgan, Bibliographic reference, ADelt 60 (2005) Chr. B2,
1214-15, Βρετανική και Γαλλική Σχολή, 21.7.2014.
[2] Το σπήλαιο είναι εντός του κόλπου του Οιτύλου,
περίπου 350 μ. από την ακτή και σε υψόμετρο 64 μ. Έχει έναν μονό θάλαμο περίπου
20 x 20 μ., με άνοιγμα περίπου 2 x 2 μ. Έγινε δοκιμαστική ανασκαφή 6 μ. μέσα
στην είσοδο (αρχικά 1 x 1 μ. αλλά περιοριζόταν όλο και περισσότερο από έναν
σταλαγμίτη, τελικά σε 0,25 x 0,4 μ.). Έφτασε σε βάθος 1,3 μ. Το ανώτερο 0,7 μ.
αποτελείτο από ένα μείγμα χώματος και κοπριάς, με μερικά όστρακα που
χρονολογούνται σε ιστορικές περιόδους. Κάτω από αυτό υπήρχε ένα στρώμα από
πλαστικό κόκκινο πηλό με πέτρες, που περιείχαν λείψανα της Ανώτερης
Παλαιολιθικής. Το κύριο αρχαιολογικό επίπεδο βρέθηκε στα -0,9 – 0,98 μ. και
περιείχε οστά, όστρακο και κατεργασμένη πέτρα. Τα υπολείμματα οστών (1.155
τεμάχια, 440 από τα οποία είναι διαγνωστικά) ανήκουν στα ακόλουθα μεγάλα είδη
θηλαστικών: Canis sp., βλ. Canis, Vulpes vulpes, Mustelidae, Lepus europaeus, Sus
scrofa, Capra sp., Cervus elaphus. Τα
ελάφια είναι τα πιο κοινά. Από τα υπόλοιπα είδη υπάρχουν πολύ λίγα δείγματα.
Αυτό μπορεί να υποδηλώνει ότι το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως εποχική βάση για
κυνήγι. Τα οστά σπάνια κάηκαν. Συνήθως τα έσπαγαν. Υπάρχουν ελάχιστα
στοιχεία ότι τα ροκάνισαν ζώα. Τα όστρακα περιλάμβαναν μεγάλη πυκνότητα
χερσαίων σαλιγκαριών (Helix melanostoma) κυρίως στα ανώτερα επίπεδα ανασκαφής.
Το επεξεργασμένο σύνολο λίθων (322 δείγματα) περιείχε τεχνολογία της Ανώτερης
Παλαιολιθικής (Γραβετιανής και Επιγραβετιανής), σαφώς προγενέστερη από την
Τελική Παλαιολιθική (σημειώνοντας την παρουσία μικρών λεπίδων με ευθεία πλάτη,
αλλά την απουσία π.χ. γεωμετρικών μικρολίθων). Βρέθηκαν τρία κομμάτια αιματίτη
που χρησιμοποιήθηκαν ίσως για την παραγωγή χρωστικής (ώχρας).
ΠΗΓΗ:
Α. Ντάρλας / Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδος / ΕΠΣΝΕ,
C. Morgan, Bibliographic reference, ADelt 60 (2005) Chr. B2,
1213-14, Βρετανική και Γαλλική Σχολή, 21.7.2014.