Ο/η Ίνατος / Είνατος / Ίνατον / Είνατον[1] ήταν παραθαλάσσια
πόλη της αρχαίας Κρήτης, που βρισκόταν κοντά σε βουνό και ποτάμι, με το ίδιο
όνομα. Ο κάτοικος αναφέρεται Εινάτιος και η κάτοικος Ινατία.
Το όνομα της πόλεως εμφανίζεται
τεκμηριωμένο στις πινακίδες της μυκηναϊκής γραμμικής Β, ως wi-na-to(*).
Βάσει ευρημάτων κατοικείται
από το 1900 π.Χ. και σίγουρα έως το 400 π.Χ.
Ο πίνακας Peutinger τοποθετεί
ένα μέρος που ονομάζεται Ίνατα / Inata, σε έναν ποταμό 24 M.P. ανατολικά της
Λισσίας, και 32 M.P. δυτικά της Ιεράπυτνας / Ιεράπετρας. Ίσως, λοιπόν, να πρόκειται για αδελφές πόλεις.
Αυτές οι αποστάσεις, μας κάνει
να υποθέσουμε ότι η Λισία είναι η Λασαία, στην περιοχή Llanura Minoana στον Τσούτσουρο,
όπου και οι σύγχρονοι μελετητές τοποθετούν την Ίνατο, στον 34ο
παράλληλο [34°59′13″N 25°17′03″E].
Εδώ λατρευόταν η θεά Ειλειθυΐα,
και από την περιοχή απέκτησε ένα από τα επίθετά της.[2] Επιγραφή
αναφέρει: ΕΛΟΥΘΙΑ ΧΑΡΙΣΤΗΙΟΝ (ευχαριστία στην θεά Ελουθία[3] > Ειλειθυΐα).
Η λατρεία της ήταν, ίσως, σε ιερό, σε κοντινό λόφο, όπου υπάρχει και σπήλαιο, στο
οποίο οι ανασκαφές έχουν βρει υπολείμματα λατρευτικού χώρου κατά την Μινωική,
Γεωμετρική, την κλασσική Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδο. Ανάμεσα στα ευρήματα της
Μινωικής περιόδου συγκαταλέγονται θραύσμα αγγείου «φιδιού», ανδρικά και γυναικεία
ειδώλια, διπλοί πέλεκεις, πέτρινες κεφαλές από βελόνες και χάντρες περιδέραιου,
κ.ά.
Στην βυζαντινή εποχή αναφέρεται
σε έναν κατάλογο 22 πόλεων της Κρήτης.[4]
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης «Συγχρονης
Ελλαδος περιηγησις». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 4.4.2015.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
– Καλλίμαχος, Fr.168. Πτολεμαίος Κλ. «Γεωγρ.», 3.15.3 / 3.17.2. Ησύχ. Ετυμ. Μέγα. Στέφ. Βυζάντιος. Ιεροκλής 649.
– Jorro Fr. A. «Η γεωγραφία των
μυκηναϊκών κρατών» στον τόμο για τον καθ. Ant. Gil Olcina, University of
Alicante, 2016.
– Holgado C. P. «Τόποι λατρείας
και ιερά της μετανακτορικής περιόδου στην Μινωική Κρήτη», 1989.
– Kanta Ath., Davaras C., Betancourt Ph. B. (επιμ.) «Honors to Eileithyia at Ancient Inatos: The Sacred
Cave of Eileithyia at Tsoutsouros, Crete: Highlights of the Collection», Πανεπ. Σικάγο.
[1] εἰνάτερες (οι) = οι γυναίκες αδελφών, συννυφάδες («τῶν
ἀδελφῶν γυναῖκες πρὸς ἀλλήλας, οἷον Ἑλένη πρὸς Ἀνδρομάχην» – βλ. Σχόλ. Ἰλ. Ζ.
378. Το αντίστοιχο αρσενικός είναι αέλιοι – βλ. επιτυμβ. Orelli επιγρ. Λατ. 2.
σ. 421. Ενάτερ = ο ανήρ της αποθανούσης αδελφής (> λατ. janitrices > σανσκρ.
yαtaras).
είνατος = ένατος. Και εινάτιον = λοξόν > ινάτι = λόξα. Παροιμιωδώς λέμε “Το ινάτι βγάζει μάτι”, δηλ. η τρέλλα.
Με το όνομα αυτό, τέλος, απαντάται και τοπωνύμιο στην Λυκία, δείχνοντας για άλλη μια φορά, πόσο σχετικές είναι η Κρήτη και η Λυκία.
(*) Ίσως είχε σχέση και με το κρασί (Βίνατος > Οίνατος).
[2] Βλ. Στέφανος ο Βυζάντιος.
[3] Η θεά Ελουθία, έγινε αργότερα θεά του φωτός > λυκ-
(λύκειο), λουκ- > Λουθία, Λουκία, Λουτσία, κλπ. – βλ. Γ. Λεκάκης «Τάματα και
αναθήματα».
[4] Βλ. βυζαντινό γεωγράφο του 6ου αιώνα μ.Χ. Ιεροκλή.